Η χορήγηση αντιθρομβωτικών ουσιών αποτελεί τον βασικότερο τρόπο αντιμετώπισης των θρομβωτικών επεισοδίων, έτσι ώστε να προλάβουμε της επέκταση του ήδη σχηματισμένου θρόμβου ή τον σχηματισμό νέου θρόμβου ή ακόμα και της εμβολής. Οι πιο γνωστές φαρμακευτικές, αντιπηκτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται είναι η αντιαιμοπεταλιακές ουσίες (π.χ. η ασπιρίνη), η ηπαρίνη και τα παράγωγά της και τα κουμαρινικά αντιπηκτικά (Βαρφαρίνη και Sintrom). Από τις ουσίες αυτές τα κουμαρινικά αντιπηκτικά είναι αυτά που απαιτούν ειδικές διατροφικές οδηγίες, παράλληλα με την λήψη τους.
Κουμαρινικά αντιπηκτικά και διατροφή
Τα κουμαρινικά αναστέλλουν την παραγωγή και δράση της προθρομβίνης, που είναι υπεύθυνη για την πήξη του αίματος. Όταν η τιμή του χρόνου προθρομβίνης είναι υψηλός, το αντιπηκτικό αποτέλεσμα είναι μεγάλο, αυξάνοντας όμως τον κίνδυνο αιμορραγίας. Έτσι, όταν υπάρχει λήψη φαρμάκων, όπως το γνωστό Sintrom, πρέπει να ελέγχεται η πρόσληψη βιταμίνης Κ από την τροφή. Το Sintrom είναι ουσιαστικά ένα φάρμακο-ανταγωνιστής της βιταμίνης Κ και απαιτείται μια ισορροπημένη διατροφή, με σταθερή πρόσληψη καθημερινά της βιταμίνης μέσα από τις πηγές της. Αντιπηκτική αγωγή λαμβάνουν σε καθημερινή βάση, για ορισμένο διάστημα ή για όλη τους τη ζωή, ασθενείς με φλεβοθρόμβωση, με πνευμονική και αρτηριακή εμβολή, με αρτηριακή νόσο, έμφραγμα του μυοκαρδίου, αλλά και ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή, μεταλλική ή βιοπροσθετική βαλβίδα και κληρονομική θρομβοφιλία και θρομβωτικό επεισόδιο. Mε την αντιπηκτική αγωγή, ο ιατρός επιδιώκει να μειωθεί η ικανότητα του αίματος να πήζει, μειώνοντας τον κίνδυνο θρόμβωσης, αλλά και αιμορραγίας.
Η σημασία της δοσολογίας του φαρμάκου
Η δόση των φαρμάκων δεν είναι σταθερή και προκαθορισμένη, αλλά διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και κυρίως ανάλογα με την αιτία χορήγησής τους. Απαιτείται ένας πολύ τακτικός εργαστηριακός έλεγχος, ώστε να μετριέται ο δείκτης InR (διεθνές πηλίκο εξομάλυνσης) και να καθορίζεται έτσι η δόση του φαρμάκου στον κάθε ασθενή. Ο χρόνος προθρομβίνης (PT) και το INR είναι δύο πολύ σημνατικές εργαστηριακές εξετάσεις που λαμβάνουμε, μετρώντας τον χρόνο που απαιτείται για το σχηματισμό μιας θρόμβωσης. Σε ασθενείς που παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο δημιουργίας θρομβώσεων χορηγούνται κουμαρινικά αντιπηκτικά για να αυξηθεί ουσιαστικά ο χρόνος που απαιτείται για την δημιουργία τους. Ο θεράπων ιατρός πρέπει να μετράει περίπου σε μηνιαία βάση το λόγο INR/PT σε όσους παίρνουν κουμαρινικά αντιπηκτικά, για να μπορεί να ελέγχει αν αυτός παραμένει στα επιθυμητά επίπεδα. Κάθε φορά που θα τροποποιηθεί η δόση του αντιπηκτικού, ο ασθενής θα πρέπει να κάνει εργαστηριακό έλεγχο σε συχνά διαστήματα, γιατί αν ο ασθενής λαμβάνει μεγαλύτερη δόση προκαλείται αύξηση του InR και εμφανίζεται έντονη τάση για αιμορραγία, όπου το μοναδικό «αντίδοτο» είναι η βιταμίνη Κ (σε ενέσιμη μορφή), ώστε να επανέλθει η πηκτικότητα στα φυσιολογικά επίπεδα.
Ανιπηκτικά και διατροφή
Όταν υπάρχει λοιπόν λήψη αντιπηκτικού φαρμάκου από την κατηγορία των κουμαρινικών, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη δίαιτα και ειδικά σε τρόφιμα που αποτελούν πηγές-πλούσιες ή φτωχές- της βιταμίνης Κ. Οι τροφές που αποτελούν πλούσιες πηγές βιταμίνης Κ, όπως το μπρόκολο, το λάχανο, το λαχανάκι Βρυξελλών, κάποια πράσινα φυλλώδη λαχανικά (αντίδια, βλίτα, σπανάκι, μαρούλι κ.ά.), η σόγια, τα κάστανα, τα αμύγδαλα, η σοκολάτα, το χοιρινό συκώτι δε θα πρέπει να αποκλείονται από το συνολικό διαiτολόγιο. Αντίθετα, θα πρέπει να περιλαμβάνονται στο διαιτολόγιο των ασθενών, σε ορισμένες ποσότητες, με κανονικό ρυθμό και σε ενεαλλαγή με τρόφιμα που αποτελούν φτωχότερες πηγές της βιταμίνης Κ, όπως το ελαιόλαδο, το αγγούρι, το ρύζι, το μοσχαρίσιο συκώτι, τα bran flakes, το κουνουπίδι, τα βερίκοκα, το κάρδαμο, οι πατάτες, τα σπαράγγια, το σταφύλι, το αβοκάντο και το ροδάκινο.
Είναι σημαντικό δηλαδή:
να δοθούν οδηγίες, ώστε να μην υπάρχουν πολύ μεγάλες διακυμάνσεις στην πρόσληψη βιταμίνης Κ από μέρα σε μέρα, έχοντας μια σταθερή πρόσληψη καθημερινά από τα παραπάνω τρόφιμα.
Για πρακτικούς λόγους κατανόησης, συστήνεται να δίνεται η γενική οδηγία για μείωση της κατανάλωσης τροφών που θεωρούνται «υψηλά» σε περιεκτικότητα σε βιταμίνη Κ σε όχι περισσότερα από 1 μερίδα την ημέρα και για μείωση της κατανάλωσης τροφών που θεωρούνται «μέτρια υψηλά» σε περιεκτικότητα σε βιταμίνη Κ σε όχι περισσότερα από 3 μερίδες την ημέρα.
Επίσης, είναι σημαντικό να αποφεύγονται οι μεγάλες διακυμάνσεις στην πρόσληψη αλκοόλ. Ο ιδανικός ασθενής θα πρέπει να καταναλώνει μόνο μικρές ποσότητες ή και καθόλου, οινοπνεύματος.
Πηγή: mednutrition.gr