Τους 1.685 έφθασαν οι νέοι διδάκτορες που αναγορεύθηκαν από ελληνικά ΑΕΙ το 2019, έναντι 1.624 το 2018 και 1.650 το 2017. Τα περισσότερα διδακτορικά (το 28,5%) αφορούσαν την Ιατρική & Επιστήμες Υγείας, ενώ περισσότεροι από τους μισούς νέους διδάκτορες (το 52,3%) ήσαν γυναίκες, οι οποίες υπερτέρησαν έναντι των ανδρών για πρώτη φορά από το 2015.
Όσον αφορά την ηλικία των νέων διδακτόρων, οι περισσότεροι ανήκουν διαχρονικά στην ηλικιακή ομάδα ως 35 ετών, ενώ ακολουθεί στη δεύτερη θέση η αμέσως επόμενη ηλικιακή ομάδα (35 έως 44 έτη). Σε ό,τι αφορά τη διεθνή κινητικότητα των Ελλήνων διδακτόρων, δημοφιλέστερη χώρα ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο (23%).
Αυτά τα στοιχεία περιλαμβάνονται σε νέα έκδοση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ). Οι στατιστικές για τους κατόχους διδακτορικού τίτλου αποτελούν μέρος των στατιστικών για την Έρευνα, Τεχνολογία, Ανάπτυξη και Καινοτομία (ΕΤΑΚ) που παράγει το ΕΚΤ ως Εθνική Αρχή του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος. Βασίζονται σε πρωτογενή δεδομένα που συμπληρώνονται από τους ίδιους τους διδάκτορες μετά την αναγόρευσή τους.
Η συλλογή γίνεται παράλληλα με την ανάρτηση της διδακτορικής διατριβής στο Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών (ΕΑΔΔ), το οποίο τηρεί από το 1985 το ΕΚΤ. Με περισσότερες από 45.000 διδακτορικές διατριβές, οι οποίες διατίθενται ηλεκτρονικά, το Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών αποτελεί ένα απόθεμα της ελληνικής επιστημονικής παραγωγής και γνώσης.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία κατάθεσης διατριβών στο ΕΑΔΔ για την περίοδο 2005-2019, ο αριθμός διδακτόρων ήταν 1.399 το 2005, κορυφώθηκε το 2009 σε 2.274 και έκτοτε, με αυξομειώσεις, ακολούθησε μια γενικά πτωτική πορεία, ενώ πέρυσι ανέκαμψε ελαφρώς.
Στο ΕΚΠΑ και στο ΑΠΘ εκπονήθηκαν το 2019 οι περισσότερες διδακτορικές διατριβές (26,2% και 18,7% αντίστοιχα), ενώ ακολουθούσαν οι διδάκτορες στο ΕΜΠ (8%), στο Πανεπιστήμιο Πατρών (7,7%) και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (6,1%).
Οι περισσότεροι νέοι διδάκτορες το 2019 έλαβαν το διδακτορικό τους από ιδρύματα της Περιφέρειας Αττικής (42,3%), ενώ ακολουθούσαν οι Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας (20,5%), Δυτικής Ελλάδας (8,2%) και Κρήτης (7,1%).
Οι περισσότερες διατριβές αφορούσαν την Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας (28,5%), ενώ ακολουθούσαν οι Φυσικές Επιστήμες (24,6%) και οι Κοινωνικές Επιστήμες (22,4%). Χαμηλότερα ποσοστά είχαν οι Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογίας (16,1%), οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες (13,5%) και οι Γεωργικές Επιστήμες (2,9%).
Όσον αφορά την κατανομή μεταξύ των δύο φύλων ανά επιστημονικό πεδίο, στα πεδία των Κοινωνικών Επιστημών, των Ανθρωπιστικών Επιστημών, καθώς και της Ιατρικής και των Επιστημών Υγείας καταγράφηκε υπεροχή των γυναικών (59,6%, 56,5% και 56,2% αντίστοιχα). Οι άνδρες υπερτερούσαν στα πεδία των Επιστημών Μηχανικού και Τεχνολογίας, των Γεωργικών Επιστημών, και στις Φυσικές Επιστήμες (61,1%, 52,8% και 50,7% αντίστοιχα).
Η πλειονότητα των διδακτόρων του 2019 ολοκλήρωσαν τη διατριβή τους στα πέντε έτη (23,3%). Ακολουθούσαν όσοι χρειάστηκαν τέσσερα έτη (15,6%), έξι έτη (13,2%) και πάνω από δέκα έτη (12,7%). Το 6,5% των διδακτόρων ολοκλήρωσε την διατριβή του σε διάστημα τριών ετών.
Για τους περισσότερους διδάκτορες, την περίοδο 2016-2019, βασική πηγή χρηματοδότησης των διδακτορικών σπουδών τους ήσαν οι προσωπικές αποταμιεύσεις και η υποστήριξη από την οικογένεια. Ως ιδιαίτερα σημαντική, πάντως, κρίνεται και η λήψη υποτροφίας από ελληνικό ίδρυμα, ιδιαίτερα για τους διδάκτορες του 2019.
Στην περίπτωση όσων ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους σε τρία έως πέντε έτη, η υποτροφία από ελληνικό ίδρυμα ήταν η βασική πηγή χρηματοδότησης. Από εκεί και πέρα, όσο μεγαλύτερη ήταν η χρονική διάρκεια ολοκλήρωσης της διατριβής, τόσο μεγαλύτερη ήταν η σημασία των προσωπικών αποταμιεύσεων και της οικογενειακής υποστήριξης, καθώς μειωνόταν το ποσοστό της χρηματοδότησης από ιδρυματική υποτροφία.