Γνωρίζοντας ότι πια έχει καλλιεργηθεί ένα διχαστικό, πολωμένο κλίμα ανάμεσα σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους, κάνουμε από την αρχή ένα δίκαιο «συμβόλαιο» με τους ανθρώπους που συμφώνησαν να μας μιλήσουν. Εμείς δεν θα τους ασκήσουμε κριτική (δεν είναι άλλωστε η δουλειά μας αυτή). Με τη σειρά τους, δεν θα μπουν σε μονοπάτια που μπορούν να ερμηνευτούν ως διασπορά ψευδούς και αντιεπιστημονικού λόγου. «Θέλουμε να ακούσουμε τι σας ώθησε να πάρετε μια τόσο δύσκολη απόφαση και πως είναι να ζει κανείς με αναστολή εργασίας για μήνες» τους ξεκαθαρίσαμε.
Και το ερώτημα μας είναι άλλο ένα: οι 7.500 ανεμβολίαστοι υγειονομικοί, εργαζόμενοι σε επάγγελμα απόλυτα συνυφασμένο με την πρόοδο της επιστήμης και την αποδοχή αυτής γιατί δεν προχώρησαν στον εμβολιασμό τους;
«Θέλετε να φορέσω κι εγώ μάσκα;» είναι το πρώτο πράγμα που μας λέει η Μαρία Μπανιά μόλις μπαίνουμε σπίτι της. Είναι πρωί και είναι μόνη της – η 12χρονη κόρη της είναι στο σχολείο και ο άντρας της στην δουλειά του.
Εδώ και τέσσερα χρόνια, η Μαρία εργάζεται ως ειδική θεραπεύτρια στη Μονάδα απεξάρτησης 18 Άνω στο Δαφνί, στο τμήμα υποδοχής εξαρτημένων γυναικών. Την ρωτάμε πως έφτασε στην απόφαση της αναστολής. «Έχω θέμα με το νεφρό μου, πάσχω από σπυραματονεφρίτιδα. Ο γιατρός μού είπε πως καλό είναι να μην εμβολιαστώ μέχρι να τελειώσουν οι μελέτες που αφορούν και στην περίπτωση νοσημάτων σαν το δικό μου. Δεν ήθελα να παίξω την πιθανότητα να πάθω κάτι στο νεφρό μου. Τα έβαλα σε μια ζυγαριά και είδα ότι οι πιθανότητες να νοσήσω και να το περάσω ελαφρά είναι προτιμητέες από το να πάθω μια σοβαρή παρενέργεια».
Η Μαρία κάνει μια αναδρομή στις ημέρες που ανακοινώθηκε ο υποχρεωτικός εμβολιασμός για τους υγειονομικούς. «Θυμάμαι πως λέγαμε ότι θα βγουν οι λίστες με τους εξαιρουμένους από τον εμβολιασμό. Η ΚΥΑ βγήκε στις 13/08/2021 κι εκεί είδαμε ότι δεν υπάρχει λίστα με νοσήματα που εξαιρούνται αλλά πως για να δικαιολογείται ο μη εμβολιασμός πρέπει να υπάρχει είτε αλλεργία σε συγκεκριμένο συστατικό του εμβολίου ή ο πολίτης να εμφάνισε μετά την πρώτη δόση μυοκαρδίτιδα/περικαρδίτιδα ή τέλος να πάσχει από τα παραπάνω δύο. Ήμασταν δύο ημέρες πριν από τον Δεκαπενταύγουστο και έπρεπε να κάνουμε τα χαρτιά μας μέχρι 18 Αυγούστου. Βιώσαμε μια διαρκή αγωνία. Κανείς δεν πήγε διακοπές, μαύρο καλοκαίρι περάσαμε.
Στην αρχή ήμασταν 30 υγειονομικοί. Στο τέλος μείναμε 16. Κάποιοι νόσησαν, αφού εκείνη την περίοδο τα κρούσματα ήταν ψηλά, και κάποιοι άλλοι έκαναν τελικά το εμβόλιο. Τραβήξαμε μεγάλο ζόρι, δεχόμενοι πίεση από τους εμβολιασμένους συναδέλφους αλλά και από τους προϊστάμενους μας».
Η Μαρία σημειώνει σε αυτό το σημείο πως για περιπτώσεις όπου ο πολίτης θεωρεί ότι λόγω του νοσήματος του μπορεί να πάθει κάτι από το εμβόλιο, θα έπρεπε να κάνει εξατομικευμένες εξετάσεις.
Τα δυσαναπλήρωτα κενά που άφησαν πίσω τους οι ανεμβολίαστοι υγειονομικοί
Η Μαρία μας περιγράφει και τι άφησε πίσω της η αποχώρηση 7.500 υγειονομικών από το Ε.Σ.Υ. Στο Δαφνί, οι υγειονομικοί σε αναστολή είναι 132 στους 1.390 συνολικά εργαζόμενους. Στο 18 Άνω, έχουν μείνει εκτός 16 εργαζόμενοι από τους 150. Η ίδια λέει: «Ακούω από τους συναδέλφους πως τα κενά είναι δυσαναπλήρωτα και πως μάλιστα, ένα από τα προγράμματα μπορεί και να κλείσει/συγχωνευτεί. Κανείς δεν ήρθε στη θέση κάποιου από εμάς.
Άλλον σαν και εμένα σε αυτό που κάνω, δεν βρίσκεις. Έχουμε ψυχολόγους με προϋπηρεσία 20 ετών, άνθρωποι που έχουν κερδίσει την απόλυτη εμπιστοσύνη των θεραπευόμενων. Ποιος θα τους αναπληρώσει; Ένας τριμινίτης που μόλις τέλειωσε την πρακτική του;».
Η καθημερινή ζωή «σε αναστολή» και ο θυμός με την κυβερνητική πολιτική
Η Μαρία μας λέει πως ούτε η 12χρονη κόρη της θα κάνει το εμβόλιο για την covid 19. «Αν έχει κληρονομήσει το πρόβλημα μου; Δεν μπορώ να την υποβάλω σε βιοψία νεφρού. Το εμβόλιο του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, όμως, που έχει δοκιμαστεί εδώ και 10 χρόνια, θα το κάνει» σημειώνει θέλοντας να ξεκαθαρίσει πως το πρόβλημα της δεν είναι τα εμβόλια γενικώς αλλά τα εμβόλια που θεωρεί πως δεν είναι αρκετά δοκιμασμένα.
Περιγράφοντας την καθημερινότητα που ζει η ανεμβολίαστη οικογένεια της η Μαρία λέει πως η κόρη της κάνει δύο self test εβδομαδιαίως, απαραίτητα για την είσοδο της στο σχολείο και ο άντρας της δύο rapid test για τη δουλειά του. «Ο άντρας μου, 55 ετών, δουλεύει σε μια εταιρεία με βιομηχανικά είδη. Δεν έχει εμβολιαστεί. Μου λέει: “μαζί σου θα το περάσω”. Αλλά δεν εμβολιάζεται και για τη δυσαρέσκεια που νιώθουμε και οι δύο με ό,τι συμβαίνει. Βιώσαμε την κυβερνητική αναλγησία στο πετσί μας. Όταν ξεκίνησε η πανδημία έδωσαν σε έξι άτομα στο τμήμα μου, δέκα μάσκες και μας είπαν “ένα μήνα θα βγάλετε με αυτές“. Αγοράζαμε μόνοι μας αντισηπτικά.
Και ενώ στην αρχή, δεν εμβολιαζόμουν λόγω φόβου για το πρόβλημα υγείας μου, τώρα πια είμαι “εναντίον του εναντίον”. Νιώθω ότι ζούμε σε ναζιστικό καθεστώς. Το διαλυμένο πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας κι η κακή διαχείριση της πανδημίας, με θύμωσαν».
Οι από εδώ και οι από εκεί – «Τα κάνεις τα self test του παιδιού σου Μαρία;»
Από όλα όσα επιφέρει στην καθημερινότητα η αναστολή, αυτό που ενοχλεί περισσότερο από όλα την Μαρία είναι ο κοινωνικός στιγματισμός. Η ίδια μιλάει για τα περιστατικά που βιώνει ολοένα και πιο συχνά η οικογένειά της: «Ο άντρας μου επιστρέφει κάθε μέρα από τη δουλειά τσαντισμένος. Του λένε: “Καλά δεν ντρέπεσαι, έχασε η γυναίκα σου τη δουλειά της… Είστε χαζοί; Γιατί δεν το κάνετε;”
Η κόρη μου έχει φίλους από το δημοτικό. Οι γονείς τους, άνθρωποι με τους οποίους κάναμε παρέα, δεν μου μιλάνε. Τα παιδιά τους ευτυχώς είναι καλά με την κόρη μου. Ένιωσα πολύ γρήγορα την κοινωνική περιθωριοποίηση. Με έτσουξε. Και ακόμα με πονάει. Υπάρχουν όμως άνθρωποι που μου συμπαραστέκονται. Μάλιστα, κάποιοι είναι συνάδελφοι και εμβολιασμένοι. Πρέπει να συνεχίζουμε να κρίνουμε τους διπλανούς μας ανθρώπινα, για το ποιοι είναι.
Έχουμε έναν φαρμακοποιό στην γειτονιά, στον οποίο πηγαίνουμε χρόνια. Μια μέρα μού γελούσε ειρωνικά. Κατάλαβα ότι γνωρίζει ότι είμαι ανεμβολίαστη. Και το ξέρει από το ΑΜΚΑ μου. Στο σύστημα φαίνομαι ως Υπόχρεη Εμβολιασμού. Άρχισε να μου λέει: “μην είσαι ψεκασμένη”, “φαίνεσαι έξυπνος άνθρωπος”, “πάρε και τα self test του παιδιού”. “Τα κάνεις τα self test του παιδιού σου Μαρία;”».
Η αμφισβήτηση απέναντι στα επίσημα στοιχεία της πανδημίας και η δύσκολη καθημερινότητα
«Το χειρότερο που μας συμβαίνει είναι ότι μας αποκαλούν “ψέκες”» συνεχίζει να περιγράφει η Μαρία και προσθέτει: «Γκεμπελικός όρος. Και στο “αρνητές” βάζουν από κάνω τους πάντες. Εγώ δεν ταυτίζομαι με αυτούς που λένε ότι ο κορονοϊός δεν υπάρχει και πως όλο αυτό είναι μια σκευωρία».
Κάπου εδώ, θυμωμένη πια, διολισθαίνει και η Μαρία στη χρήση του β’ πληθυντικού. «Τα εμβόλια που κάνατε δεν καλύπτουν τις μεταλλάξεις. Και εσείς νοσείτε και μεταδίδετε. Σε αυτή τη φάση το μεγαλύτερο έγκλημα δεν είμαι εγώ, που με αφήνει η κυβέρνηση απ’ έξω, γιατί με έναν τρόπο με προστατεύει. Εσείς που δεν κάνετε ούτε ένα rapid test;».
Η Μαρία αμφιβάλλει επίσης για τα επίσημα νούμερα με τα υψηλά ποσοστά θανάτων στους ανεμβολίαστους, δεν εμπιστεύεται οργανισμούς όπως ο ΕΟΔΥ ενώ θεωρεί ότι οι πολλοί θάνατοι από κορονοϊό σχετίζονται και με την κακή ποιότητα της νοσηλείας στα νοσοκομεία.
«Και αν το πρόστιμο των €100 επεκταθεί σε όλους;» την ρωτάμε. «Ας έρθουν να πάρουν ο, τι έχω. Δεν θα εμβολιαστώ πάντως. Αν με αφήναν ήσυχη και μου έδιναν όλα τα απαραίτητα που χρειάζομαι για να διασφαλίσω την υγεία μου, μπορεί και να εμβολιαζόμουν».
Η τελευταία της φράση μας δίνει και την ευκαιρία να την ρωτήσουμε πως είναι η καθημερινότητα με την απώλεια του μισθού της. «Έχουμε ήδη ζήσει 10 χρόνια μνημόνιο κι έχω ξαναϋπάρξει άνεργη. Ευτυχώς το σπίτι μας είναι ιδιόκτητο. Άλλωστε, δεν βγαίνουμε έξω αφού έχει απαγορευτεί και ευτυχώς, έχω και φίλους που με αγαπάνε.
Όμως, ακόμα και αυτό το τελευταίο που μας έχουν αφήσει, να κάτσουμε στον μικτό χώρο ενός εστιατορίου επιδεικνύοντας rapid test, δεν το κάνουμε. Είναι αδιανόητη η εξακρίβωση στοιχείων. Ο καθένας να βλέπει τα προσωπικά στοιχεία σου».
«Και πως περνάει ο πολύς ελεύθερος χρόνος;» την ρωτάμε τώρα, για να μας πει: «Περπατάω και βλέπω τους φίλους μου με ένα καφέ στο χέρι, έξω. Μου λείπει η δουλειά μου και οι θεραπευόμενοι μου. Ας μας απολύσουν τελικά. Μπορεί και αυτοί να ψάχνουν να βρουν τον τρόπο να το κάνουν με το λιγότερο δυνατό κόστος».
Καρδιολόγος σε αναστολή εργασίας
«Είμαι επεμβατικός καρδιολόγος. Αν έρθει ένα έμφραγμα στο νοσοκομείο ο πρώτος που θα το αντιμετωπίσει είμαι εγώ. Όχι πια», ξεκινά να μας περιγράφει και την δική του περίπτωση ο Αργύρης Νταλιάνης, καρδιολόγος στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα, και συνεχίζει: «Βγήκα σε αναστολή στις 9 Νοεμβρίου. Είχα νοσήσει τον περασμένο Μάιο και τη συγκεκριμένη ημερομηνία έληξε το εξάμηνο του πιστοποιητικού νόσησης. Νοσηλεύτηκα μάλιστα για λίγες μέρες στην κλινική covid του Σωτηρία. Κόλλησα από συγγενικό μας πρόσωπο. Και όχι μόνο εγώ, αλλά και η γυναίκα μου, τα πέντε παιδιά μας και η πεθερά μου. Το μικρότερο παιδί μου είναι 7 ετών και το μεγαλύτερο 16. Τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας το πέρασαν στο σπίτι με ήπια συμπτώματα».
Όπως μας εξηγεί, ο λόγος που δεν εμβολιάστηκε μετά τη νόσησή του είναι γιατί την περίοδο που νόσησε, οι απαντήσεις που έδινε η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών στο πότε πρέπει να γίνεται ο εμβολιασμός για αυτή την ομάδα ανθρώπων ήταν διφορούμενες. «Στην αρχή μας είπαν ότι πρέπει να εμβολιαστείς τον πρώτο μήνα μετά τη νόσηση με τις δύο δόσεις. Μετά είπαν μετά από τρεις μήνες με τη μια δόση. Μετά στους 6 μήνες. Απέκτησα την εντύπωση ότι αυτοσχεδιάζουν χωρίς στοιχεία. Δείτε τι έγινε και με τις οδηγίες της Επιτροπής Εμβολιασμών πριν από λίγους μήνες για το εμβόλιο της Astrazeneca σε γυναίκες μικρότερης ηλικίας. Ήταν λανθασμένες και οδήγησαν σε άδικους θανάτους στη χώρα μας».
Ο ίδιος έχει να παρουσιάσει ένα δυνατό βιογραφικό. Το 2006 τελείωσε την ειδικότητα του στο Αλεξάνδρα και έφυγε στο Βέλγιο για εξειδίκευση στην επεμβατική καρδιολογία. Φοβούμενος την οικονομική κατάσταση στη χώρα μας το καλοκαίρι των capital controls, μετακόμισε στην Αγγλία για να εργαστεί ως consultant σε μια ακριβοθώρητη θέση στο νοσοκομείο Saint George’s του Λονδίνου. Μετά από κάποιο καιρό επέστρεψε στη χώρα μας στην θέση του επιμελητή καρδιολογίας στο Αλεξάνδρα.
Ως γιατρός που είναι, μας παράθεσε εκτεταμένα την ιατρική του άποψη για το θέμα των εμβολίων, η οποία σύμφωνα με τον ίδιο, βασίζεται σε μελέτες, οι οποίες όμως δεν είναι αυτές των επίσημων οργανισμών υγείας, οπότε και δεν θα αναφερθούν εδώ για τους λόγους που σημειώσαμε στην αρχή. Χοντρικά όμως, μπορούμε να πούμε πως ο κος Νταλιάνης δεν πιστεύει πως τα εμβόλια πιάνουν τις μεταλλάξεις, πως η φυσική νόσηση είναι η μόνη που καλύπτει ολοκληρωτικά τον ιό αλλά και πως οι παρενέργειες από τα εμβόλια υποκαταγράφονται στη χώρα μας.
«Άνθρωποι που δούλευαν σε διπλανά εργαστήρια δεν μιλάνε πια»
Όπως και η Μαρία, έτσι και ο κος Νταλιάνης περιγράφει πως η απώλεια του μισθού λόγω της αναστολής είναι μια απόφαση βαριά αλλά και πως η δική του οικογένεια είναι «προπονημένη» στη λιτή ζωή. «Το πιστοποιητικό νόσησης της συζύγου λήγει όπου να ναι» μας λέει και προσθέτει: «Της έχω ήδη πει πως αν επιλέξει και η ίδια να αφήσει τη δουλειά της θα βρούμε τρόπο να τα καταφέρουμε. Προερχόμαστε και οι δύο άλλωστε από πολύτεκνες οικογένειες. Φυσικά και δυσκολευόμαστε, πέντε παιδιά έχουμε, φροντιστήρια, ρεύμα… ευτυχώς δεν έχουμε ενοίκιο».
Στην ερώτηση του αν δέχθηκε και ο ίδιος πίεση από τους συναδέλφους του μας λέει: «Γνωρίζουν ποιος είμαι, τη δουλειά μου την κάνω συνειδητά. Αρκετοί, μου είπαν “Να εμβολιαστείς για να μη χάσεις τη θέση σου“. Ήταν μια θετική πίεση, με καλή πρόθεση. Όμως, όταν επέστρεψα πριν από λίγες ημέρες στο νοσοκομείο για μια δουλειά, συνάδελφοι μού μετέφεραν ότι από τους ανώτερους μας υπήρξε η εντολή να μην με πλησιάσει κανείς γιατί θα έβαζα σε κίνδυνο τους ίδιους και τους ασθενείς του νοσοκομείου. Η ελληνική κοινωνία έχει μετατραπεί σε μια απέραντη Σπιναλόγκα».
Η παραπάνω φράση είναι και αυτή που κρατάμε από το ρεπορτάζ μας. Με αμφιβολία ακόμα εντός μας μήπως «αγιοποιήσαμε» αυτούς τους ανθρώπους, μη θέτοντας το θέμα της κοινωνικής τους ευθύνης απέναντι στην πανδημία που πλήττει όλη την κοινωνία, ο αποχαιρετισμός της Μαρίας στο τέλος της συνέντευξής μας, μάς προβλημάτισε. Όταν της τείναμε το χέρι για χειραψία είπε: «Α, εσείς το δίνετε;».