«Δεμένο» στο άρμα του Δημοσίου παραμένει το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, το οποίο υπόκειται σε πλήθος περιορισμών.

Σύμφωνα με τον νέο Κανονισμό του Ταμείου, ο οποίος που συντάχθηκε κατ’ εφαρμογή του ν. 3965/2011, τόσο οι αρχές λειτουργίας του κλάδου εμπορικών δραστηριοτήτων της τράπεζας όσο και οι όροι άσκησης επενδυτικής πολιτικής χαρακτηρίζονται από πλήθος περιορισμών και πρωτοτυπιών.

Αν και ο νέος κανονισμός αναφέρει πως το Ταμείο ως προς τις αποφάσεις που αφορούν στον κλάδο εμπορικών δραστηριοτήτων λειτουργεί ως ιδιώτης επιχειρηματίας, σύμφωνα με τις αρχές της αποδοτικότητας, της συντηρητικότητας και της ανταγωνιστικότητας, την ίδια στιγμή αναφέρει πως θα επιτρέπεται έστω και περιορισμένα πόροι από τον δεσμευμένο τομέα (παρακαταθήκη) να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του εμπορικού κλάδου.

«Στον βαθμό που, λόγω της ενιαίας νομικής προσωπικότητας του Ταμείου, προνόμια άσκησης δημόσιας εξουσίας είναι δυνατό να εφαρμόζονται και στον κλάδο εμπορικών δραστηριοτήτων, το Ταμείο καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να επέρχεται από την εφαρμογή τους η μικρότερη δυνατή στρέβλωση του υγιούς ανταγωνισμού», τονίζει χαρακτηριστικά ο Κανονισμός.

Ακόμη, απαγορεύεται στο Ταμείο να εφαρμόζει επιθετικές εμπορικές πολιτικές προώθησης των υπηρεσιών χορήγησης δανείων που παρέχει και επιβάλλεται να λαμβάνει μέριμνα ώστε να μην θίγονται τα δικαιώματα τρίτων ή σκοποί δημοσίου συμφέροντος.

Παρά ταύτα ο κλάδος εμπορικών δραστηριοτήτων οφείλει να τηρεί τα ελάχιστα όρια δεικτών ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας, όπως αυτά καθορίζονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία περί πιστωτικών ιδρυμάτων.

Αλλά τα στρεβλά δεν σταματούν εδώ. Ο νέος Κανονισμός προβλέπει πως κατά τη συμμετοχή του σε επενδύσεις γενικού συμφέροντος το Ταμείο πρέπει να τηρεί τους κανόνες του ανταγωνισμού, αλλά να προβαίνει σε επενδύσεις γενικού συμφέροντος στο μέτρο που η ελεύθερη αγορά είναι είτε απρόθυμη είτε ανεπαρκής για να προβεί σε αυτές.

Σύμφωνα με τον νέο Κανονισμό, «κατά την πραγματοποίηση επενδύσεων γενικού συμφέροντος το Ταμείο μπορεί να αποκλίνει από την αρχή του ιδιώτη επιχειρηματία επενδυτή μόνο κατά το μέτρο που κάτι τέτοιο υπαγορεύει η ιδιαίτερη φύση τους», ωστόσο την ίδια στιγμή προβλέπεται πως όταν προβαίνει στις επενδύσεις το Ταμείο πρέπει να συμπεριφέρεται ως συνετός ιδιώτης επιχειρηματίας επενδυτής και να συνδυάζει την αρχή της επενδυτικής απόδοσης με την ανάγκη για διασφάλιση επαρκούς επιπέδου τρέχουσας ρευστότητας και την αρχή της διαφοροποίησης των κινδύνων.