Το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών θα μείνει χαραγμένο στη μνήμη μας για πολλές δεκαετίες, εξαιτίας του γεγονότος ότι συνέβη εντός της επικράτειας (αν είχε συμβεί π.χ. στην Κίνα θα το είχαμε ξεχάσει μετά από λίγα εικοσιτετράωρα), είχε υπερβολικά μεγάλο αριθμό θυμάτων, ανέκυψαν απ’ αυτό πολλά ανθρώπινα δράματα και παρουσιάζει μια σειρά από ιδιαιτερότητες. Εντυπώθηκε επίσης έντονα γιατί απλούστατα στη θέση των θυμάτων θα μπορούσαμε να είμαστε όλοι εμείς.
Η μετωπική σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών πλησίον του οικισμού Ευαγγελισμού Λάρισας στις 23:20 το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες που έχουν συμβεί στην Ελλάδα.
Ποιες είναι όμως οι προηγούμενες, που στο άκουσμα και μόνο του ονόματος ενός πλοίου, μιας αεροπορικής εταιρείας ή μιας περιοχής που συνέβη το δραματικό γεγονός μας κάνει να τις ανακαλούμε;
Το πλοίο «Εξπρές Σάμινα» βυθίζεται λίγο έξω από το λιμάνι της Πάρου με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 81 άτομα
Βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου 2000 το επιβατηγό πλοίο «Εξπρές Σάμινα» αναχωρεί από τον Πειραιά για τις Κυκλάδες με 533 άτομα, εκ των οποίων οι 472 ήταν επιβάτες και τα υπόλοιπα 61 άτομα πλήρωμα.
Στις 22:12 ετοιμάζεται να προσεγγίσει το λιμάνι της Πάρου υπό άσχημες καιρικές συνθήκες. Στη θάλασσα πνέουν άνεμοι εντάσεως 8 μποφόρ. Τρία λεπτά αργότερα το «Σάμινα» προσκρούει με ταχύτητα 18 κόμβων στις νησίδες Πόρτες, πολύ κοντά στο λιμάνι, με συνέπεια το σκαρί να υποστεί ρήγμα στα δεξιά ύφαλα, μήκους περίπου τριών μέτρων. Το νερό μπαίνει με ορμή στο μηχανοστάσιο και το πλοίο αρχίζει να παίρνει επικίνδυνα κλίση. Ήταν θέμα λεπτών να βυθιστεί.
Στα καταστρώματα επικράτησε πανικός που εντάθηκε εξαιτίας της συσκότισης από την ηλεκτρική βλάβη καθώς δεν λειτούργησε ούτε η εφεδρική ηλεκτρογεννήτρια. Οπότε δεν ακούστηκε η σειρήνα έκτακτης ανάγκης και ούτε υπήρξε σχετική ενημέρωση από τα μεγάφωνα.
Αρχικά το περιστατικό στο θάλαμο επιχειρήσεων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας (ΥΕΝ) δεν εμπνέει ιδιαίτερη ανησυχία, παρά το γεγονός ότι οι επιβάτες μιλούν μέσω των κινητών τηλεφώνων τους στα κανάλια δίνοντας μια διαφορετική εικόνα.
Μετά από αρκετή ώρα το Λιμεναρχείο Πάρου διατάσσει όλα τα παραπλέοντα σκάφη να σπεύσουν στον τόπο του ναυαγίου με πρώτους να φτάνουν στο σημείο οι ψαράδες. Αρκετά από τα θύματα δεν πνίγηκαν αλλά κομματιάστηκαν στα μυτερά βράχια, καθώς τα κύματα τους έσπρωχναν προς τα εκεί με ορμή.
Συνολικά έχασαν τη ζωή τους 81 άτομα ενώ τη ζωή του έχασε και ο υπολιμενάρχης Πάρου Δημήτρης Μάλαμας, καθώς υπέστη καρδιακή προσβολή από την ένταση των στιγμών και την πίεση στην προσπάθεια να διασωθούν οι ναυαγοί.
Μετά από πολύμηνη έρευνα οι πραγματογνώμονες ανέφεραν στην έκθεσή τους ότι:
- Οι χειρισμοί του πληρώματος φυλακής γέφυρας ακόμη και λίγα λεπτά πριν τη πρόσκρουση ήταν ανεπαρκείς. Περίπου 15 λεπτά πριν την πρόσκρουση, το πλοίο κατά παράβαση των κανόνων ασφαλούς πλοήγησης, σε συνδυασμό με τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν, και εκτός ελέγχου της πραγματικής του θέσης, έπλεε με χρήση αυτόματου πιλότου (autopilot). Υπήρχαν μάλιστα αναφορές ότι οι ιθύνοντες παρακολουθούσαν εκείνη την ώρα ποδοσφαιρικό αγώνα στην τηλεόραση.
- Κατά παράβαση του πιστοποιητικού ασφαλείας, οι υδατοστεγείς πόρτες ήταν όλες ανοιχτές ενώ θα έπρεπε να ήταν ερμητικά κλειστές, με ευθύνη του πλοιάρχου και του υποπλοιάρχου.
- Οι αξιωματικοί του μηχανοστασίου μετά την πρόσκρουση δεν ειδοποίησαν έγκαιρα τον πλοίαρχο και τον υποπλοίαρχο για την ύπαρξη ρήγματος, παραλείποντας να κλείσουν τις υδατοστεγείς πόρτες στις 3 από τις 11 με αποτέλεσμα την ταχεία κατάκλυση υδάτων στο εσωτερικό του σκάφους.
- Πολλά σωσίβια δεν ήταν εφοδιασμένα με λαμπτήρες σήμανσης και δεν διέθεταν σφυρίχτρες.
- Παράλειψη διαβίβασης στίγματος του ναυαγίου, με αποτέλεσμα τη δυσχέρεια των ενεργειών έρευνας και διάσωσης με ευθύνη του πλοιάρχου και του ασυρματιστή του πλοίου – αν και ο ασυρματιστής ισχυρίστηκε πως από την πρώτη στιγμή έδωσε το στίγμα μέσω του «Ολύμπια Ράδιο» και του «Καναλιού 4».
Υπό το βάρος της τραγωδίας, ο 55χρονος εφοπλιστής και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Minoan Flying Dolphins και Hellas Ferries που ανήκε το πλοίο, Παντελής Σφηνιάς, αυτοκτόνησε το πρωί της 29ης Νοεμβρίου 2000 πέφτοντας από τον 6ο όροφο του κτιρίου της εταιρείας, στην ακτή Κονδύλη, στον Πειραιά.
Η νταλίκα που «θέρισε» στην κοιλάδα των Τεμπών 21 μαθητές λυκείου από το Μακροχώρι Ημαθίας
Ήταν 13 Απριλίου του 2003 όταν 21 μαθητές από το Α’ λύκειο Μακροχωρίου Ημαθίας έχασαν τη ζωή τους σε ένα φρικτό αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Τα παιδιά επέστρεφαν όλο χαρά από τριήμερη εκδρομή στην Αθήνα όταν γύρω στις 19:30 το βράδυ το πούλμαν τους βρέθηκε στα Τέμπη.
Στο 386ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Αθηνών – Θεσσαλονίκης μια νταλίκα – ρυμουλκό που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση του στενού δρόμου φορτωμένη με νοβοπάν και μελαμίνες, ξέφυγε από την πορεία της λόγω μετατόπισης φορτίου και συγκρούστηκε πλαγιομετωπικά με το πούλμαν.
Τα νοβοπάν θέρισαν όλη την αριστερή πλευρά του λεωφορείου, διαμελίζοντας τα παιδιά. Επί τόπου έχασαν τη ζωή τους και οι 21 μαθητές ενώ τραυματίστηκαν άλλοι 9.
Τα σωστικά συνεργεία που έσπευσαν στην περιοχή χρειάστηκαν πάνω από 2 ώρες για να απεγκλωβίσουν νεκρούς και τραυματίες.
Οι φωτογραφίες από το δυστύχημα είναι αποτρόπαιες. Το λεωφορείο είχε διαλυθεί ολοσχερώς.
Τα αίτια του συμβάντος δεν αναλύθηκαν ποτέ λεπτομερώς. O oδηγός της νταλίκας βρισκόταν στο τιμόνι έξι ώρες χωρίς διάλειμμα και τα ελαστικά του δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Από την άλλη, το πούλμαν των μαθητών είχε κριθεί ακατάλληλο λόγω παλαιότητας και θα έπρεπε να είχε αποσυρθεί τουλάχιστον τρεις μήνες νωρίτερα.
Η δίκη έγινε τον Οκτώβριο 2008. Ο οδηγός του λεωφορείου αθωώθηκε ενώ ο οδηγός της νταλίκας καταδικάστηκε σε κάθειρξη 15 ετών. Οι ιδιοκτήτες της νταλίκας αλλά και του εργοστασίου νοβοπάν, καταδικάστηκαν από 4 μέχρι 14 χρόνια. Η εταιρεία κατέβαλλε επίσης ως αποζημίωση, το ποσό των 8.500.000 ευρώ στις οικογένειες των θυμάτων.
Αεροσκάφος της κυπριακής εταιρείας Helios Airways με 121 επιβαίνοντες πέφτει στο Γραμματικό
Ήταν ανήμερα Δεκαπενταύγουστου του 2005, ώρα 12: 03 το μεσημέρι, όταν το αεροσκάφος τύπου Boeing 737 της εταιρείας κυπριακών αερογραμμών Helios Airways συνετρίβη σε λοφώδη περιοχή δίπλα στο Γραμματικό Αττικής. Όλοι οι επιβαίνοντες, 115 επιβάτες και 6 μέλη του πληρώματος έχασαν τη ζωή τους.
Το αεροπλάνο είχε ξεκινήσει από τη Λάρνακα με προορισμό την Πράγα και ενδιάμεση στάση τον εθνικό αερολιμένα Ελευθέριος Βενιζέλος. Λίγα λεπτά μετά την απογείωση από την Κύπρο υπήρξε ταχεία αποσυμπίεση της καμπίνας που προκάλεσε τη λιποθυμία των επιβαινόντων.
Τέθηκε σε λειτουργία ο αυτόματος πιλότος και όλοι μέσα στην καμπίνα είχαν χάσει τις αισθήσεις τους εκτός από τον αεροσυνοδό Ανδρέα Προδρόμου που με τις ελάχιστες γνώσεις πλοήγησης που είχε, επιχείρησε να αναλάβει τον έλεγχο.
Από τη στιγμή όμως που δεν υπήρχε επικοινωνία του αεροσκάφους με τον πύργο ελέγχου της Αθήνας, αμέσως απογειώθηκαν από τη Νέα Αγχίαλο δύο μαχητικά F-16 προκειμένου να δουν τι μπορεί να έχει συμβεί. Οι πιλότοι της Πολεμικής Αεροπορίας διαπιστώνουν ότι ο χειριστής του Helios ήταν πεσμένος στο πιλοτήριο και ο κυβερνήτης έλειπε από τη θέση του. Στη δε καμπίνα των επιβατών, είχαν πέσει οι μάσκες οξυγόνου. Είδαν επίσης τον αεροσυνοδό Προδρόμου να προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο. Τα καύσιμα αρχίζουν να εξαντλούνται.
Το αεροσκάφος θα πέσει στο Γραμματικό, αρκετά κοντά δηλαδή στον διεθνή αερολιμένα της Αθήνας. Εκείνη την εποχή υπήρχαν αναφορές πως τα μαχητικά αφού δεν είχαν άλλη λύση, προσπάθησαν να ρίξουν το επιβατικό αεροσκάφος στη συγκεκριμένη ορεινή περιοχή γιατί εάν έπεφτε στον αστικό ιστό, τα θύματα μπορεί να ήταν και χιλιάδες.
Η φονική πυρκαγιά στο Μάτι που απανθράκωσε 102 άτομα
Στις 23 Ιουλίου 2018, δύο μεγάλες πυρκαγιές ξεσπούν στην Αττική. Η πρώτη στην Κινέτα γύρω στις 12 το μεσημέρι και η δεύτερη στην άλλη άκρη του λεκανοπεδίου, στο Νταού Πεντέλης, στις 16:41. Αρχικά οι πυροσβεστικές δυνάμεις σπεύδουν στην πρώτη καθώς σε μικρή απόσταση βρίσκονται τα διυλιστήρια και εάν η φωτιά έφθανε εκεί, θα ισοπεδωνόταν από τις εκρήξεις των δεξαμενών καυσίμων μια τεράστια έκταση.
Ο μεγάλος κίνδυνος όμως όπως αποδείχθηκε ήταν αλλού. Η πυρκαγιά της Πεντέλης είχε επεκταθεί στον Νέο Βουτζά και έμπαινε στο Μάτι, έναν γραφικό παραθεριστικό οικισμό στα διοικητικά όρια της δημοτικής ενότητας Νέας Μάκρης. Εκεί θα συμβεί το μεγάλο κακό αφού μέσα σε ελάχιστες ώρες θα απανθρακωθούν 103 άνθρωποι, αποτελώντας τη φονικότερη πυρκαγιά στη νεότερη ελληνική ιστορία.
Οι φλόγες στην αρχή κινούνταν με φυσιολογικούς ρυθμούς προς την περιοχή του Διονύσου, καίγοντας χαμηλή βλάστηση, με αποτέλεσμα να μην προβλεφθεί ο τεράστιος κίνδυνος που επερχόταν.
Γύρω στις 17:10 το απόγευμα όμως, ο άνεμος ισχυροποιήθηκε απότομα και άλλαξε κατεύθυνση προς τα ανατολικά, με αποτέλεσμα η πυρκαγιά να βγει γρήγορα εκτός ελέγχου και ν’ αρχίσει να κινείται με ταχείς ρυθμούς.
Οι ριπές ανέμου στο βουνό έφτασαν ως και τα 124 χιλιόμετρα την ώρα που σε συνδυασμό και με υψηλές θερμοκρασίες, κοντά στους 40 °C, διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο.
Όπως επεσήμαναν οι επιστήμονες, καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση του ανέμου έπαιξε η τοπογραφία και το μικροκλίμα της περιοχής, που ευθύνονται για τη δημιουργία ισχυρών καταβατικών ανέμων κατά μήκος του παραλιακού μετώπου από τη Ραφήνα μέχρι τη Νέα Μάκρη.
Η φωτιά σταμάτησε μόνο όταν έφθασε στη θάλασσα, γύρω στις 18:15, κι αφού είχε σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά της.
Η κυβέρνηση απέδωσε τα αίτια της τραγωδίας πρωτίστως στις ακραίες καιρικές συνθήκες και στην άναρχη πολεοδομία της περιοχής που δυσκόλευσε την εκκένωση, ενώ η αντιπολίτευση άσκησε έντονη κριτική στους υπεύθυνους από την πλευρά στης κυβέρνησης για ανεπαρκείς χειρισμούς αλλά και για το γεγονός ότι γνώριζαν από νωρίς ότι υπήρχαν πολλά θύματα και δεν το δημοσιοποίησαν.
«SOS από «Ηράκλειον», βυθιζόμαστε»! Μέσα σε 13 λεπτά πνίγηκαν 241 επιβαίνοντες ανοικτά της Φαλκονέρας
Στις 19:30 το απόγευμα της 7ης Δεκεμβρίου 1966 το επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο «Ηράκλειον» απέπλευσε από το λιμάνι της Σούδας με μισή ώρα καθυστέρηση, μεταφέροντας 206 επιβάτες, 70 μέλη του πληρώματος και 17 φορτηγά στον Πειραιά.
Η κακοκαιρία που υπήρχε στο Κρητικό πέλαγος ανάγκασε το Λιμεναρχείο να απαγορεύσει τον απόπλου των μικρών σκαφών, αλλά τα αναμενόμενα, στο ανοιχτό πέλαγος, 5 ή 6 μποφόρ, δεν θεωρήθηκαν επικίνδυνα για το 19.000 τόνων πλοίο. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, το καράβι έπλεε στο Μυρτώο Πέλαγος μέσα σε υψηλό κυματισμό και συνεχείς διατοιχισμούς (πλευρικές ταλαντώσεις) καθώς η ένταση των ανέμων αυξήθηκε σε 8 μποφόρ.
Οι επιβάτες άρχισαν να ξυπνάνε στις καμπίνες τους και τα παιδιά να κλαίνε. Τα αυτοκίνητα μετακινήθηκαν και στο γκαράζ άρχισαν να μπαίνουν νερά. Στις δύο το πρωί κι ενώ το «Ηράκλειον» βρισκόταν 6 μίλια βορειοανατολικά της Φαλκονέρας, εξαιτίας των συνεχών κλυδωνισμών ασφαλίστηκε από το γκαράζ ένα μεγάλο φορτηγό με πορτοκάλια, το οποίο χτύπησε με φόρα στην μπουκαπόρτα. Κάποιος ναύτης έτρεξε να ειδοποιήσει τον οδηγό να πάει να το ασφαλίσει. Δεν πρόλαβε όμως.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ο καταπέλτης άνοιξε σταδιακά από τις παλινδρομικές προσκρούσεις του φορτηγού, γεγονός που επιβεβαιώνει τις υποθέσεις ότι δεν είχε ασφαλισθεί σταθερά με τους 6 πείρους που διέθετε. Ο. καταπέλτης υποχώρησε και το φορτηγό έπεσε στη θάλασσα. Τα ύδατα άρχισαν να μπαίνουν ασταμάτητα στο πλοίο.
Στις 02.06 το πρωί ο ασυρματιστής εξέπεμψε το πρώτο αγωνιώδες SOS. Το πλοίο έγερνε και άρχισε να βυθίζεται. Ώρα 2:13, μόλις 8 λεπτά από το πρώτο σήμα κινδύνου, εκπέμπεται για τελευταία φορά σήμα: «SOS από «Ηράκλειον», βυθιζόμαστε»!
Το υποτυπώδες τότε τμήμα επικοινωνιών του Υπουργείου Ναυτιλίας εις μάτην προσπαθούσε να αναζητήσει πλοία στη γύρω περιοχή του ναυαγίου. Τα μηνύματα από τα πρώτα καράβια που κατέπλευσαν στον τόπο της τραγωδίας, στις… 8:30 το πρωί, ήταν αποκαρδιωτικά.
Υπολογίζεται ότι μέσα στα 13 πρώτα λεπτά από τη βύθιση του πλοίου, είχαν πνιγεί 241 επιβαίνοντες.
Η Μάνδρα «βουλιάζει» από τις πλημμύρες με αποτέλεσμα να χαθούν 24 άνθρωποι
Κατά τις πρωινές ώρες της 15ης Νοεμβρίου του 2017, μετά από έντονη βροχόπτωση που οφειλόταν στο βαρομετρικό χαμηλό ονόματι «Ευρυδίκη», εκδηλώθηκαν πλημμυρικά φαινόμενα στη Δυτική Αττική που έπληξαν κυρίως τη Μάνδρα, τη Νέα Πέραμο, τη Μαγούλα και την Ελευσίνα. Από τις πλημμύρες έχασαν τη ζωή τους 24 άνθρωποι και προκλήθηκαν μεγάλες υλικές καταστροφές. Όλοι οι νεκροί βρίσκονταν στη Μάνδρα πλην ενός που εντοπίστηκε στη Νέα Πέραμο (θέση Νεράκι).
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η βροχή που έπεσε στην περιοχή ήταν μεν έντονη, αλλά δεν μπορεί να δικαιολογήσει το μέγεθος της καταστροφής. «Έπεσαν κοντά στα 20 χιλιοστά βροχής. Εκείνες τις ώρες σε άλλες περιοχές της Αττικής έβρεξε περισσότερο», ανέφερε εκείνη την εποχή ο μετεωρολόγος Γιώργος Εμμανουήλ. Το φαινόμενο που προκάλεσε το χάος ονομάζεται «αιφνίδια πλημμύρα».
Ειδικότερα, η βροχή που έπεσε στο όρος Πατέρα, πάνω από τις περιοχές που επλήγησαν και μέσω της λεκάνης απορροής, κατέληξαν εντός των κατοικημένων περιοχών. Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα έφτασαν τεράστιες ποσότητες νερού που έπνιξαν τις περιοχές. Κατά τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, οι ξαφνικές ή αιφνίδιες πλημμύρες, με κύριο χαρακτηριστικό την ταχεία εξέλιξή τους, είναι το πιο συνηθισμένο είδος πλημμύρας στην Ελλάδα λόγω της ιδιόμορφης γεωμορφολογίας της χώρας μας η οποία συμβάλλει στην ανάπτυξη μεγάλου αριθμού ρεμάτων με μικρές σχετικά λεκάνες απορροής, στις οποίες κυριαρχούν οι έντονες κλίσεις που συντελούν στη γρήγορη αποστράγγισή τους.
Η μοιραία σύγκρουση των αμαξοστοιχιών στο Δερβένι λίγες ώρες μετά το δημοψήφισμα του 1968
Τη Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 1968, ξεκίνησαν με μιάμιση ώρα διαφορά δύο αμαξοστοιχίες από την Κυπαρισσία για την Αθήνα. Η κάθε μια μετέφερε περίπου 2.500 επιβάτες. Οι περισσότεροι είχαν πάει στον τόπο καταγωγής τους προκειμένου να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα της προηγούμενης ημέρας που είχε διενεργήσει η Χούντα για το νέο σχέδιο Συντάγματος.
Στις 15:15 το μεσημέρι, η πρώτη αμαξοστοιχία (υπ’ αριθμόν 304), αναχώρησε από την Πάτρα και στις 18:20 περίπου βρισκόταν ένα χιλιόμετρο μετά το Δερβένι Κορινθίας. Η αμαξοστοιχία αυτή ήταν ταχεία αλλά σταματούσε σε όλους τους σταθμούς.
Η δεύτερη αμαξοστοιχία (υπ’ αριθμόν 306), ξεκίνησε από την Πάτρα στις 16:24. Επρόκειτο για υπερταχεία, η οποία σταματούσε μόνο στους μεγάλους σταθμούς. Ενώ λοιπόν η 304 βρισκόταν κοντά στο Δερβένι, ξαφνικά κάποια ή κάποιος τράβηξε τον μοχλό του σήματος κινδύνου (ποτέ δεν ξεκαθαρίστηκε ποιος τον τράβηξε και για ποιον λόγο, αν και ακούστηκαν πολλά σενάρια εκείνη την εποχή). Ο μηχανοδηγός ελάττωσε ταχύτητα και το τρένο ακινητοποιήθηκε. Οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι κατέβηκαν και αφού τοποθέτησαν προειδοποιητικό σήμα στο πίσω μέρος του τρένου, για να ενημερώσουν τον μηχανοδηγό της 306, προσπάθησαν να δουν τι ακριβώς είχε γίνει με το σήμα κινδύνου.
Στο μεταξύ, η αμαξοστοιχία 306 πλησίαζε. Μαζί με τον μηχανοδηγό και τον βοηθό του στον χώρο της μηχανής βρισκόταν ακόμα ένας μηχανοδηγός, που είχε ανεβεί στην Πάτρα, και ο οποίος, αν και αδειούχος, ανέλαβε να οδηγήσει το τρένο για να ξεκουράσει τον συνάδελφό του, καθώς και ακόμα ένας σιδηροδρομικός. Όταν αντιλήφθηκαν το προπορευόμενο σταματημένο τρένο, ήταν αργά.
Η μηχανή της 306 έπεσε πάνω στο τελευταίο βαγόνι της 304, το οποίο μεταβλήθηκε σε μια άμορφη μάζα, ενώ ακόμα τρία βαγόνια εκτροχιάστηκαν. Ο τραγικός απολογισμός ήταν 34 νεκροί και περισσότεροι από 150 τραυματίες.
Ο «ελληνικός Τιτανικός»: Το ατμόπλοιο «Χειμάρρα» στέλνει στο βυθό 383 ανθρώπους
Υπήρξε το χειρότερο και πιο πολύνεκρο ναυτικό δυστύχημα στην ελληνική ιστορία.
Το ατμόπλοιο «Χειμάρρα» απέπλευσε στις 08:30 το πρωί της 18ης Ιανουαρίου 1947 από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης για τον Πειραιά με 544 επιβάτες και 86 άνδρες πλήρωμα. Στις 04:10 το πρωί της 19ης Ιανουαρίου το σκαρί βρισκόταν στον νότιο Ευβοϊκό όταν λόγω της πυκνής ομίχλης προσέκρουσε στις βραχονησίδες «Βερδούγια» (μεταξύ Νέων Στύρων και Αγίας Μαρίνας). Από την πρόσκρουση προκλήθηκε εισροή υδάτων και παρουσιάστηκε σοβαρό πρόβλημα στο πηδάλιο του πλοίου με αποτέλεσμα να μείνει ακυβέρνητο. Επικράτησε μεγάλος πανικός.
Μπορεί το «Χειμάρρα» να βυθίστηκε μιάμιση ώρα αργότερα και σε απόσταση μόλις ενός μιλίου από την Αγία Μαρίνα, ωστόσο η εγκατάλειψη ήταν άτακτη. Το δε ψύχος ιδιαίτερα δριμύ και τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα παρέσυραν όσους έπεφταν στη θάλασσα. Αποτέλεσμα ήταν να χάσουν τη ζωή τους τουλάχιστον 383 άνθρωποι, ανάμεσά τους πολλά γυναικόπαιδα, πολιτικοί κρατούμενοι και χωροφύλακες συνοδοί.
Στη δίκη που ακολούθησε, ο δεύτερος πλοίαρχος Μπέρτολς, που ήταν βάρδια την ώρα του ναυαγίου, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 20 μηνών και ο πλοίαρχος Μπελέσης σε φυλάκιση 15 μηνών με αναστολή. Για την απώλεια του πλοίου το Ελληνικό Δημόσιο εισέπραξε από την ασφάλεια 70.000 λίρες Αγγλίας. Το συγκεκριμένο ναυάγιο, λόγω των πολλών θυμάτων του, έχει χαρακτηριστεί ως ο «ελληνικός Τιτανικός».
Το μοιραίο Γιάκοβλεφ και η διπλή αεροπορική τραγωδία του Δεκεμβρίου 1997
Τον Δεκέμβριο του 1997, ένα ουκρανικό επιβατικό αεροπλάνο προερχόμενο από το Κίεβο κατέπεσε στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους όλοι οι επιβαίνοντες. Η τραγωδία όμως δεν σταματά εδώ, καθώς ένα μεταγωγικό C-130 της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, που επρόκειτο να συμμετάσχει στις έρευνες εντοπισμού του Γιάκοβλεφ, συνετρίβη στα σύνορα Αττικής και Βοιωτίας. Από τα δύο αεροπορικά δυστυχήματα θα ανασυρθούν νεκροί συνολικά 75 άνθρωποι.
Όλα άρχισαν το μεσημέρι της 17ης Δεκεμβρίου 1997, όταν από το αεροδρόμιο Μπόρισπιλ του Κιέβου απογειώθηκε ένα Boeing 737 της ουκρανικής αεροπορικής εταιρείας «Αεροσβίτ» με προορισμό τη Θεσσαλονίκη και ενδιάμεσο σταθμό την Οδησσό. Όμως, κατά τη διάρκεια του πρώτου σκέλους της πτήσης 241, το αεροπλάνο παρουσίασε μηχανικό πρόβλημα και στην Οδησσό αντικαταστάθηκε από ένα άλλο αεροπλάνο τύπου Γιάκοβλεφ (Yak-42), ρωσικής κατασκευής. Πράγματι, το αεροπλάνο απογειώθηκε αργά το απόγευμα με 62 επιβάτες (34 Έλληνες, 24 Ουκρανούς, 2 Πολωνούς κι ένα Γερμανό) και οκταμελές πλήρωμα. Στη Θεσσαλονίκη θα φθάσει γύρω στις 21:00 το βράδυ. Επιχειρούν να το προσγειώσουν αλλά δεν τα καταφέρνουν, Από τον πύργο ελέγχου συστήνουν στο αεροσκάφος να κατευθυνθεί βόρεια προκειμένου να επιχειρήσει νέα προσγείωση. Οι πιλότοι όμως δεν γνωρίζουν αγγλικά και μπερδεύονται. Κινούνται δυτικά – νοτιοδυτικά και χάνονται από τα ραντάρ. Πολύ γρήγορα ξεκινά επιχείρηση διάσωσης. Αρχικά το αναζητούν κοντά στην οροσειρά του Ολύμπου, αλλά δεν βρίσκουν ούτε ίχνος του. Ταυτόχρονα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού το αναζητούν στην θαλάσσια περιοχή ανοικτά της Χαλκιδικής και πάλι χωρίς αποτέλεσμα. Οι μέρες περνούν και το αεροσκάφος είναι εξαφανισμένο.
Θα εντοπιστεί τελικά το πρωινό της 20ής Δεκεμβρίου, καθώς είχε συντριβεί στα Πιέρια Όρη, σε ύψος 1.006 μέτρων, κοντά στην κορυφή «Πέντε Πύργοι» (45 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Θεσσαλονίκης(. Τα συντρίμμια ήταν θαμμένα μέσα στο χιόνι. Και οι 70 επιβαίνοντες ήταν νεκροί. Λίγες ώρες νωρίτερα, κατά τη διάρκεια των ερευνών, ένα μεταγωγικό C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας είχε προσκρούσει στο όρος Πάστρα, στα σύνορα Αττικής και Βοιωτίας, με αποτέλεσμα να βρουν τραγικό θάνατο και τα πέντε μέλη του πληρώματός του. Το αεροσκάφος μετέβαινε στην Τανάγρα για να παραλάβει καταδρομείς, οι οποίοι θα έπαιρναν μέρος στις έρευνες για τον εντοπισμό του Γιάκοβλεφ.
Η μοιραία προσπέραση του λεωφορείου με τους οπαδούς του ΠΑΟΚ στα Τέμπη
Η 4η Οκτωβρίου 1999 είναι βαθιά χαραγμένη στη μνήμη των φιλάθλων του ΠΑΟΚ αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας. Η ομάδα της Θεσσαλονίκης είχε αποσπάσει ισοπαλία στο Ολυμπιακό Στάδιο από τον Παναθηναϊκό και οι οπαδοί του δικεφάλου που είχαν μεταβεί στην Αθήνα για να παρακολουθήσουν τον αγώνα, επέστρεφαν στη συμπρωτεύουσα οδικώς, ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Περίπου δύο χιλιόμετρα πριν από τα Τέμπη το διώροφο λεωφορείο που είχε μισθώσει το Σωματείο Φιλάθλων ΠΑΟΚ Κορδελιού επιχειρεί να προσπεράσει προπορευόμενο όχημα.
Η κίνηση αυτή αποδείχθηκε μοιραία καθώς από το αντίθετο ρεύμα ερχόταν φορτηγό που είχε κατεύθυνση προς τη Λάρισα. Αποτέλεσμα ήταν το λεωφορείο να ανατραπεί και να πέσει σε χαράδρα οκτώ μέτρων.
Από τα συντρίμμια ανασύρθηκαν νεκροί οι Χαράλαμπος Ζαπουνίδης (20 ετών), Δημήτριος Ανδρεαδάκης (25 ετών), Χριστίνα Τζιόβα (18 ετών), Αναστάσιος Θέμελης (22 ετών), Γεώργιος Γκανάτσιος (22 ετών), Κυριάκος Λαζαρίδης (17 ετών), όλοι τους μέλη του Σ.Φ. ΠΑΟΚ Κορδελιού που επέβαιναν στο μοιραίο πούλμαν, όπως επίσης και ο οδηγός του φορτηγού, Αστέριος Αγκζιώτης (68 ετών). Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν για το περιστατικό, λίγη ώρα πριν το δυστύχημα, το λεωφορείο είχε κάνει στάση στο Βελεστίνο. Εκεί αποβιβάστηκαν κάποιοι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ και σύμφωνα με τις μαρτυρίες στο τιμόνι βρέθηκε ο 19χρονος γιος του ιδιοκτήτη του λεωφορείου.
Νεκροί και τραυματίες μεταφέρονται στο νοσοκομείο της Λάρισας, όπου εκτυλίσσονται ανατριχιαστικές στιγμές με τους συγγενείς και φίλους των παιδιών να αναζητούν τους δικούς τους ανθρώπους. Δυστυχώς επτά οικογένειες (συμπεριλαμβανομένης και αυτής του οδηγού του φορτηγού) ενημερώθηκαν ότι τα αγαπημένα τους πρόσωπα είχαν σκοτωθεί. Όπως χαρακτηριστικά έχει αναφέρει σε ανακοίνωσή της η ΠΑΕ ΠΑΟΚ: «Η μοίρα που ορίζει τις τύχες μας δεν είναι πάντα δίκαιη. Ειδάλλως δεν θα είχε πάρει από κοντά μας τα έξι νέα παιδιά που έσβησαν στα Τέμπη ένα θλιβερό, ολοσκότεινο ξημέρωμα. Ο ΠΑΟΚ δεν ξεχνά ποτέ τα μέλη της οικογένειάς του. Μας βλέπουν από εκεί ψηλά, άλλωστε. Αδέρφια ζείτε, εσείς μας οδηγείτε… Κανείς από την οικογένεια του ΠΑΟΚ δεν έχει αφήσει έξι ονόματα να ξεχαστούν στο πέρασμα του χρόνου».