Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για αύξηση των φορολογικών συντελεστών και για την επιτυχή έκβαση του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής που εφαρμόζει η χώρα μας από τον περασμένο Μάιο, τονίζεται στην ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για την ελληνική οικονομία.

Ο διοικητής της, Γ. Προβόπουλος, θέτει δύο προϋποθέσεις για τη Νομισματική Πολιτική που υποβλήθηκε σήμερα στη Βουλή και στο Υπουργικό Συμβούλιο.

Συγκεκριμένα όπως αναφέρει η βασική προϋπόθεση επιτυχίας του Προγράμματος είναι η επάρκεια και η αποτελεσματικότητα των μηχανισμών που καλούνται να το εφαρμόσουν, δηλαδή της δημόσιας διοίκησης. Στην κατεύθυνση αυτή έχουν ήδη δρομολογηθεί σημαντικές αλλαγές, που πρέπει να ολοκληρωθούν χωρίς παρεκκλίσεις και καθυστερήσεις. Ωστόσο αυτές είναι ανεπαρκείς καθώς όπως αναφέρει η Έκθεση απαιτείται μια συνολική, ριζική ανασυγκρότηση του κράτους πάνω σε νέες βάσεις, έτσι ώστε οι λειτουργίες του να μην αντιστρατεύονται τη δημιουργική πρωτοβουλία αλλά, αντίθετα, να την ενθαρρύνουν.

Η δεύτερη απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εξασφάλιση της συνέχειας της εφαρμογής του Προγράμματος. Η ΤτΕ εκτιμά ότι ένας από τους κύριους λόγους που οδηγηθήκαμε στη σημερινή κρίση είναι ότι στο παρελθόν ανάλογα σταθεροποιητικά προγράμματα που άρχισαν να εφαρμόζονται δεν ολοκληρώθηκαν, καθώς έχασαν σύντομα την ορμή τους και τελικώς εγκαταλείφθηκαν. Με αυτές τις παλινωδίες, λίγους μήνες μετά τη διακοπή ενός προγράμματος εξανεμίζονταν όσα οφέλη είχαν προκύψει και η οικονομία επανερχόταν στο ίδιο επίπεδο όπου βρισκόταν πριν από την έναρξη του προγράμματος ή και σε χαμηλότερο.

Η ΤτΕ υπογραμμίζει την ανάγκη συνέχισης της δημοσιονομικής προσαρμογής όμως αυτή θα πρέπει πλέον να επικεντρωθεί στην περιστολή της σπατάλης καθώς όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αύξησης των φορολογικών συντελεστών επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων.

Η δημοσιονομική προσαρμογή θα είναι βιώσιμη και επιτυχής, υποστηρίζει η ΤτΕ, μόνο αν προκύψει από τη ριζική αναδιάρθρωση του κράτους. Επίσης για την αποτελεσματική εφαρμογή του Προγράμματος είναι απόλυτη ανάγκη, η δημοσιονομική πολιτική να προγραμματίζει με βάση εναλλακτικές εκδοχές και να βρίσκεται ανά πάσα στιγμή σε ετοιμότητα να αντιμετωπίσει τυχόν αποκλίσεις με διορθωτικές κινήσεις.

Επίσης τονίζεται ότι απαιτείται ένα συνεκτικό σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη που θα καταδεικνύει πειστικά ότι η ελληνική οικονομία μπορεί ν’ ανακάμψει γρήγορα και στη συνέχεια ν’ αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς στηριζόμενη σε υγιείς βάσεις.

Η ΤτΕ προειδοποιεί ότι ο δρόμος για την ανάπτυξη θα είναι μακρύς και επίπονος. Έως ότου γίνει αισθητή η βελτίωση θα υπάρξει κάποιο διάστημα επιδείνωσης. Για φέτος προβλέπεται συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 4% , ενώ προβλέπεται συνέχιση της ύφεσης και το 2011 αν και με μικρότερη ένταση.

Το σχέδιο δράσης που προτείνει η ΤτΕ οφείλει να περιλαμβάνει δύο βασικούς άξονες. Πρώτον την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας και ενίσχυση της εξωστρεφούς ανάπτυξης. Δεύτερον, τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικού προς την επιχειρηματική δραστηριότητα με την βελτίωση του θεσμικού πλαισίου.

Ο κ. Προβόπουλος απέρριψε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του Δημοσίου Χρέους επισημαίνοντας ότι η επιφυλακτικότητα που δείχνουν οι αγορές με αποτέλεσμα οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων να διατηρούνται ακόμη σε υψηλό επίπεδο. Προσθέτει μάλιστα ότι η επιφυλακτικότητα των αγορών τροφοδοτείται και από αναλύσεις που θεωρούν αναπόφευκτη την αναδιάρθρωση του χρέους, προεξοφλώντας ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης θα είναι καθηλωμένοι σε χαμηλό επίπεδο.

Για τις εξελίξεις στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα ο διοικητής της ΤτΕ τάσσεται υπέρ των στρατηγικών συνεργασιών και των συγχωνεύσεων. Εκτιμά ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες οφείλονται κυρίως στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.

Υποστηρίζει ότι τα μεγέθη του τραπεζικού τομέα δεν θα μεταβληθούν επί τα βελτίω, εάν πρωτίστως δεν διορθωθούν οι παράγοντες εκείνοι που ασκούν πιέσεις στην πιστοληπτική ικανότητα των τραπεζών και κατ’ επέκταση στη δυνατότητά τους να αντλούν κεφάλαια από τις αγορές χρήματος και κεφαλαίων.

Ταυτοχρόνως ο διοικητής της ΤτΕ κάλεσε τις Τράπεζες να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. Συγκεκριμένα θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι, ακόμη και όταν η οικονομική δραστηριότητα επανέλθει σε ανοδική πορεία, ο ρυθμός επέκτασης των τραπεζικών εργασιών θα διαμορφωθεί σε επίπεδο χαμηλότερο εκείνου που είχε παρατηρηθεί στο παρελθόν, πριν από την κρίση.

Επίσης, κάποια στιγμή, σταδιακά, θα αρθούν τα εναπομένοντα μη συμβατικά μέτρα στήριξης της ΕΚΤ, ενώ η άντληση χρηματοδότησης από τις διεθνείς αγορές ενδέχεται να παραμείνει δυσχερής, καθώς θα είναι αυξημένος ο ανταγωνισμός μεταξύ κυβερνήσεων, τραπεζών και επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα για την άντληση κεφαλαίων.