Εξαιρετικά δυσαρεστημένος από τις λύσεις που προσφέρουν οι δανειστές εμφανίστηκε ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης, μιλώντας σε ετήσιο συνέδριο του Ινστιτούτου για τη Νέα Οικονομική Σκέψη (New Economic Thinking).
O Έλληνας υπουργός ανέφερε ότι υπάρχει ακόμα πολύ δουλειά που πρέπει να γίνει στους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς.
«Οι θεσμοί δημιούργησαν μία ασύμμετρη ένωση και θα πρέπει να το αντιμετωπίσουν αυτό. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν υπό αυτό το πλαίσιο μπορούμε να πούμε ότι πήραμε το μάθημά μας οικονομικής ιστορίας και μπορούμε να αποφύγουμε μελλοντικά προβλήματα. Μπορώ να απαντήσω αμέσως: Όχι δεν πήραμε το μάθημά μας. Έχουμε ακόμα πολλή δουλειά», σημείωσε ο Γιάννης Βαρουφάκης.
Ο κ. Βαρουφάκης αναφέρθηκε αρχικά στην αρχιτεκτονική της ευρωζώνης, η οποία σχεδιάσθηκε στη βάση «των απόλυτα ανεξάρτητων χρεών και απόλυτα ανεξάρτητων τραπεζικών συστημάτων».
«Πολλοί από εμάς» εξήγησε, «εξέφρασαν σοβαρές αμφιβολίες ως προς την ορθότητα αυτού του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, από το 1999. Επί της ουσίας πρόκειται για μια αρχιτεκτονική με την οποία για να λειτουργήσουμε πρέπει να έχουμε τους τραπεζικούς τομείς διαχωρισμένους, ενώ την ίδια στιγμή θα πρέπει να έχουμε ενωμένες τις ικανότητές τους, ώστε να γίνεται ανακύκλωση των υπηρεσιών τους, σε αυτό που κατά κανόνα είναι μια νομισματική ένωση».
Ο κ. Βαρουφάκης αναγνώρισε ότι η κρίση συνέβαλε ώστε να «επανασχεδιασθούν ορισμένα πολύ σημαντικά τμήματα του αρχιτεκτονικού σχεδίου της ευρωζώνης».
«Κάναμε νέα θεσμικά όργανα, δημιουργήσαμε μεθόδους ευρωπαϊκής σταθερότητας… μια τραπεζική ένωση, έχουμε μια Κεντρική Τράπεζα που έχει την ικανότητα να αντιμετωπίσει τις αρνητικές δυνάμεις που επεκτείνονται στην ήπειρο. Είμαστε όμως ικανοποιημένοι από αυτά τα θεσμικά όργανα; Σε ό,τι με αφορά όχι» τόνισε, ενώ εξήγησε την τοποθέτησή του μιλώντας για «ακαμψία και έλλειψη ευελιξίας»:
«Οι μέθοδοι ευρωπαϊκής σταθερότητας δίνουν την αίσθηση πως δεν σχεδιάσθηκαν για να χρησιμοποιηθούν ή σχεδιάσθηκαν με τέτοια θεσμική δυσκαμψία, ώστε -ακόμα και εάν θέλουμε- δεν μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε», υπογράμμισε.
Αναφερόμενος στις διαπραγματεύσεις που ο ίδιος σήμερα ως υπουργός Οικονομικών διεξάγει για την εξασφάλιση της ρευστότητας της Ελλάδας, εξήγησε ότι η χώρα «κατά έναν τραγικό τρόπο» βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με τον Μάιο και τον Αύγουστο του 2012, οπότε έπρεπε να αποπληρώσει έντοκα γραμμάτια από παλαιό λογαριασμό προς την ΕΚΤ επί προεδρίας Τρισέ.
Ο υπουργός διηγήθηκε την περιπλοκότητα τού συστήματος προκειμένου να αποπληρωθεί η ΕΚΤ:
«Το ελληνικό κράτος εξέδιδε έντοκα γραμμάτια με κάποιους περιορισμούς, που έδιναν ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες ήταν τόσο πιεσμένες, ώστε αργότερα χρειάσθηκε να ανακεφαλαιοποιηθούν. Τα έντοκα αυτά γραμμάτια εκδόθηκαν επειδή εκείνη την εποχή υπήρχε πρόβλημα με τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, ως αποτέλεσμα των προβλημάτων στις διαπραγματεύσεις. Ωστόσο η Τράπεζα της Ελλάδος αύξησε την ρευστότητα στις τράπεζες, ώστε να μπορέσουν αυτές να δώσουν χρήματα στο κράτος και το κράτος να αποπληρώσει την ΕΚΤ (…)»
«Ως υπουργός Οικονομικών, κατά τη διάρκεια των τωρινών διαπραγματεύσεων, προκειμένου να βρεθεί η απαραίτητη ρευστότητα θα πρέπει να αιτηθώ σήμερα την ίδια διαδικασία» κατέληξε ο υπουργός.
Στην απογευματινή συνεδρίαση ο Γιάνης Βαρουφάκης συμμετείχε σε συζήτηση με τον οικονομολόγο Τζόζεφ Στίγκλιτς και χρειάσθηκε να δώσει ορισμένες απαντήσεις για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Μίλησε για δέσμευση της κυβέρνησης να μην επιστρέψει σε πρωτογενή ελλείμματα και για την πρόθεσή της για επανεκκίνηση των ιδιωτικοποιήσεων.
«Ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει εναντιωθεί στην πώληση ορισμένων περιουσιακών στοιχείων» είπε, «έχει όμως υποσχεθεί ότι δεν θα ακυρώσει τις ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ολοκληρωθεί, και κατά τη διάρκεια του τετραμήνου που έχει ορισθεί με το πρόγραμμα του Φεβρουαρίου δεν θα επανεξετάσει παρά μόνο ορισμένες προσφορές». Δήλωσε επίσης ότι η επιλογή της Αθήνας είναι οι κοινοπραξίες δημοσίου με ιδιώτες.
Σε ερωτήματα για τις μεταρρυθμίσεις, ο κ. Βαρουφάκης επανέλαβε τη θέληση της Ελλάδας να συζητήσει με τους εταίρους μια ιεραρχία στις μεταρρυθμίσεις, ακόμα και τον σχεδιασμό νομοσχεδίων που θα προωθηθούν στη Βουλή, «ώστε να ξέρουμε τι θα κάνουμε τα επόμενα 4, 3, 2 χρόνια, και όχι μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα» υπογράμμισε ο Γιάνης Βαρουφάκης.