Ο Αντώνης Ρόμπος και ο Νίκος Φαραζής διοχετεύουν τις ανησυχίες τους για το θάνατο και τη ζωή σε κάτι ανώτερο. Όχι όμως σε μία θρησκεία και στα όρια που εκείνη θέτει για το λεγόμενο ποίμνιο.
Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης
Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος
Και οι δύο δεν ακολουθούν τις επιταγές της χριστιανικής θρησκείας και θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν άθρησκοι.
Αμφότεροι όμως σέβονται την επιθυμία και την ανάγκη όσων επιλέγουν να προσκυνούν τις εικόνες, να πηγαίνουν σε μία εκκλησία με τρούλο και μανουάλια και να υμνούν τους αγίους.
Συγκλίνουν στο ότι ο Θεός -εάν υπάρχει- είναι ένας. Δεν μεταβάλλεται με ανάλογα με τα γεωγραφικά κριτήρια που “επιβάλλουν” σε έναν Έλληνα να είναι Χριστιανός Ορθόδοξος, σε έναν Τούρκο να είναι Μουσουλμάνος, σε έναν Αιγύπτιο να είναι Κόπτης Χριστιανός ή σε έναν Κινέζο να είναι Βουδιστής.
Αντώνης Ρόμπος
(Αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, νευρολόγος-ψυχίατρος)
– Είστε άθρησκος ή άθεος;
«Είναι μεγάλη κουβέντα να πει κανείς ότι είναι άθρησκος. Κατά κάποιο τρόπο κάθε άνθρωπος κουβαλάει μέσα του μία θρησκεία. Γεννήθηκα Χριστιανός Ορθόδοξος, καθότι προέρχομαι από οικογένεια Χριστιανών Ορθοδόξων. Πήγαινα στην εκκλησία, με τα χρόνια όμως άρχισα να προβληματίζομαι πολύ περισσότερο σε σχέση με την έννοια της θρησκείας και να θέτω το ζήτημα σε ένα ευρύτερο επιστημονικό επίπεδο.
Ωστόσο είχα πάντοτε ως δεδομένο ότι ο άνθρωπος από τη στιγμή που έγινε ανώτερο ον και ξεχώρισε από το ζωικό βασίλειο, έχοντας αντίληψη της ύπαρξής του, ένιωθε την ανάγκη να πιστέψει σε κάτι ανώτερο. Ήταν αδύνατον να μην το κάνει αυτό.
Ο άνθρωπος αναζητά τη θρησκευτικότητα καθώς διαθέτει την αγωνία του θανάτου αλλά και την αγωνία του μεταφυσικού. Γι’ αυτό και από τα πρωτόγονα χρόνια έως και σήμερα ο άνθρωπος ξεκίνησε να πιστεύει στον Ήλιο, ενώ ακόμα και σήμερα πρωτόγονες φυλές πιστεύουν σε διάφορες θεϊκής έκφρασης.
Με τα χρόνια λοιπόν σταμάτησα να ακολουθώ τις επιταγές της χριστιανικής θρησκείας. Εάν όμως υποθέσουμε ότι η αρχή μου είναι η αγάπη, η αλληλεγγύη, η θυσία, η συμπόνια, θα μπορούσα να χαρακτηριστώ Χριστιανός».
– Η ταυτότητά σας έγραφε Χριστιανός Ορθόδοξος;
«Ήμουν από τους υπέρμαχους της κατάργησης της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Η ανάγκη του ανθρώπου να ακουμπήσει την ψυχή του σε ένα ανώτερο πιστεύω, είναι μία καθαρά ψυχική και απόλυτα βιωματική εμπειρία. Δεν επιδέχεται καμίας διαπραγμάτευσης. Είναι αδιανόητο να χρησιμοποιούνται οι θρησκείες ως ιδιοκτησία.
Είναι επίσης αδιανόητο να ταυτίζεται κάποιος με μια θρησκεία, επειδή γεννήθηκε στην Ελλάδα, στο Ιράκ ή αλλού. Στην Ινδία για παράδειγμα υπάρχουν οικογένειες, η κάθε μία εκ των οποίων πιστεύει στη δική της θεά».
– Πώς σχολιάζετε την κίνηση κάποιων, οι οποίοι δηλώνουν άθεοι και ψήνουν κρέας τη Μεγάλη Παρασκευή;
«Θα το χαρακτήριζα ανοησία. Πιστεύω ως ψυχίατρος ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει τη μεταφυσική αγωνία ότι υπάρχει κάτι πάνω από αυτόν στο σύμπαν. Ακόμα όμως και αυτή τους η επιλογή να δηλώνουν άθεοι, υποδηλώνει μία μορφή θρησκευτικότητας.
Το βίωμα του θανάτου ή της αντίληψης της ύπαρξης, δεν μπορώ να πιστέψω ότι δεν υπάρχει στο μυαλό ακόμα και εκείνων που δηλώνουν άθεοι. Επί της ουσίας θεωρώ ότι αυτό που κάνουν είναι ένα σόου. Εκτός και αν θεωρούν ότι ο Θεός είναι το σύμπαν και ότι αυτό που μας περιβάλλει είναι οι νόμοι της φυσικής και του τυχαίου και ότι εμείς δεν είμαστε παρά εντελώς ασήμαντοι μέσα σε αυτό».
– Ερχόμενος στις ημέρες του Πάσχα, πιστεύετε ότι η αφή του Αγίου Φωτός είναι κάτι μυστηριακά ανεξήγητο, το οποίο μεταλαμπαδεύεται στις γωνιές του κόσμου;
«Όλος ο πλανήτης έχει την ανάγκη να ακολουθεί μία θρησκευτικότητα, κάτι που είναι σεβαστό, αναμενόμενο και απαραίτητο. Σε ό,τι αφορά στη νηστεία είναι μία διαδικασία εξαιρετικά σημαντική καθώς ένας άνθρωπος έχει τη δυνατότητα της αυτοσυγκράτησης, κάτι που τον ανεβάζει πολύ ως άνθρωπο, είναι σημαντική επίσης για την υγεία του καθότι δεν τρώει όλες αυτές τις αμφιβόλου προελεύσεως τροφές που μας κατακλύζουν.
Ωστόσο δεν μπορώ να καταλάβω γιατί απαγορεύεται το λάδι, ενώ μπορούμε να τρώμε ελιές. Θυμάμαι τη γιαγιά μου όταν νήστευε, δεν έτρωγε τίποτα παρά μόνο ψωμί και νερό. Πιστεύω επίσης ότι ένα μεγάλο ποσοστό των αποκαλούμενων Χριστιανών, περιμένει το Πάσχα μόνο για να καθίσει στο πασχαλινό τραπέζι και να φάει το αρνί.
Ερχόμενος στο Άγιο Φως, είναι ένα σύμβολο για τη χριστιανοσύνη. Η φωτιά είναι δύναμη. Ακόμα και στην αρχαία Ελλάδα ο Προμηθέας έκλεψε τη φωτιά και τιμωρήθηκε από τους Θεούς. Έτσι και το Πάσχα συμβολίζει την αναγέννηση. Πρώτα το θάνατο και μετά τη γέννηση.
Ωστόσο είμαι εναντίον του να ξοδεύουμε τόσα χρήματα για να το φέρουμε από τα Ιεροσόλυμα στην Ελλάδα και μάλιστα με τιμές αρχηγού κράτους. Αυτά τα χρήματα θα μπορούσαμε να διαθέσουμε κάπου αλλού στις μέρες μας. Επίσης δεν μπορώ να διανοηθώ ότι ο Χριστός θα είχε ποτέ στο μυαλό του κάτι τέτοιο ως κίνηση. Άλλωστε ακόμα και ένας καλόγερος μπορεί να ανάψει ένα κερί στο Άγιο Όρος και η δύναμή του να είναι η ίδια με εκείνη που έχει το Άγιο Φως».
– Οι χριστιανικές διδαχές ανταποκρίνονται στα πρότυπα της ειρήνης και του ανθρωπισμού;
«Όλες οι θρησκείες μιλούν για αγάπη. Ακόμα και το Κοράνι. Κάποιοι όμως έχουν εκμεταλλευτεί αυτά τα κείμενα, παραφράζοντάς τα για να κάνουν θρησκευτικούς πολέμους.
Έτσι συνέβη και με τον Παΐσιο, τα λόγια του οποίου κάποιοι έχουν παραφράσει. Όσοι παραφράζουν το λόγο του και εκδίδουν βιβλία για τον Παΐσιο, έχουν εμπορευματοποιήσει τη θρησκευτικότητα. Επίσης η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο. Ρώτησαν ποτέ τον ίδιο αν θα ήθελε να γίνει άγιος;
Στη διαδρομή των θρησκειών εισχώρησε ο φανατισμός, ο οποίος εμπίπτει στα όρια της ψυχοπαθολογίας. Γι’ αυτό και ακούμε φανατισμένους και πύρινους λόγους από τα στόματα ιερέων και δεσποτάδων.
Η θρησκευτικότητα με τα χρόνια παρέκλινε. Στο Βυζάντιο για παράδειγμα οι αυτοκράτορες δεν σκότωναν στο όνομα του Χριστιανισμού. Ο άγιος Κωνσταντίνος ήταν ένας από αυτούς.
Επίσης η Εκκλησία με τα χρόνια πολιτικοποιήθηκε. Γι’ αυτό και είμαι υπέρ του διαχωρισμού Κράτους-Εκκλησίας στην Ελλάδα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η Εκκλησία θα πάψει να ασκεί πολιτική επιρροή. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Βατικανού, το οποίο παρά το γεγονός ότι είναι ανεξάρτητο, ασκεί τεράστια επιρροή στο ιταλικό κράτος».
– Δεν πηγαίνετε στην εκκλησία αυτές τις μέρες;
«Όχι. Δεν πηγαίνω. Ωστόσο θα πάω σε μία εκκλησία όταν νιώσω ότι θέλω να προσευχηθώ. Θα περάσω από ένα ξωκλήσι και θα μπω μέσα, επιδιώκοντας να έχω μία σιωπηλή επικοινωνία με κάτι ανώτερο, το οποίο δεν μπορώ να εξηγήσω καθότι είναι εντελώς προσωπικό. Δεν θα φιλήσω τις εικόνες, ούτε θα προσκυνήσω τα κειμήλια. Θα ανάψω όμως ένα κερί. Είναι ένα σύμβολο για εμένα. Το κάνω στη μνήμη του αδερφού μου».
– Θεωρείτε επομένως ότι όσοι πηγαίνουν στην εκκλησία όπως τη γνωρίζουμε, με την παραδοσιακή έννοια, είναι μη σκεπτόμενοι;
«Ναι. Δεν σκέπτονται. Πολλοί είναι φανατικοί επειδή είναι χριστιανοί ορθόδοξοι και το έχουν καμάρι, χωρίς να ξέρουν τι σημαίνει. Κι όταν φύγουν από την εκκλησία λένε ψέματα, κλέβουν, κάνουν οτιδήποτε είναι αντίθετο στο Ευαγγέλιο.
Δεν λέω για όλους, αλλά ισχύει για μία πολύ μεγάλη μερίδα. Ωστόσο δεν αποκηρύσσω το χριστιανισμό, τις ιεροτελεστίες κι ας μη συμμετέχω σε αυτά. Έχω ασθενείς ως ψυχίατρος, τους οποίους προτρέπω να πιστεύουν και ενισχύω το θρησκευτικό τους συναίσθημα, καθώς αυτό τους βοηθάει στη θεραπεία. Μιλώντας για το Θεό, μιλάω για το δικό τους Θεό για να τους βοηθήσω να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν».
Νίκος Φαραζής
(Tοπογράφος μηχανικός)
– Kύριε Φαραζή δηλώνετε άθρησκος ή άθεος και ποια είναι η διαφορά μεταξύ των δύο;
«Η σύγχυση που δημιουργείται, προέρχεται από το γεγονός ότι δεν είναι σαφής η έννοια του Θεού. Κάποιος θα απαντήσει ότι “Θεός μπορεί να είναι και η φύση”. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν, και ενώ είναι πολύ συγκεκριμένη η σημασία της θρησκείας, εγώ χαρακτηρίζομαι ως άθρησκος καθότι δεν έχω μία συγκεκριμένη θρησκεία.
Από εκεί και ύστερα, δεδομένου ότι τα πράγματα είναι πολύ συγκεχυμένα και από πλευράς επιστημών, είναι καλό να κρατάμε μία επιφύλαξη. Η φυσική έχει προχωρήσει τόσο πολύ δίνοντας κάποιες διεξόδους, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζει κανείς ακριβώς για την ύλη ή για κάποια επόμενη διάσταση.
Επειδή δεν γνωρίζουμε τι άλλο μπορεί να υπάρχει πέρα από τα δεδομένα που έχουμε στα χέρια μας, γι’ αυτό και παραμένω επιφυλακτικός. Υπάρχουν πράγματα που παραμένουν κρυφά και δεν μπορούμε να τα διακρίνουμε ακόμα και εάν εισχωρήσουμε βαθιά μέσα στην επιστήμη. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει δημιουργός του σύμπαντος, ούτε πρωτόπλαστοι. Από την άλλη πλευρά όμως η επιστήμη προχωράει πολύ γρήγορα.
Για παράδειγμα υπήρχε το πείραμα EPR που είχε πραγματοποιήσει ο Αϊνστάιν με σκοπό να εκθέσει την κβαντική φυσική. Ωστόσο έφτασε σε αδιέξοδο και αντί να εκθέσει την κβαντική φυσική, εκτέθηκε ο ίδιος. Μετά από 20 χρόνια όμως, ένας επιστήμονας κατάφερε και έστειλε μήνυμα στα 16 χιλιόμετρα με δίδυμα φωτόνια -αυτά που δημιουργούνται από την ίδια αιτία- το ένα αριστερά και το άλλο δεξιά, και αυθόρμητα το ένα από τα δύο αντέδρασε. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν πράγματα που δεν τα έχουμε ανακαλύψει στην επιστήμη».
– Ποια είναι ή άποψή σας για το Άγιο Φως και την προέλευσή του;
«Για το συγκεκριμένο ζήτημα έχει λάβει θέση το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Υπάρχουν άνθρωποι του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και έχουν διατηρήσει μια στάση κατανόησης απέναντι στο χριστεπώνυμο πλήθος, το οποίο θέλει να ξεγελιέται από τα θαύματα.
Επίσης δεν πιστεύω σε θαύματα. Ο μαθηματικός Μπέρτραντ Ράσελ είχε πει χαρακτηριστικά ότι υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν να πεθάνουν, παρά να σκεφτούν.
Με τα θαύματα άλλωστε υπάρχει το εξής πρόβλημα: ότι υπάρχουν γύρω στις 6.000 θρησκείες στον κόσμο. Η καθεμία από αυτές έχει τα δικά της θαύματα. Ωστόσο ο Θεός είναι ένας. Αυτό σημαίνει ότι από όλους αυτούς οι 5.999 λένε ψέματα. Εάν υπάρχει Θεός, αυτός θα είναι ένας και μόνο αυτός θα κάνει θαύματα. Το μόνο συμπέρασμα που μπορώ να βγάλω λοιπόν, είναι η τάση του κόσμου να δημιουργεί και να δέχεται τις μυθοπλασίες».
– Πολλοί από τους Aγίους διήγαν έκλυτο βίο. Χαρακτηριστικότατο παράδειγμα υπήρξε ο απόστολος Παύλος, ο οποίος πριν τον καλέσει κοντά του ο Χριστός, ήταν ένας από τους φανατικότερους διώκτες των Χριστιανών. Τελικά πώς μετουσιώνεται πρακτικά η αγιοσύνη και με ποια κριτήρια αποδίδεται;
«Αυτό που κάνει η Εκκλησία με τους άγιους, το κάνουν και οι κοινωνίες με τους επιφανείς. Όπως η Εκκλησία αγιοποιεί τους ανθρώπους που την εξυπηρετούν, έτσι και η πολιτεία αγιοποιεί τους ανθρώπους που την εξυπηρετούν.
Παρά το γεγονός ότι ο Καρλομάγνος σκότωσε τη μισή Ευρώπη, ονομάστηκε Μέγας Καρλομάγνος. Το ίδιο συνέβη και με τον Μέγα Αλέξανδρο. Ο Μέγας Κωνσταντίνος σκότωσε ανθρώπους για να διαχωρίσει τις δύο αυτοκρατορίες σε ανατολική και δυτική, σκότωσε τη γυναίκα του και το γιο του, Κρίσπο, ανίψια και ξαδέρφια. Παρά το γεγονός ότι η Εκκλησία θεωρεί μέγιστη αμαρτία τη δολοφονία, ο Κωνσταντίνος έγινε μέγας και άγιος. Αλλά και η Αριστερά αγιοποίησε εγκληματίες.
Είναι ένα γενικό φαινόμενο, κατά το οποίο οποιαδήποτε ιδεολογία ή θρησκεία θα πρέπει να στηρίζονται σε ανθρώπους τους οποίους θα θαυμάσει ο πιστός, ούτως ώστε να μπορεί να τους ελέγχει».
– Μιλήστε μου για τη δική σας Μεγάλη Εβδομάδα… Νηστεύετε, πηγαίνετε στην εκκλησία;
«Καταρχάς σέβομαι όσους πιστεύουν. Δεν ωφελεί σε τίποτα η γροθιά στον τοίχο. Είναι πολύ δύσκολο πράγμα να ανατρέψει κανείς δομημένες αντιλήψεις .Αυτό σημαίνει ότι παρορμητικές κινήσεις όπως αυτή κάποιων, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν τη Μεγάλη Παρασκευή για να φάνε κρέας δημοσίως, σημαίνει ότι έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά και δεν έχουν άλλο μέσο για να πείσουν.
Όταν προκαλεί κανείς κάποιον, το μόνο που πετυχαίνει είναι να τον ωθήσει να αγκαλιάσει περισσότερο αυτό που υποστηρίζει, ενισχύοντας τον ψυχολογικό του παράγοντα .
Από την άλλη πλευρά όμως, κάποια από αυτά τα πράγματα μου αρέσουν. Είναι ωραίο πράγμα οι γιορτές και οι αργίες. Θα προτιμούσα βέβαια να γιορτάζουμε το Δημόκριτο και το Σωκράτη, τους οποίους έχουμε ξεχάσει. Δεν υπάρχουν γιορτές προς τιμήν τους, εάν κοιτάξετε το εορτολόγιο. Ακόμα και ο Πλάτων που γιορτάζουμε δεν είναι ο φιλόσοφος Πλάτων, αλλά ο άγιος Πλάτων. Γιορτάζουμε όλους τους Εβραίους και όχι τα αμιγώς ελληνικά ονόματα.
Ωστόσο θα πάω το Μεγάλο Σάββατο στην Ανάσταση με κάποιους ανθρώπους του περιβάλλοντός μου. Την Ανάσταση άλλωστε τη συνδυάζω και με κάποια άλλα πράγματα όπως η ανάσταση από την κρίση, η ανάσταση του μυαλού, η ανάσταση της υγείας. Το ότι δεν έχω μία συγκεκριμένη θρησκεία δεν σημαίνει ότι δεν εύχομαι κάτι».
– Εύχεστε αλλά δεν προσεύχεστε;
«Πολλές φορές ένας άνθρωπος έχει την τάση να απευθύνεται σε κάτι γενικότερο. Όλοι έχουμε την τάση άλλωστε να απευθυνόμαστε σε κάτι ανώτερο. Γι’ αυτό κι εγώ δεν μπορώ να απεμπλακώ από τα δύο πράγματα, στα οποία δίνει διέξοδο η θρησκεία. Το νόημα της ζωής και ο φόβος του θανάτου. Είναι δύο προβλήματα που όλοι οι άνθρωποι τα αντιμετωπίζουμε. Δεν θα ήταν κακό να αφεθούν οι άνθρωποι στις μεταφυσικές αυτές ανησυχίες. Το πρόβλημα είναι ότι παρεμβάλλονται οι διάφορες εξουσίες που υπάρχουν και χρησιμοποιούν την ανάγκη των ανθρώπων, ούτως ώστε να επιβάλλουν σύμβολα και αγίους, και να ελέγχουν τους ανθρώπους».
– Οι θρησκευόμενοι αποτείνονται στη θρησκεία για να λάβουν απαντήσεις στα υπαρξιακά ερωτήματα της ζωής και του θανάτου. Εσείς που αποτείνεστε;
«Σε ό,τι αφορά στη ζωή, πιστεύω ότι πρέπει να έχω έναν κοινωνικό ρόλο για να βελτιώσω τον κόσμο. Για το δεύτερο δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Διατηρώ το φόβο του θανάτου, προσπαθώ να συμβιβαστώ μαζί του, κάτι που είναι αρκετά δύσκολο».
– Παρόλ’ αυτά έχετε βαφτιστεί χριστιανικά.
«Βαφτίστηκα στην πρώτη τάξη του δημοτικού γιατί δεν με δέχονταν διαφορετικά στο σχολείο. Έπρεπε να δηλώσω θρήσκευμα. Μεγάλωσα σε μία οικογένεια, η οποία δεν με υποχρέωνε να σκέφτομαι με συγκεκριμένο τρόπο για κανένα ζήτημα .
Γεννήθηκα το ’55. Κι εκείνη την εποχή έπρεπε να δηλώνω ένα θρήσκευμα, κάτι που αντιμετώπισα και με τις κόρες μου όταν γεννήθηκαν».
– Αντιμετωπίσατε προβλήματα με τον κοινωνικό περίγυρο;
«Στο μαιευτήριο, όταν πήγα να συμπληρώσω τα έντυπα για τη γέννηση της πρώτης μου κόρης, μου ζήτησαν να αναγράψω το θρήσκευμα .
Θυμάμαι την υπάλληλο να μου απαντάει -όταν της ζήτησα να βάλουμε μία παύλα δίπλα στη λέξη «θρήσκευμα»- ότι δεν ήξερε εάν γινόταν κάνει κάτι τέτοιο.
Το Σύνταγμα ωστόσο αναφέρει ότι ο κάθε πολίτης πρέπει να αποφασίζει για το θρήσκευμά του. Τελικά προχωρήσαμε σε ονοματοδοσία το 1984.
Το πρόβλημα όμως συνέχισε να υπάρχει και με τους φίλους. Ένας φίλους γιατρός μου αντέτεινε ότι ‘δεν γίνεται εσείς οι αριστεροί να καπελώνετε τα παιδιά σας’. Αυτός ο άνθρωπος δεν καταλάβαινε πως σε γενικές γραμμές συμβαίνει το αντίθετο. Πως όταν δίνουμε θρήσκευμα σε κάποιον, τότε είναι που τον καπελώνουμε.
Αργότερα μάλιστα προσέγγισα τους διευθυντές των σχολείων, ζητώντας τους να μη μαθευτεί στο σχολικό περιβάλλον το γεγονός ότι οι κόρες μου ήταν αβάπτιστες, καθότι τα παιδιά ειδικά σε αυτή την ηλικία δεν έχουν τη δύναμη να αντεπεξέλθουν στην πίεση του κοινωνικού τους περίγυρου.
Ούτε οι κολλητές τους φίλες δεν ήξεραν ότι είναι αβάπτιστες. Σκεφθείτε ότι συχνά αναρωτιούνταν που είναι οι φωτογραφίες από τη βάπτιση, όταν σε όλα τα σπίτια υπήρχε από ένα άλμπουμ με ανάλογες φωτογραφίες».
– Eπομένως ο Θεός δεν είναι ό,τι μας έμαθαν στο σχολείο;
Όχι. Υπάρχουν δύο βιβλία στα οποία στηρίχτηκε ο Χριστιανισμός. Η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Επειδή και τα δύο πράγματα, τα είπε ο Θεός, θα ήταν πολύ εύκολο σε κάποιους να παραμερίσουν την Καινή Διαθήκη και να κρατήσουν την Παλαιά.
Κατά την άποψή μου όμως υπάρχει μία εγκληματική θρησκεία και μία αρκετά καλή Εκκλησία, η οποία προσπαθεί και κάνει ό,τι μπορεί. Στην Έξοδο στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται ότι οι Χριστιανοί δεν πρέπει να αφήσουν καμία μάγισσα να ζει. Οι καθολικοί έκαψαν 30.000 με 40.000 μάγισσες μόνο στη Γερμανία έως το 1788. Βέβαια γλίτωσαν αρκετές.
Εντολή του Θεού όμως είναι και ότι όλα τα ιδεοληπτικά μνημεία θα πρέπει να καταστραφούν εκ θεμελίων, όπως συνέβη με τον Παρθενώνα. Μάλιστα έστειλαν γι’ αυτό το σκοπό τον Ιλάριο, ένα Βησιγότθο Χριστιανό, ο οποίος προέβη σε καταστροφές στον Παρθενώνα. Παρόλ’ αυτά, η Εκκλησία που είχε εντολή από την Παλαιά Διαθήκη να καταστρέψει όλα τα κτίρια, έσωσε αρκετά».
– Ιστορικά υπάρχουν και παραδείγματα στα οποία οι Χριστιανοί ήταν διώκτες άλλων δογμάτων και δεν υπήρξαν μόνο μάρτυρες…
«Στο Βυζάντιο έγιναν πολύ μεγάλοι διωγμοί, για τους οποίους δεν μάθαμε ποτέ τίποτα. Μάλιστα, τους είχε περάσει η Εκκλησία μέσα στη νομοθεσία. Οι δύο μεγάλοι κώδικες του Βυζαντίου, ο Ιουστινιάνιος και ο Θεοδοσιανός, έδιναν εντολές που ήταν τρομερές για τους Έλληνες.
Κι τότε οι Έλληνες αναγκάστηκαν για πρώτη φορά να αποποιηθούν την εθνικότητά τους και δήλωσαν Ρωμαίοι πολίτες, δηλαδή Ρωμιοί. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να λέμε με τόση περηφάνια τη λέξη “Ρωμιός”. Γιατί ο Έλληνας αποποιήθηκε τη χώρα του για να γλιτώσει από τους διωγμούς».
– Γιατί δεν ακολουθείτε καμία θρησκεία;
«Η θρησκεία για εμένα είναι σαν μία πλάκα. Μου φαίνεται ότι όλος ο κόσμος γύρω μου κάνει πλάκα με το συγκεκριμένο ζήτημα. Σε συζητήσεις που έχω με φίλους και τους ρωτάω σε ποιο θρήσκευμα πιστεύουν, τίθεται το εξής ερώτημα: πού έμαθαν ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα και όχι από το Γιο;
Εάν κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα και τους το αποκάλυψε, τότε το δέχομαι. Εάν όμως όχι, από πού πληροφορήθηκαν ότι εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα; Το μόνο που μπορώ να καταλάβω είναι ότι εσείς για παράδειγμα, επειδή γεννηθήκατε στην Ελλάδα και όλοι πιστεύουν στο Χριστιανισμό, αυτό μάθατε να πιστεύετε κι εσείς. Αυτό όμως δεν είναι πίστη, αλλά γεωγραφικός προσδιορισμός. Όπως ακριβώς λέτε ότι είστε Έλληνας, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο λέτε ότι είστε Χριστιανός.
Εάν όμως ο Γιώργος λεγόταν Giorgio και είχε γεννηθεί στην Ιταλία, το Άγιο Πνεύμα θα εκπορευόταν και από τον Υιό. Είναι τρομερά εγωιστικό το γεγονός ότι το από πού εκπορεύεται το άγιο πνεύμα, εξαρτάται από το πού θα γεννηθεί ο Γιώργος ή ο Giorgio.
Και αν άλλαζε χώρα και ο Γιώργος γεννιόταν στην Τουρκία, θα άλλαζε και ο δημιουργός του κόσμου και θα γινόταν ο Αλλάχ .
Επίσης η θρησκεία προέρχεται από το λατινικό religare, το οποίο σημαίνει ‘δεσμεύω’. Οι θρησκείες δημιουργήθηκαν κατά τη γνώμη μου, κάτω από μία πίεση να δεσμεύσουν ομάδες πληθυσμού και να επιβουλεύονται γειτονικές χώρες, ούτως ώστε να κατακτήσουν ό,τι μπορούν.
Δεν είναι τυχαίο πως όταν χωρίστηκε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στα δύο, δημιουργήθηκαν αμέσως δύο θρησκείες, η ορθόδοξη και η καθολική. Έπρεπε να υπάρχουν οι δύο θρησκείες, για να διαθέτουν οι δύο αυτοκρατορίες φανατικούς στρατιώτες να πολεμούν η μία την άλλη».