Το συναίσθημα που είναι ιδιαίτερα επιβλαβές για τους ηλικιωμένους και δυνητικά αυξάνει τις φλεγμονές που μπορεί να οδηγήσουν σε χρόνιες ασθένειες, όπως καρδιαγγειακές νόσους, καρκίνους, αρθριτικά κ.α., είναι ο θυμός, σύμφωνα με μια νέα καναδική επιστημονική έρευνα.
Τα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύτηκαν από στο περιοδικό «Psychology and Aging» της Αμερικανικής Ένωσης Ψυχολογίας, δείχνουν ότι ο θυμός αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την εμφάνιση φλεγμονών και χρόνιων παθήσεων στις μεγαλύτερες ηλικίες, ενώ αντίθετα η θλίψη δεν φαίνεται να έχει τέτοια αποτελέσματα.
«Καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν, είναι όλο και πιο πιθανό να μην μπορούν να κάνουν τις δραστηριότητες που έκαναν στο παρελθόν. Παράλληλα αυξάνονται οι πιθανότητες να έρθουν αντιμέτωποι με τραυματικά γεγονότα της ζωής, όπως το θάνατο ενός συζύγου ή την έκπτωση των κινητικών τους δεξιοτήτων. Σε αυτά τα γεγονότα είναι πολύ πιθανό να αντιδρούν με θυμό, ο οποίος, ωστόσο, έχει πιο πολλές αρνητικές επιπτώσεις σε σχέση με τη θλίψη», δήλωσε η Μίγκαν Μπάρλοου, επικεφαλής της μελέτης, από το Πανεπιστήμιο Κονκόρντια.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα 226 ατόμων 59 έως 93 ετών από το Μόντρεαλ. Χώρισαν τους συμμετέχοντες σε δύο ομάδες, των νέων ηλικιωμένων (59-79) και των προχωρημένων ηλικιωμένων (άνω των 80), οι οποίοι απάντησαν σε σύντομα ερωτηματολόγια σχετικά με τα συναισθήματα θυμού και λύπης. Μετρήθηκε, επίσης, η φλεγμονή σε δείγματα αίματος και εξετάσθηκαν κατά πόσο είχαν χρόνιες ασθένειες λόγω ηλικίας.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, τα αποτελέσματα της μελέτης φανερώνουν ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στα επίπεδα του θυμού, στην εμφάνιση χρόνιων ασθενειών και στα υψηλά επίπεδα φλεγμονής, ένα εύρημα το οποίο επιβεβαιώθηκε μόνο για τους προχωρημένους ηλικιωμένους άνω των 80 ετών.
Η Μπάρλοου εξήγησε αυτό το εύρημα λέγοντας πως «για τους πιο νέους ο θυμός μπορεί να λειτουργήσει ως “καύσιμο”, ως τρόπος δηλαδή για να ανταπεξέλθουν με υγιή τρόπο στα προβλήματα της ζωής και ως κινητήριος δύναμη για να πετύχουν τους στόχους τους. Γίνεται όμως πρόβλημα μετά τα 80, όταν πολλές απώλειες είναι μη αναστρέψιμες και είναι δύσκολο να κάνουν τα πράγματα που έκαναν ως τότε».
Παράλληλα, οι επιπτώσεις αυτές στην υγεία δεν αφορούν τα συναισθήματα λύπης, καθώς αυτά φαίνεται να βοηθούν το άτομο να αποδεσμευτεί από τους στόχους που δεν είναι πλέον εφικτοί. Συνεπώς δεν είναι όλα τα αρνητικά συναισθήματα επιβλαβή, αντίθετα μπορεί να είναι επωφελή υπό ορισμένες συνθήκες.
Ο πρωτοποριακός χαρακτήρας της έρευνας έγκειται στο ότι κατανοώντας τα χρήσιμα και τα επιβλαβή συναισθήματα, μπορούμε να βοηθήσουμε τους ηλικιωμένους να αντιμετωπίσουν τις απώλειες τους με πιο υγιή τρόπο, μειώνοντας το θυμό τους.