Η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε σήμερα ψήφισμα, σχετικά με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για το 2009, το οποίο υπέβαλε η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, με εισηγητή τον Γερμανό χριστιανοδημοκράτη Μπουρκχραντ Μπαλζ (Burkhard Balz).

Με το ψήφισμα το ΕΚ ζητάει περισσότερη διαφάνεια στις εργασίες της ΕΚΤ, τοποθετείται για την οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τάσσεται υπέρ της περαιτέρω διεύρυνσης της ευρωζώνης. Με το σημερινό ψήφισμα οι ευρωβουλευτές τάχθηκαν, κατ’ αρχάς, υπέρ της υιοθέτησης του ευρώ από την Εσθονία από 1ης Ιανουαρίου του 2011.

Σχετικά με την οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, οι ευρωβουλευτές επισημαίνουν ότι «η χρηματοπιστωτική κρίση σε ορισμένες χώρες, εντός της ευρωζώνης, αποτελεί σοβαρό ζήτημα για την ευρωζώνη στο σύνολό της και καταδεικνύει την ανάγκη για μεταρρύθμιση και μεγαλύτερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών».

Προτρέπουν την Επιτροπή και την ΕΚΤ να εκπονήσουν προτάσεις -με βάση την πρόταση της Επιτροπής Βασιλείας για την Βασιλεία ΙΙΙ ( θέσπιση δεσμευτικών κανόνων για την καθιέρωση μιας αντικυκλικλης ρύθμισης)- και να προβούν στην ταχεία εφαρμογή τους, όταν οι προτάσεις της Επιτροπής Βασιλείας επικυρωθούν στο επίπεδο της Ομάδας των 20 (G20).

Σχετικά με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι ευρωβουλευτές τονίζουν ότι οι αρχές του δεν τηρήθηκαν πάντοτε πλήρως στο παρελθόν και ζητούν «μια χωρίς περιορισμούς και συνεπέστερη εφαρρμογή του Σύμφωνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνεται από ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την εξακρίβωση πιθανών ασυνεπειών».

Οι ευρωβουλευτές φέρουν ως παράδειγμα ένα είδος «ευρωπαϊκού εξαμήνου» ώστε να βελτιωθεί η εποπτεία, ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών και να εξασφαλισθεί η δημοσιονομική εξυγίανση.

Σε ό,τι αφορά στους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, το ΕΚ ζητά από την Επιτροπή να προχωρήσει σε προτάσεις για την αυστηρότερη εποπτεία και τη βελτίωση της λειτουργίας των οργανισμών αυτών, αλλά και να προχωρήσει περαιτέρω στην εξέταση της δυνατότητας δημιουργίας ευρωπαϊκών οργανισμών αξιολόγησης. Τονίζει ότι η αξιολόγηση του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης αποδείχθηκε προβληματική κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Οι ευρωβουλευτές υπογραμμίζουν την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, συνιστούν όμως τη βελτίωση της διαφάνειας των εργασιών της «προκειμένου να αυξηθεί η νομιμότητα και η προβλεψιμότητά τους».

Υπογραμμίζουν την αποφασιστικότητά τους να συνεχίσουν τον νομισματικό διάλογο για τον δημοκρατικό έλεγχο της ΕΚΤ και χαιρετίζουν την πρόταση για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ). Τονίζουν παράλληλα ότι «δεν είναι ικανοποιητική» η ιδέα να παρέχει το ΕΣΣΚ μόνο προειδοποιήσεις και συστάσεις, χωρίς να μπορεί να κηρύσσει από μόνο του κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Σχετικά με την έξοδο από την κρίση, οι ευρωβουλευτές προειδοποιούν ότι τα πακέτα λιτότητας δεν θα πρέπει να οδηγούν στη λήψη μέτρων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν σοβαρή τροχοπέδη στην οικονομική ανάκαμψη. Υποστηρίζουν ότι απαιτείται η δημιουργία «ενός νέου μοντέλου οικονομικής διακυβέρνησης με εργαλεία και χρονοδιαγράμματα που θα καθιστούν δυνατή την ισορροπία ανάμεσα στη διαδικασία δημοσιονομικής εξυγίανσης και τη διασφάλιση των αναγκών για επενδύσεις στην απασχόληση και τη βιώσιμη ανάπτυξη».

Σε ό,τι αφορά στο μέλλον της ευρωζώνης, το ΕΚ υποστηρίζει ότι ανεξάρτητα από τη σημερινή παγκόσμια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, η ευρωζώνη πρέπει να διευρυνθεί, με προϋπόθεση για κάθε προσχώρηση, την εκπλήρωση των κριτηρίων του Μάαστριχτ.

Οι ευρωβουλευτές πιστεύουν ότι «η υιοθέτηση του ευρώ από την Εσθονία δείχνει τη θέση που κατέχει το νόμισμα αυτό παρά την κρίση του δημόσιου χρέους».

Ευελπιστούν ότι η θέση αυτή θα ενθαρρύνει και τα άλλα κράτη-μέλη, να επιδιώξουν την προσχώρηση στην ευρωζώνη.