Τη απογοήτευσή του για το ότι στη Ευρώπη συνεχίζουν να κυριαρχούν οι «ταλιμπάν της λιτότητας» εξέφρασε ο οικονομολόγος Ζαν Πιζανί-Φερί, διευθυντής του ινστιτούτου Bruegel και πρώην στέλεχος της Κομισιόν.
«Το περασμένο καλοκαίρι σημειώθηκε μια στροφή στην αντιμετώπιση της κρίσης. Η Ευρώπη πίστευε για καιρό ότι η κρίση προήλθε αποκλειστικά από την παραβίαση των δημοσιονομικών κανόνων. Οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί από τον περασμένο Ιούνιο δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατάλαβαν επιτέλους ότι δεν αρκεί να ενισχύεται η πειθαρχία και ότι ο ακραίος οικονομικός κατατεμαχισμός της Ευρωζώνης απαιτεί μια συστημική απάντηση», δήλωσε σε συνέντευξή του στο σημερινό φύλλο της Μοντ ο οικονομολόγος Ζαν Πιζανί-Φερί.
Ο διευθυντής του του ινστιτούτου Bruegel σημειώνει, επίσης, ότι «από τα μέσα του 2011 τα κεφάλαια διαφεύγουν μαζικά από τον Νότο προς τον Βορρά. Η “καρδιακή προσβολή” δεν αποτράπηκε παρά με την παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών, που πήραν τη θέση των αγορών. Παρ’ όλα αυτά, οι επιχειρήσεις του Νότου χρηματοδοτούνται με πολύ χειρότερους όρους από εκείνες του Βορρά».
Σύμφωνα με το πρώην στέλεχος της Κομισιόν, «η Ισπανία πρέπει να ζητήσει επισήμως ενίσχυση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, κάτι που θα ανοίξει τον δρόμο στις παρεμβάσεις της ΕΚΤ. Μια τέτοια κίνηση θα έχει βέβαια πολιτικό κόστος. Πρέπει όμως να γίνει. Η Ευρώπη έχει την ικανότητα να ανακοινώνει αποφάσεις τις οποίες δεν εφαρμόζει ποτέ».
Και τονίζει: «Οι χώρες της νότιας Ευρώπης πάσχουν ταυτοχρόνως από χαμηλή ανταγωνιστικότητα και υψηλό χρέος, ιδιωτικό ή δημόσιο. Η προσπάθεια ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας με μείωση των τιμών και των μισθών δημιουργεί όμως προβλήματα στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Και αυτό μεγαλώνει τελικά το βάρος του χρέους».
Ο επικεφαλής του ινστιτούτου Bruegel συμφωνεί με τον πρώην πρόεδρο της Κομισιόν Ρομάνο Πρόντι, που είχε χαρακτηρίσει βλακώδη τα όρια στους οικονομικούς δείκτες. «Αυτά τα όρια πρέπει να καταργηθούν. Θα υπάρχουν βέβαια πάντα οι “ταλιμπάν της λιτότητας”. Δεν είναι δυνατόν όμως, σε περίοδο ύφεσης, να γίνεται προσπάθεια να αντισταθμιστεί η πτώση των εσόδων με την αύξηση των φόρων», επισημαίνει.