Τα παιδιά που υφίστανται συνεχή εκφοβισμό στο σχολείο, εμφανίζουν την πιο επιβαρυμένη υγεία τα επόμενα χρόνια, καθώς οι ψυχοσωματικές συνέπειες συσσωρεύονται διαχρονικά, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Η μελέτη δείχνει για πρώτη φορά ότι το συνεχώς επιδεινούμενο πρόβλημα του εκφοβισμού μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις για την ψυχική-νοητική και τη σωματική υγεία του παιδιού σε βάθος χρόνου και όχι μόνο βραχυπρόθεσμα, ιδίως αν το παιδί πέφτει συστηματικά θύμα λεκτικής και σωματικής βίας εκ μέρους άλλων παιδιών.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την κοινωνική ψυχολόγο Λόρα Μπόγκαρτ της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστόνης, που έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής «Pediatrics», σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, μελέτησαν σχεδόν 4.300 μαθητές δημοτικού και γυμνασίου και διαπίστωσαν ότι περίπου το 30% έπεφταν θύμα εκφοβισμού στο σχολείο (σπρωξιές, ξύλο, βρισιές κ.α.).
Η έρευνα (που δεν συμπεριέλαβε τον online εκφοβισμό στο διαδίκτυο) αξιολόγησε τη σωματική και ψυχική υγεία όλων των παιδιών και βρήκε ότι όσα ποτέ δεν είχαν υπάρξει θύματα εκφοβισμού, ήταν τα πιο υγιή από ψυχολογική άποψη. Όμως ακόμα και τα παιδιά που κάποτε πριν από πολλά χρόνια, είχαν γνωρίσει «στο πετσί τους» τον εκφοβισμό, αλλά όχι πρόσφατα, συνέχιζαν να εμφανίζουν ψυχικά τραύματα, αν και όχι στον ίδιο βαθμό με όσα παιδιά συνέχιζαν χωρίς διακοπή να βιώνουν τέτοια βία.
Τα παιδιά που ήταν θύματα συνεχούς εκφοβισμού σε όλες τις τάξεις του σχολείου, ήταν αυτά με τη μεγαλύτερη επιδείνωση της ψυχικής-νοητικής υγείας τους σε βάθος χρόνου, καθώς δεν ένιωθαν καλά με τον εαυτό τους, είχαν χαμηλή αυτοεκτίμηση και τάση για κατάθλιψη.
«Οι συνέπειες του εκφοβισμού μπορούν να δράσουν σαν χιονοστιβάδα με το πέρασμα του χρόνου», δήλωσε η Λόρα Μπόγκαρτ. Τα παιδιά που βιώνουν τον εκφοβισμό σε πάνω από μια τάξεις στο σχολείο, έχουν και τα πιο σοβαρά προβλήματα στο μέλλον. «Η έρευνα δικαιολογεί την άμεση και έγκαιρη παρέμβαση για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού», δήλωσε η Αμερικανίδα ψυχολόγος.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, το πρώτο βήμα για τους γονείς είναι μέσω του διαλόγου να καταφέρουν να πείσουν το παιδί τους να μιλήσει ανοιχτά για το πρόβλημά του. Οι γονείς επίσης πρέπει να έχουν το νου τους για τυχόν σωματικά σημάδια, όπως γρατζουνιές ή μώλωπες στο σώμα του παιδιού τους (ιδίως στα μικρότερης ηλικίας), καθώς και για ξαφνικές αλλαγές στη συμπεριφορά του, όπως να μη θέλει να πάει σχολείο, να δείχνει αγχωμένο, φοβισμένο ή λυπημένο.
Κατ’ εξοχήν ομάδα κινδύνου να πέσουν θύματα εκφοβισμού, είναι παιδιά παχύσαρκα, με κάποια κινητική ή άλλη αναπηρία, καθώς και τα ομοφυλόφιλα. Επίσης, τα συνεσταλμένα και εσωστρεφή παιδιά είναι πιο ευάλωτα.