Η ουσία φινγκολιμόδη πήρε πρόσφατα την έγκριση του αμερικανικού Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) ως θεραπεία πρώτης γραμμής για την καταπολέμηση της πολλαπλής σκλήρυνσης.
Μία διετής μελέτης φάσης ΙΙΙ κατέδειξε ότι η FTY720 (φινγκολιμόδη) μειώνει σημαντικά τις υποτροπές και επιβραδύνει την εξέλιξη της αναπηρίας, ενώ η καινοτομία της συγκεκριμένης θεραπείας είναι ότι αποτελεί την πρώτη από του στόματος θεραπεία καθώς δεν είναι ενέσιμη.
Η καθηγήτρια του Ινστιτούτου Καρολίνσκα της Σουηδίας, υπεύθυνη ανάπτυξης του φαρμάκου Δρ Πασκαλ Μπρουντιν αναφερόμενη στο προφίλ του νέου σκευάσματος, το οποίο περιέχει τη δραστική ουσία φινγκολιμόδη, υπογραμμίζει ότι «το φάρμακο ανήκει στην κατηγορία μιας νέας γενιάς θεραπειών που είναι οι αναστολείς των υποδοχέων S1P. Η βασική λειτουργία αυτών έγκειται στην κατακράτηση των λεμφοκυττάρων μέσα στους λεμφαδένες καθώς επίσης και στην δημιουργία δικλείδων ασφαλείας ώστε να μην κυκλοφορήσουν ελεύθερα στο υπόλοιπο αίμα περιορίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τις βλάβες που προκαλεί η ασθένεια. Η ένδειξή του συγκεκριμένου σκευάσματος αφορά σε ασθενείς με σκλήρυνση που έχουν κάνει υποτροπές».
Το νέο σκεύασμα, είναι μία κάψουλα, που χορηγείται μία φορά ημερησίως και σε οποιαδήποτε ώρα, ανεξάρτητα από την λήψη της τροφής, παρουσιάζοντας σπουδαία αποτελεσματικότητα σε απόλυτα νούμερα.
Ειδικότερα, οι μελέτες έδειξαν ότι μειώθηκε η εξέλιξη της αναπηρίας κατά 30% στους ασθενείς που ελάμβαναν τη φινγκολιμόδη σε διάστημα δύο ετών ενώ αναφορικά με τις υποτροπές υπάρχει και άλλη μελέτη που συγκρίνει τη νέα ουσία, με μία από τις υπάρχουσες θεραπείες, την ιντερφερόνη B-1α ενδομυϊκώς χορηγούμενη μια φορά τη βδομάδα και η οποία καταδεικνύει μείωση των υποτροπών κατά 52 % έναντι της ιντερφερόνης.
Από την άλλη, το γεγονός ότι η νέα θεραπεία χορηγείται πλέον σε μορφή χαπιού, την καθιστά περισσότερο φιλική στους ασθενείς καθώς οι μέχρι σήμερα θεραπείες ήταν όλες ενέσιμες και επώδυνες, δυσχεραίνοντας τη καθημερινότητα τους.
Το φάρμακο αναμένεται να κυκλοφορήσει στην Ευρώπη μέσα στο 2011 δεδομένης της έγκρισης που θα έχει λάβει από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων ενώ υπενθυμίζεται ότι στις ΗΠΑ έχει ήδη εγκριθεί ως φάρμακο πρώτης γραμμής.