Ο Δημήτρης Ήμελλος έφυγε από τη ζωή μόλις στα 57 του χρόνια, με τον θάνατό του να προκαλεί θλίψη στον καλλιτεχνικό κόσμο, αλλά και στον απλό κόσμο που τον αγάπησε σαν δικό του άνθρωπο.

Το πρόωρο φευγιό του προκάλεσε θλίψη στο θεατρόφιλο κοινό που τον γνώρισε μέσα από τους εμβληματικούς ρόλους του, με τον Δημήτρη Ήμελλο να υπηρετεί υποδειγματικά και συγκινητικά το ελληνικό θέατρο μέχρι και πριν από περίπου δύο μήνες, πρωταγωνιστώντας στην παράσταση «Έγκλημα και Τιμωρία», στον ρόλο του αστυνόμου Πορφύρη.

Και ως αστυνόμος έμελλε να συστηθεί ουσιαστικά και στο ευρύ κοινό, μέσα από τη συμμετοχή του στον «Σασμό», που τον έβαλε στα σπίτια και στην καρδιά εκατομμυρίων Ελλήνων. Ο τηλεοπτικός «αστυνόμος Φραγκιαδάκης» έγινε ο «Αντώνης» των τηλεθεατών, οι οποίοι στον τόσο ξεχωριστό έρωτά του με τη «Μαρίνα» (Μαρία Πρωτόπαππα) είδαν κομμάτια του δικού τους εαυτού και στο πρόσωπο του ήρωα, έναν άνθρωπο της διπλανής πόρτας.

Ο «Αντώνης Φραγκιαδάκης» με τη βαριά κρητική προφορά, τον ευθύ χαρακτήρα και τη λογική που προσπαθούσε να κρατήσει ήρεμους τόνους στο χωριό που «έβραζε» για εκδίκηση, έγινε ο «δικός μας άνθρωπος». Η αναγνωρισιμότητα και η αγάπη που εισέπραξε ο Δημήτρης Ήμελλος από τον κόσμο ήταν πρωτόγνωρη, με τον ίδιο ουκ ολίγες φορές να μιλάει σε συνεντεύξεις του με συγκίνηση για τις αντιδράσεις του κοινού. «Η δύναμη του μέσου» έλεγε ο φύσει θεατρικός ηθοποιός, ο οποίος με απόλυτο σεβασμό κι επαγγελματισμό υπηρέτησε και την τηλεόραση.

Και είχε συνδεθεί τόσο πολύ με τον τηλεοπτικό του ρόλο, που ακόμα και στο θέατρο του ξέφευγε καμιά φορά η βαριά κρητική προφορά του Φραγκιαδάκη.

Χαμηλών τόνων, ο Δημήτρης Ήμελλος κρατούσε την προσωπική του ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ενώ είχε έναν γιο, ο οποίος ακολούθησε τα καλλιτεχνικά χνάρια του πατέρα του.

Οκτώ πληροφορίες για τον Δημήτρη Ήμελλο

  • Γεννήθηκε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην Κυψέλη, στις 12 Ιουνίου 1967.
  • Είχε καταγωγή από τη Νάξο και από τους δυο του γονείς, από τα χωριά Φιλότι και Απείρανθο – εξ ου και η κρητική προφορά στον «Σασμό».
  • Η οικογένειά του ήταν πολύτεκνη. Ήταν 4 αδέλφια, δύο αγόρια και δύο κορίτσια. Ο ίδιος από τα 12 μέχρι τα 15 του ήταν εσώκλειστος σε οικοτροφείο.
  • Ήταν γιος δικηγόρου και οι γονείς του θεωρούσαν δεδομένο πως θα ασχοληθεί με τη Νομική. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Νομική Σχολή Αθηνών, εντάχθηκε στο Θεατρικό Εργαστήρι του Βασίλη Διαμαντόπουλου κι έπειτα στη Δραματική Σχολή του Διομήδη Φωτιάδη, απ’ όπου και αποφοίτησε.
  • Σπούδασε στην Ακαδημία Θεατρικής Τέχνης της Μόσχας (ΓΚΙΤΙΣ) στο σκηνοθετικό τμήμα του Λεονίντ Χέιφιτς.
  • Συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις, όπως: «Ιφιγένεια στη Χώρα των Ταύρων, «Οιδίπους επί Κολωνώ», «Ένας Υπέροχος Κερατάς», «Πέρσες», «Αντιγόνη», «Φρεναπάτη», «Νοσταλγός», «Αγάπης Αγώνας Άγονος», «Αυτό που δεν τελειώνει», «Μήδεια», «Μολιέρος», «Όνειρο», «Ο Ταρτούφος», «Ο Ηλίθιος», «Στο Βυθό», «Το Ύστατο Σήμερα», «Ερωτόκριτος», «Αμφιτρύων».
  • Από το 2001 έως το 2007 υπήρξε μέλος της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου υπό τη διεύθυνση του Στάθη Λιβαθινού.
  • Το 2001 έγινε ο πρώτος νέος ηθοποιός που τιμήθηκε με το Βραβείο Χορν για την ερμηνεία του στη «Φρεναπάτη», σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού.