Αντισυνταγματική, αντίθετη στο χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι η δημοσιοποίηση των καταλόγων φορολογουμένων στο διαδίκτυο, αποφάνθηκε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Ειδικότερα, το υπουργείο Οικονομικών ζήτησε από την Αρχή (όπως προβλέπει η νομοθεσία) να γνωμοδοτήσει για το αν συνάδει με την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η δημοσιοποίηση από το υπουργείο Οικονομικών, καταλόγων φορολογουμένων στο Internet.
Το υπουργείο Οικονομικών επικαλέστηκε, μεταξύ των άλλων, στην Αρχή ότι «η δημοσιοποίηση των καταλόγων των φορολογουμένων στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων αποτελεί ένα εύλογο μέτρο αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής». Το υπουργείο με το μέτρο αυτό προσβλέπει στο «να καλλιεργήσει κλίμα φορολογικής συμμόρφωσης με απώτερο στόχο την πάταξη της φοροδιαφυγής, καθόσον θα είναι πλέον προσβάσιμη η πληροφορία για το σύνολο των εισοδημάτων των φορολογουμένων».
Συγκεκριμένα, μέσω της δημοσίευσης των δηλουμένων εισοδημάτων θα ασκείται κοινωνική πίεση σε φορολογουμένους που φοροδιαφεύγουν προκλητικά, προκειμένου να δηλώνουν εισοδήματα ανάλογα με τα προφανή έσοδα τους ή τον τρόπο ζωής τους, υποστήριξε το υπουργείο Οικονομικών.
Από την πλευρά της η Αρχή σταθμίζοντας, αφενός, τις δυσμενείς επιπτώσεις, που ενέχει το επίμαχο μέτρο για την ελεύθερη συμμετοχή των ειλικρινών φορολογουμένων στην οικονομική και κοινωνική ζωή, καθώς και τους κινδύνους για τη διάπραξη σε βάρος τους εγκληματικών ενεργειών και, αφετέρου, τη λίαν αμφίβολη αποτελεσματικότητα του μέτρου για τον εντοπισμό και τη σύλληψη της φορολογητέας ύλης, έχει τη γνώμη ότι «η δημοσιοποίηση των φορολογικών καταλόγων δια της αναρτήσεώς τους στα καταστήματα των κατά τόπους δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών και των Δήμων ή Κοινοτήτων, όπου εδρεύει δημόσια οικονομική υπηρεσία, καθώς και δια του Τύπου και στο διαδίκτυο δεν τηρεί την αρχή της αναλογικότητας για τον επιδιωκόμενο σκοπό της πάταξης της φοροδιαφυγής».
Συνεπώς, συνεχίζει η Αρχή, το εν λόγω μέτρο κρίνεται, κατά πλειοψηφία, ότι δεν συνάδει προς κανόνες υπέρτερης τυπικής ισχύος, όπως τα άρθρα 9Α και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, 8 του Χάρτη Θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 6 παρ. 1 στοιχ. της Οδηγίας 95/46/ΕΚ και 9 παρ. 2 της Σύμβασης 108 (1981) του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Αντίθετα, η Αρχή επισημαίνει ότι η επιχειρούμενη από το υπουργείο Οικονομικών επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που περιέχονται στους καταλόγους φορολογουμένων, για το σκοπό της επαλήθευσης του ΑΦΜ και των στοιχείων μητρώου (TAXIS net), καθώς και τον περιορισμό των συναλλαγών με πλαστά στοιχεία και παραστατικά, «συνάδει προς τις προαναφερόμενες διατάξεις υπέρτερης τυπικής ισχύος, προεχόντως διότι δεν αποκαλύπτονται πληροφορίες σχετικές με το εισόδημα των ενδιαφερομένων φορολογουμένων και το φόρο, που αναλογεί σε αυτό».