Το συμβόλαιο για την προμήθεια σωλήνων για το χερσαίο τμήμα του αγωγού ανέθεσε στην εταιρεία Σωληνουργεία Κορίνθου η κοινοπραξία του αγωγού φυσικού αερίου ΤΑΡ, όπως ανακοινώθηκε σήμερα στην Ελβετία. Πρόκειται για αγωγό συνολικού μήκους 495 χιλιομέτρων, διαμέτρου 48 ιντσών και συνολικού βάρους 270.000 τόνων.
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΡ, Ian Bradshaw, εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη συνεργασία με τη Σωληνουργεία Κορίνθου και τον συνεταίρο τους, Marubeni Itochu Steel και επεσήμανε ότι η επιλογή της ελληνικής εταιρίας ως βασικού προμηθευτή για τον αγωγό επί ελληνικού εδάφους διασφαλίζει την απασχόληση και θα έχει μακροπρόθεσμα θετικές συνέπειες για τις επενδύσεις στην Ελλάδα.
Η Σωληνουργεία Κορίνθου έχει έδρα στην Ελλάδα και θυγατρικές στις ΗΠΑ, τη Ρωσία, Την Κύπρο και την Πολωνία. Το εργοστάσιο της Θίσβης στη Βοιωτία έχει δυναμικό παραγωγής 1 εκατ. τόννων ετησίως. Η Marubeni Itochu Steel περιλαμβάνεται στους μεγαλύτερους προμηθευτές χάλυβα παγκοσμίως με κύκλο εργασιών 2,1 τρισ. γιεν και κέρδη προ φόρων 40 δισ. γιεν το 2014.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της εταιρείας Σωληνουργεία Κορίνθου, οι παραδόσεις των σωλήνων αναμένεται να ξεκινήσουν εντός του 2016 και να ολοκληρωθούν το 2017.
«Η ανάληψη του πολύ σημαντικού αυτού έργου επιβεβαιώνει τη θέση της Σωληνουργεία Κορίνθου ανάμεσα στους σημαντικότερους προμηθευτές σωλήνων για τον κλάδο της ενέργειας παγκοσμίως. Επιπλέον, αυξάνεται σημαντικά το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των εργασιών της, ενισχύοντας έτσι τις θετικές προοπτικές και για τις επόμενες χρήσεις, ενώ αποδεικνύεται με εμφατικό τρόπο η επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στρατηγικού στόχου της Σωληνουργεία Κορίνθου για τη συμμετοχή της στα μεγάλα ενεργειακά έργα και έργα υποδομής της Νοτιοανατολικής Μεσογείου» τονίζεται στην ανακοίνωση»
Παράλληλα, σημειώνεται ότι «δεδομένης της σημασίας, του μεγέθους και της διάρκειας υλοποίησης του αναληφθέντος έργου, ξεχωριστή αναφορά πρέπει να γίνει στις θετικές συνέπειες που αναμένεται να έχει αφενός για την τοπική κοινωνία και οικονομία της Θίσβης, Βοιωτίας, όπου βρίσκονται οι παραγωγικές εγκαταστάσεις της εταιρίας, και αφετέρου στην υψηλή προστιθέμενη αξία που αναμένεται να προσδώσει στην ελληνική οικονομία γενικότερα».