Ένα πρώτο κρούσμα της νόσου του ιού Μάρμπουργκ, ιδιαίτερας μολυσματικής, που προκαλεί αιμορραγικό πυρετό, καταγράφηκε στη Γουινέα, το πρώτο κρούσμα στη Δυτική Αφρική, ανακοίνωσε τη Δευτέρα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
«Η νόσος του ιού Marburg, που ανήκει στην ίδια οικογένεια με τον ιό που προκαλεί τη νόσο του ιού Έμπολα, εντοπίστηκε πριν περάσουν δύο μήνες αφότου η Γουινέα κήρυξε το τέλος της επιδημίας Έμπολα που είχε ξεσπάσει στις αρχές του έτους», ανακοίνωσε το περιφερειακό γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Το κρούσμα εντοπίστηκε στο νομό Γκεκεντού, στον νότο της χώρας.
Δείγματα που ελήφθησαν από ασθενή, ο οποίος πέθανε τη Δευτέρα, και εξετάστηκαν σε εργαστήριο στο Γκεκεντού καθώς και στο εθνικό εργαστήριο της Γουινέας για τον αιμορραγικό πυρετό, βρέθηκαν θετικά στον ιό Marburg. Πρόσθετες αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Ινστιτούτο Παστέρ της Σενεγάλης επιβεβαίωσαν αυτό το αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Ο ασθενής είχε νοσηλευτεί σε κλινική της περιοχής Κούντου στο Γκεκεντού, όπου εστάλη ιατρική ομάδα έρευνας για να μελετήσει την επιδείνωση των συμπτωμάτων του.
Μια πρώτη ομάδα δέκα ειδικών του ΠΟΥ, συμπεριλαμβανομένων επιδημιολόγων και ειδικών της κοινωνικής ανθρωπολογίας, βρίσκεται ήδη στην περιοχή και παρέχει υποστήριξη στις εθνικές υγειονομικές αρχές που εργάζονται για τη διενέργεια ενδελεχούς έρευνας το συντομότερο δυνατόν και για την εντατικοποίηση των επειγουσών παρεμβάσεων που αρχίζουν από την εκτίμηση των κινδύνων και την παρακολούθηση της νόσου, την κινητοποίηση της κοινότητας και τον έλεγχο και καταλήγουν στην κλινική φροντίδα, την καταπολέμηση της λοίμωξης και την παροχή υλικοτεχνικής υποστήριξης.
Επιπλέον, ενισχύεται η διασυνοριακή επιτήρηση ώστε να εντοπίζεται γρήγορα κάθε πιθανό κρούσμα. Οι γειτονικές χώρες βρίσκονται σε επιφυλακή.
Η νόσος του ιού Μάρμπουργκ μεταδίδεται στον άνθρωπο από φρουτοφάγες νυχτερίδες και εξαπλώνεται μεταξύ των ανθρώπων μέσω της άμεσης επαφής με τα σωματικά υγρά μολυσμένων ατόμων ή της επαφής με τις επιφάνειες και τα υλικά, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Η ασθένεια εκδηλώνεται ξαφνικά, με υψηλό πυρετό, έντονες κεφαλαλγίες και αδιαθεσία.
Τα ποσοστά θνητότητας ποίκιλλαν από 24% έως 88% σε προηγούμενες επιδημίες, ανάλογα με το στέλεχος του ιού και την διαχείριση των περιπτώσεων, αναφέρει επίσης ο ΠΟΥ.
Παρότι δεν υπάρχουν εγκεκριμένα εμβόλια ή αντιιικές αγωγές για τη θεραπεία του ιού, η ενυδάτωση από το στόμα ή ενδοφλεβίως και η θεραπεία συγκεκριμένων συμπτωμάτων βελτιώνουν τα ποσοστά επιβίωσης.