«Είναι αν μη τι άλλο άχαρο, επιφανείς εγχώριοι θεσμοί να επιδιώκουν να παρουσιάζουν τις οικονομικές συνθήκες δυσμενέστερες των πραγματικών, παραγνωρίζοντας τη σημαντική βελτίωση που επιτυγχάνεται», σχολιάζει το υπουργείο Οικονομίας σε ανακοίνωσή του, με αφορμή τις αναφορές του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, σχετικά με την πρόσφατη δημοσίευση της Έκθεσης Ανταγωνιστικότητας για το 2018 από το World Economic Forum (WEF). Υπενθυμίζεται ότι στο τελευταίο εβδομαδιαίο Δελτίο για την Ελληνική Οικονομία του ΣΕΒ, υπογραμμίζεται με έμφαση η υποχώρηση της Ελλάδας κατά τέσσερις θέσεις στη σχετική κατάταξη. Στο ίδιο Δελτίο αναφέρεται πως «ο δείκτης ανταγωνιστικότητας καταρτίζεται με νέα μεθοδολογία και συνεπώς η σύγκριση με προηγούμενα έτη (εκτός του 2017) δεν είναι δυνατή», ενώ επισημαίνεται πως «η κατάταξη πλέον στηρίζεται περισσότερο σε στατιστικά στοιχεία από διεθνείς πηγές (70%), και λιγότερο σε ερωτηματολόγια του WEF (30%, από 69% προηγουμένως) και, έτσι, επηρεάζεται λιγότερο από υποκειμενικές εκτιμήσεις περί της γενικότερης κατάστασης της χώρας». Με αφορμή τα παραπάνω, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, το υπουργείο επισημαίνει τα εξής: «Τα τελευταία δύο χρόνια στελέχη του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης, τόσο σε τεχνικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο, δημόσια και υπηρεσιακά, εργάστηκαν μεθοδικά ώστε να καταδείξουν ότι η παλαιά μεθοδολογία έπρεπε να αλλάξει, γιατί απέδιδε μια στρεβλή εικόνα για τη χώρα. Χαρακτηριστικά, να αναφέρουμε πως στην Έκθεση του 2017 (έτος αναφοράς 2016), τελευταία χρονιά που η έκθεση καταρτίστηκε με την παλαιά μεθοδολογία, η Ελλάδα κατελάμβανε στη λίστα του WEF την 87η θέση επί 137 χωρών (συντελεστής 0,635) εμφανιζόμενη σε χειρότερη μοίρα από χώρες που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι υπερτερούν της Ελλάδας σε ανταγωνιστικότητα. Μάλιστα, καθώς ο ΣΕΒ είναι αρμόδιος για τη διαμόρφωση του δείγματος και την αποστολή των στοιχείων στο WEF, είχε εκφραστεί προβληματισμός με τον πιο επίσημο τρόπο από το Υπουργείο Οικονομίας προς το Σύνδεσμο για τα αποτελέσματα αυτά, δεδομένου ότι οι υποκειμενικές αυτές αξιολογήσεις δεν δικαιολογούνταν από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις δημοσιονομικές/