Η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει κατ’ αποκοπή ποσό ύψους τριών εκατ. ευρώ στον λογαριασμό «Ίδιοι πόροι της ΕΕ» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για εκπρόθεσμη μεταφορά στην εθνική της νομοθεσία κοινοτικής οδηγίας που αφορά την αποζημίωση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων.
Την απόφαση αυτή έλαβε σήμερα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κρίνοντας ότι τα μέτρα που διευκολύνουν την αποζημίωση συνεισφέρουν στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και στην προστασία της σωματικής ακεραιότητας των πολιτών της ΕΕ οι οποίοι μεταβαίνουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.
Στόχος της οδηγίας για την αποζημίωση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων είναι να θεσπίσει ένα σύστημα συνεργασίας για τη διευκόλυνση της αποζημίωσης των θυμάτων εγκληματικών πράξεων σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα. Στηρίζεται στη νομολογία του Δικαστηρίου, το οποίο κατά το παρελθόν έχει αποφανθεί ότι εφόσον το κοινοτικό δίκαιο διασφαλίζει την ελευθερία φυσικού προσώπου να μεταβαίνει σε άλλο κράτος μέλος, η προστασία της ακεραιότητάς του, όπως και των ημεδαπών, συνιστά αναγκαία συνέπεια και συμπλήρωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας. Η οδηγία αυτή έπρεπε να μεταφερθεί από τα κράτη μέλη στην εθνική έννομη τάξη το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2005.
Σε ό,τι αφορά το ιστορικό της υπόθεσης, η Επιτροπή άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου μια πρώτη προσφυγή κατά της Ελλάδας λόγω εκπρόθεσμης μεταφοράς της οδηγίας αυτής στο εσωτερικό δίκαιο. Με πρώτη απόφαση που εξέδωσε το 2007 , το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι η Ελλάδα δεν είχε τηρήσει την προθεσμία για τη θέσπιση των αναγκαίων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων προς συμμόρφωσή της με την οδηγία.
Τον Οκτώβριο του 2009 η Επιτροπή, διαπιστώνοντας ότι η Ελλάδα εξακολουθούσε να μην έχει εκτελέσει τη δικαστική απόφαση του 2007, άσκησε τη δεύτερη προσφυγή λόγω παράβασης. Πρότεινε στο Δικαστήριο να υποχρεώσει την Ελλάδα στην καταβολή, αφενός, χρηματικής ποινής ύψους 72.532,80 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης (από την ημέρα έκδοσης της απόφασης στην παρούσα υπόθεση και μέχρις ότου εκτελεστεί η δικαστική απόφαση του 2007) και, αφετέρου, κατ’ αποκοπή ποσού, το οποίο θα προκύψει από τον πολλαπλασιασμό του ημερήσιου ποσού των 10. 512 ευρώ με τον αριθμό των ημερών που θα έχουν παρέλθει από την ημερομηνία έκδοσης της δικαστικής απόφασης του 2007 έως την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης στην παρούσα υπόθεση ή έως την ημερομηνία λήψης των αναγκαίων μέτρων εκτέλεσης, εφόσον αυτή επέλθει νωρίτερα.
Στις 18 Δεκεμβρίου 2009 δημοσιεύθηκε στην Ελλάδα νόμος ο οποίος, τόσο κατά το εν λόγω κράτος μέλος όσο και κατά την Επιτροπή, διασφαλίζει την πλήρη εκτέλεση της δικαστικής απόφασης του 2007. Με τη σημερινή του απόφαση, το Δικαστήριο υπενθυμίζει κατ’ αρχάς ότι η κύρωση που συνίσταται στην καταβολή κατ’ αποκοπή ποσού στηρίζεται στην αποτίμηση των συνεπειών της μη εκτέλεσης των υποχρεώσεων του οικείου κράτους μέλους επί των συμφερόντων των ιδιωτών και επί του δημοσίου συμφέροντος, ιδίως όταν η παράβαση έχει συνεχιστεί επί μακρόν μετά την έκδοση της πρώτης δικαστικής απόφασης. Μολονότι η Συνθήκη της ΕΕ δεν προσδιορίζει επακριβώς την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να εκτελεστεί μια δικαστική απόφαση, εντούτοις δεν αμφισβητείται ότι η εκτέλεση πρέπει να αρχίσει αμέσως και να περατωθεί το συντομότερο δυνατό.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει επίσης ότι για να αποφανθεί επί του αιτήματος επιβολής της υποχρέωσης καταβολής κατ’ αποκοπή ποσού οφείλει να λάβει υπόψη όλες τις σχετικές με την προσαπτόμενη παράβαση περιστάσεις, ιδίως δε τη συμπεριφορά του κράτους μέλους, καθώς και τη διάρκεια και τη σοβαρότητα της παράβασης. Έτσι, διαπιστώνει ότι οι ελληνικές αρχές απάντησαν με σημαντική καθυστέρηση τόσο στο έγγραφο οχλήσεως όσο και στην αιτιολογημένη γνώμη και ότι η διάρκεια της παράβασης, δηλαδή το χρονικό διάστημα των 29 μηνών που παρήλθε -από την ημερομηνία έκδοσης της πρώτης δικαστικής απόφασης έως τη δημοσίευση του νόμου με τον οποίο η εθνική νομοθεσία ευθυγραμμίστηκε προς την εν λόγω απόφαση- είναι μεγάλη. Επισημαίνει ακόμη ότι οι εσωτερικές δυσχέρειες τις οποίες επικαλέστηκε η Ελλάδα -ιδίως όσον αφορά τη νομοθετική διαδικασία και τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών- δεν μπορούν να γίνουν δεκτές ως δικαιολογητικοί λόγοι.
Το Δικαστήριο, αφενός, διαπιστώνει τελικά ότι η Ελλάδα έθεσε τέρμα στην προσαπτόμενη παράβαση. Αφετέρου, λαμβάνει υπόψη την ικανότητα πληρωμής του οικείου κράτους μέλους, όπως προκύπτει από τα τελευταία οικονομικά στοιχεία που υποβλήθηκαν στην κρίση του.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, το Δικαστήριο καταδικάζει την Ελλάδα στην καταβολή κατ’ αποκοπή ποσού τριών εκατομμυρίων ευρώ στον λογαριασμό «Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης» της Επιτροπής.