Η Ελλάδα αμφισβητεί το στερεότυπο της «τεμπελιάς» και αναδεικνύεται ως μία από τις χώρες στην Ευρώπη, όπου οι εργαζόμενοι δουλεύουν σκληρά, ωστόσο οι μισθοί παραμένουν χαμηλοί.
Τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσαν ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και η Eurostat καταρρίπτουν έναν από τους πιο διαδεδομένους μύθους σχετικά με τους Έλληνες, αυτόν του «τεμπέλη Έλληνα». Η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική: σύμφωνα με τα δεδομένα, οι Έλληνες εργαζόμενοι είναι ανάμεσα στους πιο σκληρά εργαζόμενους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς εργάζονται περισσότερες ώρες από τους περισσότερους Ευρωπαίους, αλλά αμείβονται με μισθούς που απέχουν πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Παρά το γεγονός ότι η εργασία τους είναι έντονη και η χώρα ανακάμπτει από την πολύχρονη οικονομική κρίση, οι συνθήκες στην αγορά εργασίας παραμένουν δύσκολες και τα εισοδήματα εξακολουθούν να βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα, κοντά στα δεδομένα των Βαλκανίων.
Οι στατιστικές δείχνουν ότι, παρά την υπερβολική εργατικότητα, η Ελλάδα συνεχίζει να πλήττεται από την έλλειψη οικονομικής ανάπτυξης και την αργή ανάκαμψη της αγοράς εργασίας, μετά την 10ετή οικονομική κρίση και τα αυστηρά μέτρα των τριών μνημονίων που υπήρξαν. Ο ΟΟΣΑ κατατάσσει την Ελλάδα ως μία από τις χώρες με τις περισσότερες ώρες εργασίας στην Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα οι αποδοχές των εργαζομένων παραμένουν χαμηλές σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι Έλληνες και οι Πολωνοί εργάζονται περισσότερο από κάθε άλλο έθνος στην ΕΕ, με τις ώρες εργασίας στην Ελλάδα να ξεπερνούν τις 1.700 ετησίως. Αυτό σημαίνει σχεδόν 400 περισσότερες ώρες σε σύγκριση με τους Γερμανούς, οι οποίοι εργάζονται μόλις 1.301 ώρες, δηλαδή 76 λιγότερες σε σχέση με το 1999, όταν οι ώρες εργασίας στη Γερμανία ήταν 1.377. Παρά το γεγονός αυτό, η εργατικότητα των Ελλήνων δεν αντανακλάται στις αποδοχές τους, οι οποίες παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Η Ελλάδα, αν και έχει επιτύχει κάποιες αυξήσεις μισθών τα τελευταία χρόνια, παραμένει πολύ πίσω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο επόμενος στόχος – δέσμευση του πρωθυπουργού είναι το 2027 ο κατώτατος μισθός να φτάσει στα 950 ευρώ και ο μέσος μισθός στα 1.500 ευρώ.
Τα τελευταία στοιχεία που δημοσιεύτηκαν από τη Eurostat για το 2023, κατατάσσουν την Ελλάδα στην 3η θέση από το τέλος στον πίνακα με τους μέσους μισθούς πλήρους απασχόλησης στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, οι μέσες ετήσιες αποδοχές των Ελλήνων εργαζομένων το 2023 ανήλθαν σε 17.013 ευρώ, παρουσιάζοντας μια αύξηση της τάξεως του 3,69% σε σχέση με το 2022, όταν οι μέσες αποδοχές ήταν 16.407 ευρώ. Παρά την αύξηση αυτή, η Ελλάδα παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα, με τις αποδοχές να είναι πολύ κοντά στις χαμηλότερες στην Ευρώπη.
Η ποσοστιαία αύξηση των μισθών στην Ελλάδα είναι παρόμοια με άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Δανία (3,74%) και η Ιταλία (2,83%), αλλά η χαμηλή βάση των μισθών στην Ελλάδα την κατατάσσει αυτόματα στις τελευταίες θέσεις της λίστας με τους μέσους μισθούς στην Ευρώπη. Επιπλέον, ενώ το 2022 η Ελλάδα κατάφερε να ξεπεράσει χώρες όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Ουγγαρία και η Βουλγαρία, το 2023 η κατάσταση έχει αλλάξει, με την Πολωνία και τη Ρουμανία να καταγράφουν σημαντικές αυξήσεις στις μέσες αποδοχές τους. Η Πολωνία παρουσίασε αύξηση 16,57% και οι μέσες ετήσιες αποδοχές της ανήλθαν σε 18.054 ευρώ, ενώ η Ρουμανία σημείωσε αύξηση 17,76%, φτάνοντας τις 17.739 ευρώ.
Με βάση τα πιο πρόσφατα επικαιροποιημένα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα ξεπερνά πλέον μόνο την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία στην κατάταξη των χωρών της ΕΕ με τις χαμηλότερες μέσες αποδοχές, με την Βουλγαρία να παραμένει στην τελευταία θέση με μέσες ετήσιες αποδοχές μόλις 13.503 ευρώ.
Η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα φαίνεται να έχει βελτιωθεί σε κάποιους τομείς, όμως η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες όσον αφορά τις αμοιβές των εργαζομένων και τη διασφάλιση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης για τους πολίτες της. Παρά την αυξημένη εργασία και τις θυσίες που έχουν γίνει από τους Έλληνες εργαζόμενους, οι αποδοχές τους παραμένουν σε επίπεδα πολύ κάτω από τις προσδοκίες τους, δημιουργώντας ανισότητες και εντείνοντας την οικονομική ανασφάλεια. Η προσπάθεια για την αύξηση του κατώτατου μισθού και τη σύγκλιση του μέσου μισθού με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο παραμένει ένας μακροπρόθεσμος στόχος, ο οποίος απαιτεί σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές για να επιτευχθεί.