Μεγάλες πυρκαγιές μαίνονται από την Ελλάδα μέχρι τον Καναδά, ενώ το βόρειο ημισφαίριο «ψήνεται» από ένα κύμα καύσωνα. Η κλιματική αλλαγή παίζει το δικό της κρίσιμο ρόλο, καθώς η μείωση των βροχοπτώσεων και οι μεγαλύτερες περίοδοι ξηρασίας διαμορφώνουν τις «τέλειες συνθήκες» για μεγάλες δασικές φωτιές. Μια μόνο εστία αρκεί για να ξεσπάσει μια πύρινη κόλαση σε ελάχιστο χρόνο, προτού οι πυροσβέστες μπορέσουν να παρέμβουν για να περιορίσουν τη ζημιά.
Οι φωτιές στον Καναδά έχουν μετατρέψει σε στάχτη δεκάδες εκατομμύρια στρέμματα γης με τους πυροσβέστες να αδυνατούν να θέσουν υπό έλεγχο τα τεράστια πύρινα μέτωπα. Μεγάλες φωτιές έχουν ξεσπάσει τις τελευταίες ημέρες και σε Ελλάδα, Ισπανία και Ιταλία, με τις φλόγες να καίνε δασικές εκτάσεις και περιουσίες. «Η εποχή των πυρκαγιών» στο βόρειο ημισφαίριο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, γράφει η Deutsche Welle.
Υπενθυμίζοντας και το «μαύρο καλοκαίρι» της Αυστραλίας (2019 – 2020), ειδικοί υπογραμμίζουν τις ραγδαίες αλλαγές που έχουν συντελεστεί με αποτέλεσμα τα κάποτε πυράντοχα δάση να τυλίγονται στις φλόγες. Και όσο η μέση θερμοκρασία του πλανήτη αυξάνεται, τόσο οι πυρκαγιές θα επιδεινώνονται, θέτοντας σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο δασικές εκτάσεις, περιουσίες, ζώα και ανθρώπινες ζωές.
Επιστήμονες κλίματος, οικοσυστημάτων και δασών έχουν προειδοποιήσει σε όλους τους τόνους πως «βαδίζουμε σε λάθος δρόμος» και πρέπει «επειγόντως να αλλάξουμε πορεία» περιορίζοντας την κλιματική κρίση. Η κλιματική αλλαγή φαίνεται να υπερβαίνει την ικανότητα προσαρμογής των οικολογικών και κοινωνική συστημάτων. Σε μια πιο ζεστή και ξηρή Ευρώπη, ακόμη και η Σκανδιναβία θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπη με μεγάλες φωτιές τις επόμενες δεκαετίες. Έτσι η διαχείριση των πυρκαγιών βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι.
Οι επιστήμονες στο παρελθόν δίσταζαν αποδώσουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα στην κλιματική αλλαγή, ωστόσο τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο οι ειδικοί συμφωνούν πως οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι εδώ και πως τα χειρότερα έπονται. Σύμφωνα με τον Economist, το World Weather Attribution, ένα δίκτυο μελέτης του κλίματος, υπολογίζει ότι τα φαινόμενα καύσωνα έχουν γίνει περίπου 100 φορές πιο πιθανά εξαιτίας των αερίων του θερμοκηπίου που συσσωρεύονται στην ατμόσφαιρα.
Σε επιστημονική εργασία που δημοσιεύθηκε στις 26 Μαΐου, ο Νικόλαος Χρηστίδης, κλιματολόγος στο Hadley Centre, παράρτημα της βρετανικής μετεωρολογικής υπηρεσίας, εξέτασε τα μελλούμενα για τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Από την έρευνα προέκυψε πως οι προαναφερόμενες περιοχές θα βρίσκονται αντιμέτωπες πιο συχνά με θερμοκρασίες ακόμη και πάνω από τους 50 βαθμούς κελσίου. Οι υψηλές θερμοκρασίες μεταφράζονται σε περισσότερες ξηρασίες και πυρκαγιές. Το 2022 ήταν η δεύτερη χειρότερη ευρωπαϊκή περίοδος πυρκαγιών στην ιστορία και οι περισσότερες εξ αυτών καταγράφηκαν στη Μεσόγειο. Οι χώρες της Μεσογείου είναι συνηθισμένες στη ζέστη, όμως το μέλλον θα είναι πολύ διαφορετικό από το παρελθόν, όπως υπογραμμίζει ο Economist.
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της Deutsche Welle, υπάρχουν τρείς βασικοί τομείς μέσω των οποίων θα πρέπει να προσαρμόσουμε τη διαχείριση της πυρκαγιάς στη νέα κλιματική πραγματικότητα:
Φωτιά για την αντιμετώπιση της φωτιάς
Στην Ελλάδα συχνά αναφερόμαστε στο καθαρισμό των δασών από εύφλεκτα υλικά και την καύσιμη βιομάζα. Ωστόσο υπάρχει και μια ακόμη ιδιαίτερα αποτελεσματική τεχνική. Η ελεγχόμενη και προγραμματισμένη καύση της δασικής βλάστησης, τις περισσότερες φορές τους πιο δροσερούς μήνες, συμβάλλει στη μείωση των κινδύνων πυρκαγιάς το καλοκαίρι, μειώνοντας την ποσότητα του προσάναμματος που διατίθεται για να τροφοδοτήσει τις πυρκαγιές. Πολλές χώρες, επιρρεπείς στις φωτιές, εφαρμόζουν αυτή τη στρατηγική εδώ και δεκαετίες.
Στο πλαίσιο της «μείωσης κινδύνου», σημειώνουν ειδικοί, η στρατηγική αυτή έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική για τη μείωση της έντασης και της σοβαρότητας της μιας πυρκαγιάς. Σημειώνουν ωστόσο πως πλέον για να συνεχίσει να είναι αποτελεσματική, η ελεγχόμενη καύση σε ψυχρές συνθήκες θα πρέπει στο εξής να γίνεται σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Με την Ευρώπη και ειδικά χώρες γύρω από τη Μεσόγειο, όπως η Ελλάδα, να αντιμετωπίζουν ολοένα και πιο σοβαρές καλοκαιρινές πυρκαγιές, εκτιμάται πως για την ουσιαστική μείωση των κινδύνων θα πρέπει η ελεγχόμενη φωτιά να καίει περίπου 3,7 εκατομμύρια στρέμματα γης. Σε αυτή τη στρατηγική θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι αυξανόμενοι κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή και τα πιθανά επιχειρησιακά λάθη.
Είναι ενδεικτικό πως πέρυσι τον Μάιο, μια ελεγχόμενη φωτιά στο Νέο Μεξικό εξελίχθηκε σε μια από τις χειρότερες πυρκαγιές στην ιστορία της Πολιτείας. Η καταστροφή ήταν τόσο μεγάλη που ο επικεφαλής της αμερικανικής δασικής υπηρεσίας ανακοίνωσε την παύση στις προγραμματισμένες επιχειρήσεις καύσης σε εθνικά δάση σε όλη τη χώρα, παρότι αυτά τα περιστατικά είναι εξαιρετικά σπάνια.
Οι ελεγχόμενες φωτιές χαμηλής έντασης ήταν εξάλλου μια πρακτική που χρησιμοποιούσαν και οι ιθαγενείς των ΗΠΑ και της Αυστραλίας προτού φτάσουν οι Ευρωπαίοι. Με ελεγχόμενη καύση τους πιο δροσερούς μήνες δημιουργούσαν εκτάσεις σαν πάρκα, διατηρώντας παράλληλα τη βιοποικιλότητα. Μάλιστα, στην Αυστραλία, από τότε που οι ιθαγενείς, τη δεκαετία του 1990, ανέκτησαν τον έλεγχο των γηγενών εδαφών στην περιοχή Kimberly της βόρειας Αυστραλίας έχουν εφαρμόσει και πάλι με ιδιαίτερη επιτυχία την εν λόγω πρακτική.
Η τεχνολογία στην πρώτη γραμμή της μάχης
Αν και η πρόληψη είναι αναμφίβολα η καλύτερη θεραπεία, η τεχνολογία γίνεται όλο και πιο σημαντική όταν η κατάσταση φτάσει στην κατάσβεση μιας μεγάλης φωτιάς. Δορυφορικά συστήματα ήδη αποτελούν σημαντικά εργαλεία για τις πυροσβεστικές δυνάμεις ανά τον πλανήτη, ενώ πιο πρόσφατα στις επιχειρήσεις έχουν κάνει την εμφάνισή τους και τα drones.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Φινλανδίας, όπου το 75% της γης καλύπτεται από δάση. Τα drones αναλαμβάνουν σημαντικό ρόλο στην παρακολούθηση των δασικών εκτάσεων και στον άμεσο εντοπισμό μιας πύρινης εστίας. Οι αρχές της χώρας αναπτύσσουν μια νέα drones με τεχνητή νοημοσύνη ώστε να ανιχνεύονται άμεσα οι δασικές πυρκαγιές και ταυτόχρονα να αποκτούν κρίσιμες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο για την κατάσβεσή τους. Τα drones είναι εξοπλισμένα με ειδικούς αισθητήρες για να μπορούν να δουν μέσα από τον καπνό και να ανιχνεύσουν την ακριβή κλίμακα της φωτιάς.
Εξετάζουμε τα δεδομένα, αναδασώνουμε με νέα είδη
Είναι γεγονός πως οι πυρκαγιές υπάρχουν στη Γη εδώ και πάνω από 400 εκατομμύρια χρόνια με αποτέλεσμα η βλάστηση να είναι προσαρμοσμένη σε αυτή τη συνθήκη. Ωστόσο οι ενδημικές αναγεννητικές ιδιότητες των δασών μπορεί πλέον να μην επαρκούν. Τα κλιματικά και περιβαλλοντικά δεδομένα έχουν πλέον αλλάξει με αποτέλεσμα δασικά οικοσυστήματα να βρίσκονται αντιμέτωπα συχνότερα με πυρκαγιές και να αδυνατούν να προσαρμοστούν.
Ειδικοί σημειώνουν πως η ανθρώπινη παρέμβαση θα μπορούσε να είναι ευεργετική σε αυτήν την περίπτωση. Στα εν λόγω δασικά οικοσυστήματα θα πρέπει να φυτευτούν περισσότερα είδη ανθεκτικά στο κλίμα και την ξηρασία. Εξετάζοντας τα δεδομένα θα μπορούσαμε να φυτεύουμε στις αναδασώσεις είδη από πιο ξηρές και θερμές τοποθεσίες, ώστε τα δασικά οικοσυστήματα να προσαρμοστούν στο κλίμα των επόμενων δεκαετιών.
Για παράδειγμα, μετά από τις πυρκαγιές του «Μαύρου Καλοκαιριού» στην Αυστραλίας, ερευνητές διαπίστωσαν πως για περισσότερα από 250 είδη φυτών η «αποτελεσματική αναγέννηση» ήταν λιγότερο πιθανή λόγω της αυξανόμενης συχνότητας των πυρκαγιών σε ολόκληρο τον βιότοπό τους. Ειδικοί υπογραμμίζουν πως θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι για πολλά από τα είδη που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε ένα οικοσύστημα το κλίμα θα είναι ακατάλληλο μέχρι το τέλος του αιώνα.
Βάσει αυτών των δεδομένων θα πρέπει να γίνεται και ο σχεδιασμός για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Ωστόσο αυτό απαιτεί τη στενή διαχείριση των αναγεννημένων δασών για δεκαετίες μετά την καύση τους διαφορετικά απλώς «φυτεύουμε» τις επόμενες μεγάλες πυρκαγιές.