Η ονομασία ευρώ υιοθετήθηκε επίσημα στις 16 Δεκεμβρίου 1995 στη Μαδρίτη.

Το ευρώ εισήχθη στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές ως ένα λογιστικό νόμισμα την 1η Ιανουαρίου 1999, αντικαθιστώντας την πρώην Ευρωπαϊκή λογιστική μονάδα (ECU) σε αναλογία 1:1 (US$1.1743).

Τα φυσικά κέρματα και τραπεζογραμμάτια ευρώ τέθηκαν σε κυκλοφορία την 1η Ιανουαρίου 2002, καθιστώντας το ως το καθημερινό νόμισμα λειτουργίας των αρχικών μελών της ευρωζώνης και μέχρι τον Μάρτιο του 2002 είχε αντικαταστήσει εντελώς τα προηγούμενα νομίσματα.

Το ευρώ είναι το μοναδικό νόμισμα 20 μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Εσθονία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Κροατία, Κύπρος, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Ολλανδία, Πορτογαλία, Σλοβακία, Σλοβενία και Φινλανδία.

Ένα ειδικό σύμβολο ευρώ (€) σχεδιάστηκε μετά από μια δημοσκόπηση που είχε περιορίσει τις αρχικές δέκα προτάσεις σε δύο.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέλεξε το σχέδιο που δημιούργησε ο Βέλγος Αλέν Μπιλιέτ. Για το σύμβολο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε:

Η έμπνευση για το σύμβολο € προήλθε από το ελληνικό έψιλον (ε) – μια αναφορά στο λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού – και στο πρώτο γράμμα της λέξης Ευρώπη, που τέμνεται από 2 παράλληλες ευθείες για να «πιστοποιεί» τη σταθερότητα του ευρώ.

Ένα χρυσό, «παρθένο» πενηντάδραχμο του 1876 πωλήθηκε για 160.000 ευρώ.

Όπως εξηγεί μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο Νικόλαος Μαθιουδάκης, εκτιμητής νομισμάτων, η αξία μιας δραχμής σήμερα, εξαρτάται από το πόσο παλιά είναι και από την κατάστασή της. Ειδικότερα, αν πρόκειται για νόμισμα που κυκλοφόρησε, μετά το 1830 και πριν το 1900, η αξία του είναι μεγαλύτερη. Όπως σημειώνει ο κ. Μαθιουδάκης, όσο πιο ακυκλοφόρητες, τόσο το καλύτερο για τη σημερινή τους αξία.