Την ύπαρξη βυθισμένης αρχαίας ακτογραμμής αποκάλυψε υποβρύχια έρευνα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων στον Κόλπο του Παλαικάστρου Σητείας, στην Κρήτη. Στη ζώνη της εν λόγω ακτογραμμής υπάρχουν αντίστοιχα βυθισμένα κτιριακά κατάλοιπα δύο τουλάχιστον περιόδων, της μινωικής και της ρωμαϊκής εποχής, όπως επίσης και ναυαγίου του 2ου αιώνα μ.Χ.
Η έρευνα η οποία ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο, διεξήχθη σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λασιθίου και τη Βρετανική Σχολή Αθηνών.
Όπως ενημερώνει ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων η έρευνα, ενταγμένη σε τριετές πρόγραμμα των τεσσάρων φορέων, που ξεκίνησε φέτος, έχει στόχο τη διερεύνηση των ακτών και της ευρύτερης περιοχής του κόλπου για τη διαπίστωση της έκτασης της χρήσης και της μορφής που είχε στις διάφορες φάσεις της αρχαιότητας, ενώ προγραμματίζεται για τα επόμενα έτη και σωστική ανασκαφή στην περιοχή Μπονταλάκι, όπου δομές μινωικών χρόνων δοκιμάζονται από τον κυματισμό.
«Στη διάρκεια της υποβρύχιας έρευνας διερευνήθηκε η παράκτια ζώνη και διαπιστώθηκε η ύπαρξη βυθισμένης αρχαίας ακτογραμμής, στη ζώνη της οποίας υπάρχουν αντίστοιχα βυθισμένα κτιριακά κατάλοιπα δύο τουλάχιστον περιόδων. Στο μέσον και τα νότια του κόλπου του Κουρεμένου, εντοπίστηκαν ποικίλες κτιριακές δομές και μεγάλα όστρακα πίθων, συσσωματωμένα στα πετρώματα του βυθού, τα οποία αποδίδονται στον μινωικό χρονολογικό ορίζοντα» αναφέρεται.
«Στα βόρεια, επίσης, του κόλπου επανεντοπίστηκε και τεκμηριώθηκε βυθισμένος λιμενοβραχίονας ρωμαϊκών χρόνων, γνωστός ήδη από το δεκαετία του 1980, με αφορμή την κατασκευή του λιμενικού καταφυγίου. Σε άμεση γειτνίαση εντοπίστηκε έκταση που σώζει τοίχους και αποσυντεθειμένο οικοδομικό υλικό αντίστοιχων ρωμαϊκών κτηρίων. Ανάλογη είναι και η εικόνα που παρατηρείται στα βόρεια του κόλπου της Χιόνας, όπου όμοιοι πεσμένοι τοίχοι, δάπεδα και θεμέλια δείχνουν και σε αυτό το σημείο ρωμαϊκή εγκατάσταση» προστίθεται στην ανακοίνωση.
Με γλαφυρότερο όμως τρόπο -συνεχίζει η ανακοίνωση του ΥΠΠΟΑ-, δείχνει την άγνωστη μέχρι σήμερα χρήση του χώρου κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, ο εντοπισμός ναυαγίου με φορτίο αμφορέων του 2ου αιώνα μ.Χ., προερχόμενου πιθανότατα από την Ιβηρική χερσόνησο. Το φορτίο σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση και φαίνεται ότι αποτελεί σημαντικό στοιχείο στη συζήτηση για τα σχήματα του αρχαίου εμπορίου και των αντίστοιχων ναυτικών δρόμων που διασχίζουν την Μεσόγειο και περιλαμβάνουν την Κρήτη στην περίοδο αυτή.
Η τεκμηρίωση των παραπάνω περιλάμβανε, σύμφωνα με το αρμόδιο υπουργείο αρχαιολογική φωτογραφική και κινηματογραφική τεκμηρίωση και τρισδιάστατες απεικονίσεις των δομών και του ναυαγίου, καθώς και εναέριες λήψεις κατά μήκος των ακτών για τη δημιουργία ορθοφωτοχαρτών και τη συσχέτιση γεωγραφικά (GIS) και αρχαιολογικά των ευρημάτων.
Στην ερευνητική ομάδα έλαβαν μέρος οι: Θεοτόκης Θεοδούλου-Δρ αρχαιολόγος, Γεώργιος Τσιμπούκης-Δρ αρχαιολόγος και Γιάννης Κτιστάκης- σχεδιαστής της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, καθώς και οι εθελοντές Αλέξανδρος Τούρτας-Δρ αρχαιολόγος, Πέτρος Βακόνδιος – τεχνικός βυθού και Νικόλαος Ψαράκης – δύτης/χειριστής του σκάφους υποστήριξης. Με την ομάδα συνεργάστηκε στενά ο καθηγητής Carl Knappett του Πανεπιστημίου του Τορόντο, το οποίο κάλυψε και τη δαπάνη της έρευνας.
Φωτογραφίες: υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού