Για τον κίνδυνο μείωσης της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας προειδοποίησε ο επικεφαλής της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας Γενς Βάιντμαν, επισημαίνοντας ότι σταδιακά αυξάνεται η ανταγωνιστικότητα των άλλων κρατών-μελών της Ευρωζώνης, ενώ τα δημογραφικά ζητήματα δυσχεραίνουν την θέση της Γερμανίας.
«Τα οικονομικά πλεονεκτήματα χάνονται αρκετά γρήγορα. Αυτό είναι το δίδαγμα από τις χώρες της σημερινής κρίσης, όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία, οι οποίες κάποτε θεωρούνταν οικονομικά πρότυπα της Ευρωζώνης», δήλωσε ο κ. Βάιντμαν μιλώντας απόψε στα γραφεία της Μπούντεσμπανκ στο Ντίσελντορφ, σημειώνοντας παράλληλα ότι «η Γερμανία δεν υποφέρει από «φούσκα» στον τομέα των ακινήτων ή από “κακές” τράπεζες».
Ο κεντρικός τραπεζίτης της Γερμανίας ανέδειξε ωστόσο το ζήτημα των δημογραφικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα, καθώς ο πληθυσμός της συρρικνώνεται, στοιχείο το οποίο, όπως είπε, μπορεί να στοιχίσει στην οικονομία ένα 0,3% δυνητικής ανάπτυξης ως το 2020. Απηύθυνε δε έκκληση στην κυβέρνηση να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στην μεταναστευτική πολιτική, προκειμένου να έλθουν στην χώρα περισσότεροι εξειδικευμένοι εργάτες, αλλά και στην αγορά εργασίας, ώστε οι γυναίκες να μπορούν να εργάζονται περισσότερα χρόνια. «Το δημογραφικό βάρος επί του προϋπολογισμού θα αρχίσει σύντομα να αυξάνεται», τόνισε ο γερμανός τραπεζίτης και ζήτησε να χαμηλώσει ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ, ο οποίος σήμερα υπερβαίνει το 80%.
Αναφερόμενος σε ζητήματα που έχουν ανακύψει στις διαδικασίες σχηματισμού κυβέρνησης, ο κ. Βάιντμαν τάχθηκε εναντίον τόσο της θέσπισης κατώτατου μισθού, όσο και της επαναφοράς του ορίου συνταξιοδότησης στα 65 από τα 67 χρόνια, ενώ ζήτησε την ευρύτερη εφαρμογή των συμβολαίων προσωρινής εργασίας, τα οποία, όπως είπε, ενισχύουν την ελαστικότητα της αγοράς εργασίας.