Με δεδομένη την έλλειψη ρευστότητας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα αλλά και τη γενικότερη τάση αναζήτησης εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης των μη-χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων εκτός του τραπεζικού συστήματος αρχίζει να παρατηρείται μια ανοδική τάση έκδοσης εταιρικών ομολόγων από μεγάλες ελληνικές εταιρείες με διεθνή προσανατολισμό. Εκμεταλλευόμενες τη γενικότερη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και ειδικότερα το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για ελληνικά assets, οι ελληνικές επιχειρήσεις εξέδωσαν 6 νέα εταιρικά ομόλογα κατά τη διάρκεια του 2013, συνολικού ύψους 2,85δισεκ.
Παρά το αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον δεν έχει υπάρξει έως τώρα ένας δείκτης που να αντανακλά τις συνολικές μεταβολές και αποδόσεις σε αυτό το εκκολαπτόμενο τμήμα της αγοράς. Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει ο Δείκτης Ελληνικών Εταιρικών Ομολόγων της Τράπεζας Πειραιώς ο οποίος αντανακλά τις τιμές 12 βασικών εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί από 8 ελληνικές εταιρείες.
Η εξέλιξη του δείκτη και η αντιπαραβολή του με τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Εταιρικών Ομολόγων Υψηλής Απόδοσης (Bloomberg EUR High Yield Corporate Bond Index) είναι ενδεικτική των εξελίξεων τόσο στην ελληνική οικονομία όσο και για την διάθεση των διεθνών επενδυτών να λάβουν ελληνικό ρίσκο. Ο δείκτης από τη δημιουργία του στις 2/1/2013 έως τα τέλη του 2013, αυξήθηκε από 100 μονάδες σε 115,14 μονάδες προσφέροντας συνολική απόδοση 15,1% έναντι 7,9% του Ευρωπαϊκού δείκτη. Η συνδιακύμανση των δύο δεικτών είναι αξιοσημείωτη υποδεικνύοντας ότι παρά τη περιορισμένη ρευστότητά της η ελληνική ομολογιακή αγορά ακολουθεί τις ευρωπαϊκές τάσεις. Αντίθετα οι υψηλότερες αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων αντανακλούν τη ραγδαία αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων η οποία είναι συνέπεια της μείωσης του ελληνικού ασφάλιστρου κινδύνου. Πέρα από τα κεφαλαιακά κέρδη των επενδυτών, η αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων θα έχει ευρύτερες θετικές επιπτώσεις καθώς καθιστά την έκδοση νέων εταιρικών ομολόγων ακόμα πιο ελκυστική.
Οι νέες εκδόσεις θα γίνουν στα νέα χαμηλότερα επίπεδα επιτοκίων, μειώνοντας σημαντικά το χρηματοοικονομικό κόστος των ελληνικών επιχειρήσεων γεγονός που θα επιτρέψει τους πόρους που αντλούν οι επιχειρήσεις να τους χρησιμοποιήσουν όχι μόνο για την αναχρηματοδότηση παλαιών δανείων αλλά και για τη χρηματοδότηση νέων επενδυτικών σχεδίων.