Οι προοπτικές της κινεζικής οικονομίας είναι θετικές και δεν υπάρχει βάση για να συνεχισθεί η υποτίμηση του γιουάν, δήλωσε ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Κετσιάνγκ σήμερα, επαναλαμβάνοντας τη δέσμευση της κυβέρνησης να προωθήσει μεταρρυθμίσεις και να στηρίξει την οικονομία.
Η Κίνα δεν θέλει έναν νομισματικό πόλεμο και το γιουάν θα διατηρήσει την σταθερότητά του, είπε ο Λι σε συνάντηση υψηλόβαθμων διοικητικών στελεχών στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) στη νοτιοανατολική πόλη της Κίνας Νταλιάν.
«Εάν πράγματι συμβεί ένας νομισματικός πόλεμος, αυτό απλά θα βλάψει την Κίνα» πρόσθεσε ο πρωθυπουργός. «Η συνεχής υποτίμηση του γιουάν σε καμία περίπτωση δεν ευνοεί την διεθνοποίηση του νομίσματος. Δεν είναι η πολιτική μας προτίμηση».
Τον περασμένο μήνα, η Κίνα υποτίμησε το γιουάν κατά 2% περίπου σε μια κίνηση που προκάλεσε έκπληξη στις αγορές.
Η Κίνα δεν ήθελε την υποτίμηση του γιουάν για να ενισχύσει τις εξαγωγές, επανέλαβε ο Λι, προσθέτοντας ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για την περαιτέρω ενδεχόμενη αποδυνάμωση του κινεζικού νομίσματος.
Ερωτηθείς για την αστάθεια στην χρηματοοικονομική αγορά, ο Λι είπε ότι η Κίνα χρειάζεται να συνεχίζει τις μεταρρυθμίσεις σε πολλούς τομείς για να διασφαλίσει τη χρηματοοικονομική της σταθερότητα.
«Τώρα, μπορούμε να πούμε ότι τα μέτρα της κυβέρνησης εξάλειψαν την πιθανότητα τυχόν συστημικών χρηματοπιστωτικών κινδύνων. Η κίνηση σε καμία περίπτωση δεν είχε στόχο να αποδυναμώσει το ρόλο της αγοράς», δήλωσε ο Κινέζος πρωθυπουργός.
Ο Λι είπε ότι οι πρόσφατες πολιτικές της κυβέρνησης κερδίζουν έδαφος και ότι η Κίνα θα διατηρήσει τη βασική κατεύθυνση της πολιτικής και θα είναι έτοιμη να προχωρήσει σε αλλαγές προληπτικού χαρακτήρα.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι η δημιουργία πάνω από 7 εκατ. θέσεων εργασίας στα αστικά κέντρα και η διατήρηση του ποσοστού της ανεργίας στο 5,1% το πρώτο εξάμηνο του έτους δείχνει ότι η κινεζική οικονομία είναι «σε καλό δρόμο».
«Δεν θα επηρεαστούμε από βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις στη γενικότερη κατεύθυνσή μας» δήλωσε ο Λι και δεσμεύθηκε να προωθήσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να εντείνει την εφαρμογή στοχευμένων ρυθμιστικών μέτρων.