Η χρεοκοπία του γερμανικού tour operator FTI δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κεραυνός εν αιθρία για την τουριστική βιομηχανία. Μάλιστα, μπορεί να φέρει τον τίτλο «το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου». Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που τα απόνερα μιας τέτοιας εξέλιξης δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να μεταβάλουν το ιδιαίτερα θετικό κλίμα μέσα στο οποίο εξελίσσεται η φετινή περίοδος για τον τουρισμό.

Οι παράγοντες του ελληνικού τουρισμού ήταν απόλυτα προετοιμασμένοι για αυτή την εξέλιξη, την οποία σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούσαν, ωστόσο την περίμεναν. Επίσης, οι επιτελείς της γερμανικής εταιρείας είχαν προετοιμάσει την αγορά και τους πελάτες τους για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που ούτε μεγάλα φέσια υπάρχουν στην αγορά, αλλά ούτε και πολλοί ταξιδιώτες μένουν ξεκρέμαστοι.

Αυτή είναι η καλή πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά αυτής της εξέλιξης είναι το γεγονός ότι μπαίνει στην αγορά το μικρόβιο της αμφιβολίας. Πλέον ο φόβος και το ρίσκο μεγαλώνουν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για μια αγορά σε ραγδαία άνοδο.

Οι τουριστικοί παράγοντες αναφέρουν ότι μεγαλύτερη είναι η ζημιά που έχει γίνει στο θέμα της εμπιστοσύνης παρά το κόστος της εν λόγω χρεοκοπίας, το οποίο, όπως όλα δείχνουν, είναι απόλυτα ελεγχόμενο. Πηγές από το υπουργείο Τουρισμού αναφέρουν ότι «τα πακέτα διακοπών των επισκεπτών από τη Γερμανία στη χώρα μας από την εν λόγω εταιρεία έχουν ήδη εξοφληθεί ή προπληρωθεί, άρα έχει αποφευχθεί ο κίνδυνος μη πληρωμής των ξενοδόχων και άλλων εμπλεκόμενων επιχειρήσεων. Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των ταξιδιωτών που βρίσκονται στη χώρα μας ανέρχεται στις 7.500. Οι ταξιδιώτες αυτοί θα μπορέσουν να ολοκληρώσουν τις διακοπές τους και να επιστρέψουν στη Γερμανία κανονικά, χωρίς να επηρεαστούν από την πτώχευση της FTI».

Να σημειωθεί ότι το FTI Group είναι ένας από τους tour operators που φέρνει εκατοντάδες χιλιάδες γερμανούς -και όχι μόνο- ταξιδιώτες στην Ελλάδα, κυρίως στην Κρήτη, τη Ρόδο, την Κω και την Κέρκυρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι τους προηγούμενους μήνες εξοφλήθηκαν σε μεγάλο βαθμό οι υποχρεώσεις του περασμένου έτους, ενώ πληρώθηκαν και οι προκαταβολές του Μαΐου, μετά την είσοδο του επενδυτικού κεφαλαίου Centares στην FTI Group, το οποίο επιχείρησε να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα που προκάλεσε η κρίση της πανδημίας.

Ο κύριος όγκος των πελατών της FTI κατευθυνόταν κατά 70% στην Κρήτη και τη Ρόδο, κατά 20% στην Κέρκυρα και την Κω, και το υπόλοιπο 10% περίπου κάλυπτε την υπόλοιπη χώρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι χθες η FTI εξέδωσε ανακοίνωση προς τους πελάτες της, η οποία αναφέρει: «Αυτή τη στιγμή εργαζόμαστε σκληρά για να διασφαλίσουμε ότι τα ταξίδια που έχουν ήδη ξεκινήσει θα ολοκληρωθούν όπως έχει προγραμματιστεί».

Οι εκδρομές που δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει πιθανότατα δεν θα μπορούν πλέον να πραγματοποιηθούν. Επίσης, γνωστοποιήθηκε πως γίνονται οι απαραίτητες ενέργειες προκειμένου όσοι βρίσκονται ήδη σε διακοπές να μπορέσουν να τις ολοκληρώσουν κανονικά και να επιστρέψουν χωρίς πρόβλημα, ενώ έχει ανοίξει και μια τηλεφωνική γραμμή εξυπηρέτησης των πελατών.

Το ιστορικό της χρεοκοπίας

Σύμφωνα με τη γερμανική «BILD», η διοίκηση της FTI βρισκόταν όλο το Σαββατοκύριακο σε διαπραγματεύσεις με τα υπουργεία Οικονομίας και Οικονομικών, με στόχο την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού ύψους διψήφιου αριθμού εκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να περάσει το καλοκαίρι. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απέρριψε τελικά το αίτημα της εταιρείας. Επιπλέον, η γερμανική κυβέρνηση διεκδικεί την επιστροφή της χρηματοδότησης που είχε καταβάλει στην FTI ως βοήθεια κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Τα προβλήματα της FTI, με έδρα το Μόναχο, είχαν αρχίσει πριν από την πανδημία. Έλαβε χρηματοδοτική βοήθεια 595 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Οικονομικής Σταθεροποίησης (WSF) της κυβέρνησης και επιπλέον 280 εκατ. ευρώ από την UniCredit, με την εγγύηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και του κρατιδίου της Βαυαρίας.

Τον Απρίλιο ανακοινώθηκε ότι η αμερικανική εταιρεία επενδύσεων Centares θα αγόραζε την FTI, αναλαμβάνοντας το χρέος της ύψους ενός δισεκατομμυρίου ευρώ και επενδύοντας επιπλέον 125 εκατ. ευρώ σε νέα κεφάλαια. Ωστόσο, οι απαραίτητες εγκρίσεις της εξαγοράς από τις Ομοσπονδιακές Υπηρεσίες καθυστερούσαν και η FTI αντιμετώπιζε έλλειψη ρευστότητας. «Τα στοιχεία για τις κρατήσεις είναι πολύ κατώτερα των προσδοκιών παρά τα θετικά νέα», ανέφερε η εταιρεία, προσθέτοντας ότι «πολλοί προμηθευτές έχουν επιμείνει σε προκαταβολές».