Ο πολυσπούδαστος Άντερς Λουστγκάρτεν έγραψε, κατά παραγγελία του θεάτρου Σόχο του Λονδίνου, την Λαμπεντούζα.

Γράφει η Χαρά Κιούση

Σύγχρονο πολιτικό αφηγηματικό έργο, «ένας τρόπος ποίησης του 20ου και του 21ου αιώνα» που προσωποποιείται από δυο νέους ανθρώπους, της σκληρής βιοπάλης. Μέσα από τα λόγια του ψαρά Στέφανο και της κινεζοβρεττανής μιγάδας Ντενίζ ακούμε από πρώτο χέρι για την προσφυγιά και τον μετανάστη. Έτσι όπως η απλή λογική και συναισθηματική έκφραση, αφτιασίδωτη από πολιτικές συμφέροντος τη ζωή τους.

Εκείνος γέννημα θρέμμα του τουριστικού νησιού Λαμπεντούζα, ακολούθησε το επάγγελμα του ψαρά όπως οι γεννήτορές του. Τώρα όμως που η δουλειά του είναι να περισυλλέγει μετανάστες από τα νερά της Μεσογείου, έχει φρικάρει από τα πτώματα που ανασύρει. Πτώματα αθώων που τσιμπολογάνε τα ψάρια.

Η Ντενίζ σπουδάζει και για να πληρώσει τα δίδακτρα στο πανεπιστήμιο, χτυπά πόρτες για να μαζέψει οφειλές δανείων για λογαριασμό μια εισπρακτικής εταιρείας. Οι δυο νέοι δεν γνωρίζονται, δεν συναντήθηκαν ποτέ. Μοιράζονται όμως την ίδια πολιτική σκηνή, είναι πιόνια ενός παγκόσμιου παιχνιδιού που εξαθλιώνει τη ζωή τους. Πρόσφυγες στο όραμα της ελευθερίας, θύματα της στυγνής εκμετάλλευσης, της πλουτοκρατίας.

Μετανάστες και οι ίδιοι, «μια ξενιτιά η πατρίδα τους» αφού εκεί δεν νιώθουν ασφαλείς. Προσπαθούν να προστατέψουν τον ψυχισμό τους από κάθε συναισθηματικό δέσιμο με τους δυστυχισμένους που συναντούν. Τους φτάνει ο δικός τους πόνος που γίνεται σκληρότητα, δυσπιστία, αμφιβολία και τελικά αυτοέλεγχος και περισυλλογή.

Η καλοσύνη του Μοντίμπο και η αγάπη της Καρολίνας, δυο άλλων μεταναστών, ανοίγει ένα καινούργιο παράθυρο στη δική τους ζωή. Φιλανθρωπία λέγεται το νέο νησί που θα βαστάξει πάνω του τον κοινό ανθρώπινο πόνο. Ωσότου μεταλλαχθεί σε κουράγιο, αισιοδοξία, θάρρος και ελπίδα συναδέλφωσης.

Οι δυο παράλληλες αφηγήσεις των ηθοποιών, με ελεγχόμενο συναίσθημα και καθαρό λόγο, υψώνουν το λευκό πανί της λύσης. Οι καταστάσεις, το ψεύδος, η εξαπάτηση, η εκμηδένιση της ανθρώπινης αξίας συναντιόνται με την ανάγκη για την επιβίωση. Όταν η πατρίδα σου λέει να τρέξεις να σωθείς, πριν σε βρουν πνιγμένο στο μελάνι ξένης γλώσσας, όταν μόνο τα σύννεφα έχεις να θηλάσεις, τότε τρέχεις. Πέφτεις στη θάλασσα για να σωθείς. Άσχετο αν σε πνίγουν για να μην υπάρχεις.

Καταμεστής του δαπέδου μια κουκκίδα στο χάρτη η Λαμπεντούζα. Νεκρή φύση. Η υπόκωφη μουσική του Σ. Γασπαράτου σαν πένθιμη βοή προσδιορίζει το στίγμα της θέσης. Με κίνηση ελάχιστη όπως οι μυριάδες των πνιγμένων, η με ακινησία όπως η αδιάφορη, βάρβαρη ταχτική των δυνατών του Κόσμου.

Η μελετημένη σκηνοθεσία του Β. Θεοδωρόπουλου μας μίλησε για τον πάσχοντα συνάνθρωπο. Το έργο είναι μια καταγγελία των ισχυρών της Γης, που θέτει τρομερά ερωτήματα και καταλογίζει ευθύνες, όταν όλοι «νίπτουν τας χείρας«. Τι ελπίδες έχει κάποιος να σωθεί, κι αν σωθεί ποιος θα τον θέλει σε κάποια άλλη χώρα;

Από την παράσταση θα θυμάμαι το καθαρό βλέμμα του Αργύρη Ξάφη και το λυτρωτικό όραμα της Χαράς-Μάτα Γιαννιάτου.

Πληροφορίες παράστασης

Συντελεστές
Μετάφραση: Αγγελική Κοκκώνη
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Σκηνικά – Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Τζάθας

Παίζουν οι ηθοποιοί: Αργύρης Ξάφης, Χαρά-Μάτα Γιαννάτου

Ημέρες και ώρες παραστάσεων
Από 28/10/2016 μέχρι 9/4/2017
Τετάρτη: 21:15
Παρασκευή: 21:15
Σάββατο: 21:15
Κυριακή: 19:00

Τιμές εισιτηρίων
Τετάρτη-Παρασκευή: Κανονικό 13 ευρώ, Φοιτητικό/ανέργων 10 ευρώ
Σάββατο-Κυριακή: Κανονικό 15 ευρώ, Φοιτητικό/ανέργων 12 ευρώ