Στην περιοχή της Αττικής, περίπου 526.154 κατοικίες παραμένουν κενές, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, και παραμένουν ανεκμετάλλευτες λόγω διαφόρων παραμέτρων. Παρά τη μεγάλη υπερπληθώρα ακινήτων, πολλά από τα διαμερίσματα αυτά είναι σε κακή κατάσταση και απαιτούν ανακαίνιση, η οποία όμως είναι εξαιρετικά δαπανηρή και χρονοβόρα. Παρά τις ανάγκες στην αγορά στέγασης, η διαδικασία αξιοποίησης των κενών αυτών ακινήτων παραμένει δύσκολη, λόγω της έλλειψης κινήτρων για τους ιδιοκτήτες, αλλά και των νομικών και γραφειοκρατικών εμποδίων.
Η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα, που συνδέεται άμεσα με την οικονομική ύφεση και την κρίση του 2008, συνεχίζει να πλήττει μεγάλο ποσοστό των πολιτών. Οι τιμές των ακινήτων εκτοξεύονται, ενώ η ζήτηση για ενοικίαση παραμένει αυξημένη, κυρίως από νέους και φοιτητές που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν δικό τους σπίτι. Ταυτόχρονα, οι αυξήσεις στα ενοίκια καθιστούν τη στέγαση ακόμα πιο δύσκολη για τα νοικοκυριά.
Τα κενά διαμερίσματα στην Αττική, αν και υπερβολικά πολλά, παραμένουν αναξιοποίητα και ο αριθμός τους είναι ενδεικτικός της κατάστασης στην αγορά ακινήτων. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των κατοικιών ανήκει σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή επενδυτικά funds, τα οποία, για οικονομικούς λόγους, προτιμούν να τα πουλήσουν παρά να τα ανακαινίσουν ή να τα ενοικιάσουν. Αυτό έχει οδηγήσει σε μια εκτεταμένη υποεκμετάλλευση των ακινήτων, την ώρα που η ανάγκη για προσιτή στέγαση είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Η κυβέρνηση έχει αναλάβει κάποιες πρωτοβουλίες προκειμένου να αναστρέψει την κατάσταση. Έχουν θεσπιστεί φορολογικές απαλλαγές για τους ιδιοκτήτες που ενοικιάζουν τα ακίνητά τους για τριετία, με στόχο την ενίσχυση της προσφοράς ενοικιαζόμενων κατοικιών. Ωστόσο, οι αποσπασματικές αυτές πρωτοβουλίες δεν φαίνεται να επαρκούν για την αναγέννηση της αγοράς και την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, κυρίως λόγω της έλλειψης ουσιαστικών κινήτρων για την ανακαίνιση των παλαιών ακινήτων.
Οι προκλήσεις

Η πραγματική πρόκληση, όπως αναφέρουν οι ειδικοί, είναι η δυσκολία εφαρμογής πολιτικών που να ενθαρρύνουν την ανακαίνιση των κενών ακινήτων. Η διαδικασία ανακαίνισης απαιτεί σημαντικές επενδύσεις και χρόνο, ενώ οι υψηλές κατασκευαστικές δαπάνες και οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις καθιστούν το έργο ακόμα πιο δύσκολο. Παράλληλα, η ανέγερση νέων κατοικιών, ακόμα και από ιδιώτες, αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια λόγω του αυξημένου κόστους κατασκευής.
Η ανάγκη για διαφορετικούς τύπους κατοικιών είναι επίσης επιτακτική. Η ζήτηση προσιτών διαμερισμάτων είναι μεγάλη, κυρίως από νέους που έρχονται από την περιφέρεια, φοιτητές και νέες οικογένειες, οι οποίες βρίσκονται σε οικονομική δυσχέρεια. Η έλλειψη προσφοράς, όμως, συνεχίζει να εντείνει την πίεση στην αγορά, με αποτέλεσμα οι τιμές να ανεβαίνουν, ενώ η προσφορά παραμένει περιορισμένη.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η λύση στο πρόβλημα της στεγαστικής κρίσης μπορεί να έρθει μόνο μέσω ενός συντονισμένου σχεδίου ανακαίνισης των υπαρχόντων ακινήτων και της κατασκευής νέων, πιο οικονομικών κατοικιών. Η ενίσχυση των κινήτρων για ανακαινίσεις και η ενθάρρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, καθώς και η εφαρμογή επιδοτήσεων για την ανέγερση νέων κατοικιών, θεωρούνται απαραίτητες για την επίλυση του προβλήματος.
Το πρόβλημα της στεγαστικής κρίσης στην Ελλάδα, με την υπερπληθώρα κενών ακινήτων, παραμένει πολύπλοκο και απαιτεί συστηματική και διαρκή πολιτική παρέμβαση για να αντιμετωπιστεί με αποτελεσματικό τρόπο.