Ο κόσμος μας είναι ο κόσμος δύο θεών. Είναι ο κόσμος της δημιουργίας και ο κόσμος της διάλυσης. Η αντιπαράθεσή τους διαδραματίζεται πάνω στη γη κι εμείς συμμετέχουμε σ’ αυτή. […] Η κοινωνία είναι ζυμωμένη με το έγκλημα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι υπάρχει τάξη και διάλυση. Δεν είναι δυνατόν να υφίσταται τάξη χωρίς να υπάρχει ταυτόχρονα τάση για διάλυση και de facto καταστροφή.
Ίσως αυτή ακριβώς η αίσθηση που σου αφήνει στα χείλη η ανάγνωση του βιβλίου του Ντέμπλιν να είναι ένας από τους λόγους που μπορεί να το κατατάξει κανείς στα αριστουργήματα του εικοστού αιώνα. Ίσως πάλι να είναι ο τρόπος με τον οποίο ο δημιουργός του ξετυλίγει μια σχεδόν κοινότοπη ιστορία.
Στο Βερολίνο Αλεξάντερπλατς ο Φραντς Μπίμπερκοπφ αποφυλακίζεται. Είναι από φύση καλός και βγαίνοντας δίνει όρκο να μείνει τίμιος, να εφαρμόσει τους νόμους της κοινωνίας ή τουλάχιστον όσους από αυτούς θεωρεί ο ίδιος νόμους. Αφελής και επιρρεπής στο αλκοόλ δέχεται το ένα χτύπημα μετά το άλλο μέχρι που καταρρέει.
Αμέσως μετά την αποφυλάκισή του βρίσκεται αντιμέτωπος με το χαοτικό και ύπουλο Βερολίνο του 1927, που τον υποδέχεται ως ένα ακόμα πεδίο μάχης. Αφήνεται στο έλεος του, στο έλεος αυτού του ακαταμάχητου και παράλογου και δεν αντέχει για πολύ. Οι μικρές ιστορίες που διαδέχονται η μία την άλλη μας καταθέτουν την προσπάθειά του να μείνει όρθιος. Δοκιμάζει διάφορες δουλειές, χάνει το χέρι του σε μια ληστεία, μετατρέπεται σε νταβατζή, ερωτεύεται και εν τέλει προδίδεται και εκπληρώνοντας την νέμεσή του κατηγορείται για θάνατο.
«Οι λέξεις τρέχουν καταπάνω σου, πρέπει να προσέξεις μη σε παρασύρουν, όπως τα λεωφορεία, αλλιώς θα σε στείλουν στον άλλο κόσμο».
Το Βερολίνο Αλεξάντερπλατς μοιάζει με ηθικό παραμύθι, του οποίου ο κύριος πρωταγωνιστής, ο πρώην φυλακισμένος και η μάταια προσπάθειά του να γίνει ένα τίμιο ανθρώπινο ον μας προσφέρει ένα αρχετυπικό πρότυπο ενός «μικρού ανθρώπου» γύρω από τον οποίο ο μοντέρ- συγγραφέας χτίζει ένα αφηγηματικό σύμπλεγμα του εγκλήματος του πειρασμού και της προδοσίας.
«Προσέξτε, όταν πέφτουν οβίδες βρωμίζει ο τόπος, εμπρός, ψηλά το πόδι, μη δίνεις στόχο, πρέπει να ξεφύγω, να την κοπανήσω, εμπρός, το πολύ πολύ να μου τσακίσουν τα κόκαλα, ντουμντρουμντουμ, εμπρός μαρς, εν δύο, εν δυο, δεξί αριστερό, δεξί αριστερό, δεξί αριστερό.
Ο Φραντς Μπίμπερκοπφ βαδίζει μες στους δρόμους με βήμα σταθερό, δεξί αριστερό, δεξί αριστερό, μην κάνεις τον κουρασμένο, ούτε καπηλειό ούτε πιοτό, για να δούμε, μια σφαίρα ήρθε απ’ τον ουρανό, για να δούμε θα τη φάω, θα πέσω, δεξί αριστερό, δεξί αριστερό, ήχος τυμπάνων και ταγμάτων μάχης. Επιτέλους, ανάσανε.
Περπατάει στο Βερολίνο. Όταν οι στρατιώτες διασχίζουν την πόλη, άι γιατί, άι επειδή, άι μονάχα για το τσινγκ νταραντά μπουμνταρά, άι μονάχα για το τσινγκνταραντά, νταντά. Τα σπίτια είναι σιωπηλά, ο αέρας φυσάει απ’ όπου θέλει. Άι γιατί, άι επειδή, άι μονάχα για το τσίνγκνταρανταντά».
Αν και στο κέντρο της μυθιστορίας βρίσκεται ο Μπίμπερκοπφ, στην ουσία κολυμπάει προσπαθώντας να επιπλεύσει σε ένα πέλαγος μύθων. Χρησιμοποιώντας ο συγγραφέας ένα πρωτότυπο γραπτό μοντάζ το μας συστήνει περισσότερο το μέρος παρά την ιστορία.
Ανάμεσα στις ιστορίες παρελαύνει «Το Βερολίνο μέσα από το μεγάφωνο». Συραμμένα άρθρα εφημερίδων, αγγελίες, ιστορίες σκανδάλων, ατυχήματα, μετεωρολογικά δελτία, διαφημίσεις, πολιτικές ομιλίες, λαϊκά τραγούδια και λογοτεχνικά αφηγήματα, μουσικά μοτίβα και βιβλικά κείμενα ένας ποταμός στοιχείων συμπληρώνουν ή μάλλον χτίζουν την ταραγμένη μεσοπολεμική Γερμανία που παραπέμπει στην Ευρώπη των ημερών μας.
Ο μύθος του Αγαμέμνονα, οι ιστορίες του Ιώβ ή του Ισαάκ , αποσπάσματα της Αποκάλυψης, παρεμβάλλονται σαν υπαινικτικά σχόλια στη δράση οδηγώντας σε μια συνολική θεώρηση.
Ο Φραντς βαδίζει στο συνωστισμένο Βερολίνο με στόχο να βρει τον δολοφόνο Ράινχολντ. Αναμνήσεις από τον Μεγάλο Πόλεμο στον οποίον έλαβε μέρος μετατρέπονται σε ένα πολεμικό εμβατήριο που καθησυχάζει την σύγχυσή του, δίνοντας μια κωμική διάσταση στο έργο. Έτσι η αφήγηση παρωδεί κι ο ηρωικός χαρακτήρας αποδομείται.
Πορτραίτο του συγγραφέα από τον Ernst Ludwig Kirchner
Ο Ντέμπλιν στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα σύγχρονο έπος με πραγματική ηρωίδα την πόλη του Βερολίνου, σκιαγραφεί την εργατική τάξη του Βερολίνου, την συμπληρώνει με ένα αξιομνημόνευτο καστ υπόγειων και σκιερών χαρακτήρων και αποδίδει με την ίδια ευαισθησία τόσο τους ρυθμούς των λόγων τους όσο και το μοτίβο της ζωής τους.
Άλλωστε ο Μπίκερχοφ δεν είναι αυτός που κινεί τα νήματα. Ο πραγματικός πρωταγωνιστής που παρελαύνει στις σελίδες του βιβλίου είναι το Βερολίνο . Αυτό μιλάει, αυτό οργανώνει, αυτό δίνει ζωή στους κομμουνιστές και στους εθνικιστές, στους πλούσιους και στους βιοπαλαιστές, στους εγκληματίες και στις πόρνες…
Η πόλη δεν είναι μια χωροθετημένη περιοχή που ενδείκνυται για διαβίωση αλλά ένας παντοδύναμος οργανισμός που τελικά μας διαμορφώνει. Το Βερολίνο του Μεσοπολέμου είναι ο δημιουργός του «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» και ο Ντέμπλιν ο χαρισματικός εντολοδόχος του! Κάπως έτσι ο Ντέμπλιν κατάφερε να περιγράψει τη μεταμόρφωση της αστικής συνείδησης στα πρόθυρα μιας κρίσης.
«Βερολίνο, 52 μοίρες και 31 πρώτα βόρειο γεωγραφικό πλάτος, 13 μοίρες και 25 πρώτα ανατολικό γεωγραφικό μήκος, 20 σιδηροδρομικοί σταθμοί υπεραστικών γραμμών, 121 γραμμών προαστίων, 27 περιφερειακών γραμμών, 14 αστικών γραμμών, 7 σταθμοί για αλλαγή κατευθύνσεως, τραμ, εναέριος σιδηρόδρομος, λεωφορεία, υπάρχει μόνο μια αυτοκρατορική πόλη, υπάρχει μόνο η Βιέννη. Η γυναικεία νοσταλγία σε τρεις λέξεις, τρεις λέξεις κλείνουν μέσα τους όλα όσα λαχταρούν οι γυναίκες. Φανταστείτε μια νεοϋρκέζικη φίρμα, ένα νέο καλλυντικό που χαρίζει σε κάθε ωχροκίτρινο αμφιβληστροειδή το φρέσκο εκείνο γαλάζιο χρώμα που θα συναντήσετε μόνο σε νέους ανθρώπους. Τα σωληνάριά μας προσφέρουν τις ωραιότερες κόρες οφθαλμών απ’ το βαθύ μπλε ως το βελούδινο καφέ. Ποιος ο λόγος να ξοδεύει κανείς τόσα λεφτά για το καθάρισμα των γουναρικών;»
Το «βιβλίο αυτό που αμφισβητεί την ηρεμία του αναγνώστη» -σύμφωνα με τον Βάλτερ Μπένγιαμιν-, το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» του ψυχιάτρου-συγγραφέα Αλφρεντ Ντέμπλιν έγινε πασίγνωστο από τη μνημειώδη 15ωρη τηλεταινία του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ. Άξιο να αναμετρηθεί με έργα όπως του Τζόυς, μοιάζει με ένα έπος για την ωχρή δεκαετία του 1920 και με μια προσπάθεια να εγκαινιαστεί ένα νέο λογοτεχνικό είδος.
Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»