«Τρομακτική ανισότητα» στις συνθήκες που επικρατούν στους χώρους φιλοξενίας προσφύγων, διαπίστωσαν τα μέλη της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), σε επισκέψεις που πραγματοποίησαν σε δομές σε τέσσερις περιοχές στην Αττική και σε δύο νησιά και τα αποτελέσματα των οποίων παρουσίασαν σήμερα σε σχετική εκδήλωση στην Αθήνα.
Η ΕΕΔΑ είδε στο Ελληνικό ανθρώπους «στοιβαγμένους σαν πρόβατα σε στάνη», ενώ τα μέλη της χαρακτήρισαν το κέντρο φιλοξενίας του Σκαραμαγκά «μια από τις χειρότερες δομές» με σπασμένα τζάμια, υλικά ανθρωπιστικής βοήθειας πεταμένα παντού και βρώμικους χώρους για τη διανομή του φαγητού. Επίσης, διαπίστωσαν τη διαμονή πολλών ανθρώπων σε μικρό χώρο στην Κω και συνάντησαν εξαγριωμένους πρόσφυγες στη Χίο, λόγω του πολύμηνου εγκλεισμού τους εκεί. Αντίθετα, εντόπισαν καλές συνθήκες φιλοξενίας στον Ελαιώνα, καθώς και ηρεμία και καθαριότητα στο Σχιστό. Όλες οι επισκέψεις πραγματοποιήθηκαν τον Ιούνιο και Ιούλιο του 2016.
Δύο φορές πήγαν στις δομές του Ελληνικού η Α΄ αντιπρόεδρος της ΕΕΔΑ Αγγελική Αργυροπούλου – Χρυσοχοϊδου και ο δικηγόρος – μέλος της ΕΕΔΑ Σπύρος Απέργης. Στην περιγραφή τους κάνουν λόγο για «ανθρώπους στοιβαγμένους» που «βρίσκονταν διαρκώς στις σκηνές τους και δεν είχαν τι να κάνουν». «Πώς είναι δυνατόν άνθρωποι επί μήνες να είναι ξαπλωμένοι και να μην κάνουν τίποτα», διερωτήθηκε η Αγγελική Αργυροπούλου.
Ο Σπύρος Απέργης σχολίασε το γεγονός ότι οι πρόσφυγες στους δύο από τους τρεις χώρους διαμένουν σε σκηνές και είναι εκτεθειμένοι σε καιρικά φαινόμενα και περιέγραψε ότι οι τουαλέτες σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν πλημμυρίσει, ενώ η αποκομιδή των σκουπιδιών από τους δήμους Ελληνικού και Αλίμου ήταν ελλιπής. Στα θετικά σημεία υπογράμμισαν την ύπαρξη ειδικά διαμορφωμένου χώρου για μητέρες που θήλαζαν και κατέληξαν ότι «το Ελληνικό θα πρέπει άμεσα να κλείσει και οι πρόσφυγες να μεταφερθούν σε αξιοπρεπείς συνθήκες φιλοξενίας».
Διαφορετική ήταν η εικόνα που σχημάτισε η ΕΕΔΑ για τον Ελαιώνα. «Οι συνθήκες είναι καλές με μια ευρεία ανοχή του τι θεωρούμε καλό σε σχέση με την κατάσταση που επικρατεί σε άλλες δομές», παρατήρησε η Κατερίνα Καλογερά, μέλος της ΕΕΔΑ και πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας. Η ίδια ανέφερε ως θετικά σημεία την καθαριότητα του χώρου, την φύλαξη της δομής σε 24ωρη βάση, τα εξοπλισμένα με κλιματισμό, τρεχούμενο νερό και κουζίνα κοντέινερς.
«Μία από τις χειρότερες εγκαταστάσεις» χαρακτήρισε την δομή του Σκαραμαγκά η επίκουρη καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ και προεδρεύουσα του Ε΄ Τμήματος της ΕΕΔΑ Μαρία Γαβουνέλη. «Έχουν μπει πάρα πολλά κοντέινερ που από μόνα τους είναι πολύ καλά. Εκεί πήραμε μια κατάσταση που θα μπορούσε να είναι καλή και την τινάζουμε στον αέρα. Υπήρχαν σπασμένα τζάμια στο κοντέινερ όπου λειτουργούσε η αποθήκη υλικού και τα υλικά ήταν πεταμένα όλα γύρω – γύρω», περιέγραψε και πρόσθεσε: «Η σκηνή του πρωινού ήταν βγαλμένη από την κόλαση. Ένα άθλιο, βρώμικο μέρος με πακέτα φαγητού πεταμένα και λιωμένα. Το φαγητό προέρχεται από το Ναυτικό και μας είπαν οι πρόσφυγες ότι είναι προβληματικό». «Είναι αδιανόητο να κρατάς τόσους ανθρώπους εκεί χωρίς να έχουν τίποτα να κάνουν», κατέληξε.
Μετά την «εφιαλτική εμπειρία του Σκαραμαγκά επισκεφθήκαμε το Σχιστό», συμπλήρωσε ο επίτιμος Νομικός Σύμβουλος του Κράτους και μέλος της ΕΕΔΑ Φοίβος Ιατρέλλης. «Εδώ οι πρόσφυγες δεν στεγάζονταν σε κοντέινερς, αλλά σε μεγάλες ηλεκτροδοτούμενες σκηνές που θύμιζαν καλοκαιρινή κατασκήνωση. Όμως σε αντίθεση με τον Σκαραμαγκά, στο Σχιστό επικρατούσε απόλυτη τάξη, ηρεμία και υποδειγματική καθαριότητα», περιέγραψε. Επίσης, ανέδειξε ως θετικά σημεία την φωταγώγηση του χώρου, το γεγονός ότι οι σκηνές είναι τοποθετημένες αραιά μεταξύ τους, καθώς και την ύπαρξη κτιριακών εγκαταστάσεων για διανομή γευμάτων, πλύσιμο ρούχων, απασχόληση παιδιών και ενηλίκων, θηλάζουσες μητέρες και χώρους λατρείας. Ωστόσο, σχολίασε ότι «την ξενάγηση της ΕΕΔΑ στο κέντρο ανέλαβε ένας ταγματάρχης του Στρατού Ξηράς με απολύτως πειθαρχημένο και χειραγωγημένο τρόπο, μέσα από μια διαδρομή αυστηρώς καθορισμένη».
Όσον αφορά στα νησιά, η ΕΕΔΑ επισκέφθηκε μόνο την Κω και την Χίο «λόγω οικονομικής στενότητας». Ο πρόεδρος της ΕΕΔΑ Γιώργος Σταυρόπουλος, έκανε μάλιστα, λόγο για ενδείξεις αδιαφορίας από την πλευρά της πολιτείας «για τον εθνικό φορέα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου που η ίδια συνέστησε. Έχουν συσταθεί ελάχιστες θέσεις προσωπικού, υπάρχει έντονη οικονομική ασφυξία και η ΕΕΔΑ αγωνιά προκειμένου να ανταποκριθεί στις αυξημένες υποχρεώσεις της».
Στην Κω ο Γιώργος Σταυρόπουλος είδε ένα «μικρό χώρο, επιμελώς περιφραγμένο και φυλασσόμενο, όπου ζουν πολλά άτομα». Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι στα κοντέινερς χωρητικότητας επτά ή οκτώ ατόμων ζουν 20 – 25 άτομα. Επίσης, ανέφερε μεγάλο πρόβλημα αποχέτευσης, καθώς και έναν οικίσκο για την υγειονομική περίθαλψη που ήταν κλειστός. Ο ίδιος χαρακτήρισε «αδιανόητο το γεγονός ότι έφευγαν οι άνθρωποι από την δομή και οι αστυνομικοί δεν ήξεραν αν θα ξαναγυρίσουν».
Στα κέντρα παραμονής της Χίου η Ευαγγελία Παλαιολόγου, πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Δικαστικών Λειτουργών για την Δημοκρατία και τις Ελευθερίες, περιέγραψε ότι οι πρόσφυγες και μετανάστες ήταν «εξαγριωμένοι, βίαιοι, με μεγάλη αγανάκτηση και θυμό», ενώ η Κατερίνα Καλογερά ανέφερε «απουσία του εισαγγελέα ανηλίκων, παρόλο που υπήρχαν πολλά ασυνόδευτα παιδιά».
Σε ομιλία του ο βοηθός Συνήγορος του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Παιδιού, Γιώργος Μόσχος, επισήμανε ότι «η χώρα μας κάνει μια τιτάνια προσπάθεια σε κάτι που δεν συνέβη διεθνώς. Έχουμε δει πάρα πολλά λάθη να γίνονται, την υπερσυγκέντρωση μεγάλου πληθυσμού και τη χρήση χώρων που δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν. Αλλά νιώθω ότι γίνεται τιτάνια προσπάθεια να ανταποκριθούμε στα διεθνή στάνταρς και στις ανάγκες αυτών των ανθρώπων».
Ο δήμαρχος Αθηναίων, Γιώργος Καμίνης, σημείωσε ότι «δεν επιτρέπεται να μένουν για πάντα οι πρόσφυγες στους καταυλισμούς» και συμπλήρωσε ότι «τον Ελαιώνα τον έχουμε ως βιτρίνα που λειτουργεί σε συνθήκες πολύ αξιοπρεπείς, αλλά την ίδια ώρα στα άλλα κέντρα φιλοξενίας υπάρχουν τεράστια προβλήματα». «Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για εξανθρωπισμό των συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων αυτών, χωρίς να μιλήσουμε για την αλληλεγγύη, μια αλληλεγγύη σε τρία επίπεδα: μέσα στις γειτονιές της πόλης, μεταξύ των πόλεων, αλλά και αλληλεγγύη σε ευρωπαϊκό επίπεδο», κατέληξε.