Την ώρα που στις χώρες του δυτικού κόσμου, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, λαμβάνονται αποφάσεις για τη χορήγηση της τέταρτης πλέον δόσης του εμβολίου κατά του κορονοϊού για τους ανοσοκατασταλμένους, η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών της Αφρικής και τμήματος της Ασίας περιμένουν με ανυπομονησία να φτάσουν έστω ελάχιστες παρτίδες της πρώτης δόσης, αποτυπώνοντας για μια ακόμη φορά ανάγλυφα την τεράστια ανισότητα που επικρατεί στον πλανήτη μας.
Όπου φτωχός… και η μοίρα του
Αναλογιστείτε απλώς και μόνο το εξής: Ενώ στη χώρα μας σχεδόν το 70% του πληθυσμού έχει ολοκληρώσει τον εμβολιασμό του (και τις δύο δόσεις του εμβολίου ή τη μια εάν έχουν επιλέξει το σκεύασμα της Johnson & Johnson), στο Μπουρουντί της κεντρικής Αφρικής που έχει παρόμοιο πληθυσμό με εμάς (12.300.000 κατοίκους) είναι εμβολιασμένος μόλις το 0,04%. Με τον ρυθμό αυτό, η χώρα θα πετύχει να εμβολιάσει το 70% των ατόμων της, αρχές Ιανουαρίου του… 2111 (και ολογράφως, το έτος δύο χιλιάδες εκατόν έντεκα)!
Για μια ακόμη φορά γίνεται πρόδηλο πως ο τόπος που γεννιέται κανείς καθορίζει εν πολλοίς και το μέλλον του. Από τα χρόνια που κατά μέσο όρο εκτιμάται ότι θα ζήσει και το εάν θα του δοθεί η δυνατότητα να έχει πρόσβαση σε ένα έστω στοιχειώδες σύστημα υγείας, μέχρι το βαθμό που θα κοπιάσει για να εξασφαλίσει την τροφή του και εάν θα μπορέσει να πάει σχολείο.
Δεν δικαιολογείται ο εφησυχασμός της Όμικρον
Τον τελευταίο καιρό επικρατεί στην Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ένας εφησυχασμός ότι ο κορονοϊός εντός των επομένων μηνών θα αποτελεί μια κακή ανάμνηση εξαιτίας της επικρατούσας μετάλλαξης Όμικρον, καθώς αυτή διαδίδεται ταχύτατα αλλά με ηπιότερη συμπτωματολογία. Οπότε μπορεί μεν να νοσήσει ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αλλά χωρίς αυτό να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα.
Κανείς όμως δεν μπορεί να μας διασφαλίσει ότι στο προσεχές διάστημα δεν θα εμφανιστεί μια νέα μετάλλαξη της Covid-19 που θα είναι φονικότερη και εξίσου μεταδοτική, με ακόμη δυσμενέστερη εκδοχή να μην την πιάνουν τα υπάρχοντα εμβόλια.
Μεταλλάξεις «made in Africa»
Για να καταστεί η πανδημία ενδημική αν μη τι άλλο θα πρέπει να αποκτήσει πρόσβαση στα εμβόλια και ο πληθυσμός των αφρικανικών χωρών τις οποίες κάποτε χαρακτηρίζαμε στα σχολικά εγχειρίδια ως «υπανάπτυκτες», ακολούθως ως «χώρες του Τρίτου Κόσμου» (καταχρηστικά, καθώς ο όρος χρησιμοποιήθηκε το 1952 από τον Γάλλο δημοσιογράφο Alfred Sauvy για να περιγράψει στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου τις χώρες που δεν ήταν ενταγμένες ούτε στο δυτικό ούτε στο ανατολικό μπλοκ) και στις μέρες μας για λόγους πολιτικής ορθότητας τις αναφέρουμε ως «αναπτυσσόμενες».
Όπως και να ‘χει, δυστυχώς το χάσμα που τις χωρίζει από τον δυτικό κόσμο είναι τεράστιο και σημαντικό μέρος των μεταλλάξεων, προέρχεται από αυτές τις υγειονομικά παραμελημένες χώρες. Για παράδειγμα η μετάλλαξη Όμικρον που μας ταλαιπωρεί τον τελευταίο καιρό, εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Νότια Αφρική στις 24 Νοεμβρίου 2021, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να την θεωρεί ανησυχητική και από «μετάλλαξη της Νοτίου Αφρικής» που την αποκαλέσαμε αρχικά, να την βαφτίζει με το ελληνικό γράμμα Όμικρον, για να μην «στοχοποιείται» η χώρα – μια τακτική που ακολουθήθηκε άλλωστε και με τις προγενέστερες μεταλλάξεις.
Αξιοθρήνητα ποσοστά εμβολιασμού
Σύμφωνα με μελέτη του Corporate Europe Observatory (Παρατηρητηρίου της Ευρώπης των Πολυεθνικών), παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά εμβολιασμού στις χώρες υψηλού εισοδήματος κυμαίνονται γύρω στο 80%, σε αυτές του χαμηλού εισοδήματος μόνο το 2,3% του πληθυσμού έχει λάβει έστω και μια δόση, κάτι που σημαίνει ότι εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο να νοσήσουν βαριά και ένας σημαντικός αριθμός να καταλήξει, χωρίς να έχει καν πρόσβαση σε κάποιο νοσοκομείο.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό έχει εμβολιαστεί το 0,13% του πληθυσμού, στο Τσαντ το 0,47%, στην Αϊτή το 0,63%, στη Γουινέα Μπισάου το 1,14%, στην Υεμένη το 1,19%, στην Αιθιοπία το 1,32%, στο Νότιο Σουδάν το 1,59%, στη Μαδαγασκάρη το 1,88%, στο Μάλι το 1,95%, στη Νιγηρία το 2,1%, στην Τανζανία το 2,18%, στην Παπούα – Νέα Γουινέα το 2,39%, το Καμερούν το 2,4%, στην Ουγκάντα το 2,9%, στην Μπουρκίνα Φάσο το 2,98%, στον Νίγηρα το 3,77%, στο Μαλάουι το 3,59%, στη Συρία το 4,31%, στην Σιέρα Λεόνε το 4,69%, την Σομαλία το 4,89%, στη Σενεγάλη το 5,41%, στην Ζάμπια το 6,35%, στη Γουινέα το 6,8%, στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία το 6,99%, στην Γκάνα το 7,28%, στην Γκαμπόν το 7,51%, στην Κένυα το 7,69%, στους νήσους Σολομώντα το 7,85%, στην Ακτή Ελεφαντοστού το 7,9%, στο Τζιμπουτί το 9,05%, στο Αφγανιστάν το 9,33%, την Γκάμπια το 9,35% και στο Κονγκό το 9,8%.
Πραγματικά αξιοθρήνητα ποσοστά, χωρίς να συνυπολογίζουμε δεκάδες άλλες χώρες που τα ποσοστά εμβολιασμού είναι τόσο χαμηλά που δεν έχουν ούτε καν καταγραφεί στις στατιστικές.
Γιατί δεν απελευθερώνουν τις πατέντες οι φαρμακοβιομηχανίες
Ως κυριότερη αιτία της ανεπάρκειας πρόσβασης των βιολογικών παρασκευασμάτων στις φτωχές αφρικανικές αλλά και κάποιες από τις ασιατικές χώρες, θεωρεί το Corporate Europe Observatory, την μη απελευθέρωση της πατέντας δημιουργίας εμβολίων. Εάν συνέβαινε αυτό, θα παρασκευάζονταν και φθηνότερα εμβόλια που θα μπορούσαν να αγοραστούν από τις κυβερνήσεις των αναπτυσσόμενων κρατών. Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, «ένας μικρός αριθμός φαρμακευτικών εταιρειών διατηρεί τον έλεγχο στην τιμολόγηση και στην παραγωγή των εμβολίων. Οι φαρμακευτικές εταιρείες διατηρούν ένα μονοπωλιακό καθεστώς ως προς την πνευματική ιδιοκτησία των πατεντών (διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τεχνογνωσία), που είναι απαραίτητες για την παραγωγή των εμβολίων. Με αυτή την ιδιοκτησία που κατέχουν, έρχεται και η εξουσία του καθορισμό της παραγωγής, της διαθεσιμότητας από χώρα σε χώρα και της τιμολόγησης των εμβολίων».
Και συνεχίζει: «η Pfizer, η BioNTech και η Moderna αποκομίζουν συνδυαστικά, κέρδη άνω των 1.000 δολαρίων ΗΠΑ κάθε δευτερόλεπτο που περνάει από την πώληση των εμβολίων τους κατά της Covid-19 στις πλούσιες χώρες, την ίδια ώρα που ο υπόλοιπος κόσμος εξακολουθεί να αναμένει την πρόσβαση σε αυτά. Κατά τη διάρκεια της τρέχουσας πανδημίας, οι κυβερνήσεις έχουν συμβιβαστεί με τις απαιτήσεις των φαρμακευτικών εταιρειών, επιλέγοντας να προστατέψουν τα εταιρικά δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα κέρδη των εν λόγω πολυεθνικών εταιρειών, αντί να ακολουθήσουν πολιτικές και ενέργειες που θα αύξαναν την πρόσβαση των εμβολίων σε ολόκληρο τον κόσμο».
Παρά τα ευχολόγια, η Ε.Ε. δεν πίεσε τις εταιρείες ώστε να καταστεί το εμβόλιο «παγκόσμιο αγαθό»
Ολοένα και πληθαίνουν οι φωνές που υποστηρίζουν πως το σωστό θα ήταν να υποχρεωθούν οι φαρμακευτικές εταιρείες να μοιραστούν τη συνταγή παρασκευής των εμβολίων, ούτως ώστε να δημιουργηθούν σκευάσματα και από άλλες εταιρείες (και άρα να πέσει το κόστος εξαιτίας του ανταγωνισμού).
Ένας από τους δηλωθέντες στόχους της συμφωνίας μεταξύ των χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κομισιόν στα μέσα Ιουνίου του 2020 για την κοινή προμήθεια των εμβολίων ήταν και η προτροπή προς τις φαρμακοβιομηχανίες να μοιραστούν την πνευματική τους ιδιοκτησία. Η συμφωνία ανέφερε συγκεκριμένα ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προωθήσει το εμβόλιο κατά της Covid-19 ως παγκόσμιο δημόσιο αγαθό. Αυτή η προώθηση θα περιλαμβάνει πρόσβαση για χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος σε αυτά τα εμβόλια, σε επαρκή ποσότητα και σε χαμηλές τιμές. Η Επιτροπή θα επιδιώξει επίσης να προωθήσει στις φαρμακοβιομηχανίες ερωτήματα σχετικά με την κοινή χρήση πνευματικής ιδιοκτησίας του τρόπου παρασκευής των εμβολίων.
Στην πράξη όμως οι διαπραγματευτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν κατέβαλαν ποτέ καμία προσπάθεια για να διασφαλίσουν ότι τα εμβόλια κατά της πανδημίας θα γίνουν «ένα παγκόσμιο δημόσιο αγαθό». Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε να υποχρεωθούν οι φαρμακευτικές εταιρείες να μοιράζονται την τεχνολογία εμβολίων για να καταστεί δυνατή η παραγωγή τους στα επίπεδα που απαιτούνται για τον εμβολιασμό όλων των ανθρώπων του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένων των δισεκατομμυρίων ατόμων που ζουν σε χώρες χαμηλού εισοδήματος. Μόνο στην Αφρική ζουν αυτή τη στιγμή 1.373.486.000 άνθρωποι.
«Βιομηχανία» παραγωγής μεταλλάξεων λόγω χαμηλού εμβολιασμού
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, η αφρικανική ήπειρος μπορεί να μετατραπεί σε μία «βιομηχανία» παραγωγής μεταλλάξεων και νέων στελεχών του κορονοϊού, που μπορεί να είναι ολοένα και πιο ανθεκτικά στις υπάρχουσες άμυνες (δηλαδή στα εμβόλια και τα φάρμακα), με ευθύνη των πλούσιων χωρών που αφενός δεν έχουν προβεί σε κάποια σημαντική κίνηση προκειμένου να χορηγήσουν από μέρους τους έναν επαρκή δόσεων και τις ανάγκες σύριγγες και αφετέρου εξακολουθούν να προστατεύουν τις πατέντες των εμβολίων.
Το μόνο που κάνουν οι δυτικές χώρες, είναι μόλις βλέπουν πως τα εκατομμύρια εμβόλια που έχουν προμηθευτεί κοντεύουν να λήξουν και δεν θα τα χρησιμοποιήσουν, να τα δωρίζουν σε φτωχές χώρες. Αυτό όμως προφανώς και δεν λύνει το πρόβλημα.