«Ποιοι διαβάζουν αστυνομικά και γιατί; Κατά κανόνα, οι πολυάσχολοι. Οι εργαζόμενοι ανά την υφήλιο. Όσοι κατέχουν υψηλές θέσεις στον επιστημονικό κόσμο, ακόμα και αν δε διαβάζουν τίποτε άλλο, φαίνεται ότι βρίσκουν χρόνο για ένα αστυνομικό. Ίσως γιατί το αστυνομικό συνεπάγεται την απόλυτη χαλάρωση και σε παρασέρνει σε μία απόδραση από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Επίσης, είναι τονωτικό, όπως το παζλ, και αποτελεί μία πρόκληση για το μυαλό. Οξύνει τον νου και σε θέτει σε πνευματική εγρήγορση, γιατί για να παρακολουθήσεις από κοντά την πλοκή του, απαιτείται αυτοσυγκέντρωση. Για να ανακαλύψεις τον δολοφόνο, χρειάζεται οξυδέρκεια και ορθολογική σκέψη. Έχει ωστόσο και αθλητικό ενδιαφέρον, και μάλιστα είναι πολύ λιγότερο δαπανηρό σε σχέση με τα στοιχήματα στον ιππόδρομο ή τον τζόγο στα χαρτιά. Οι ηθικές αξίες που προβάλλει, είναι συνήθως θεμιτές και εξαιρετικά σπάνια ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου είναι ο εγκληματίας. Το κοινωνικό σύνολο συστρατεύεται για να τον κυνηγήσει και ο αναγνώστης μπορεί να απολαύσει την καταδίωξη σε όλο της το μεγαλείο, χωρίς να μετακινηθεί από την αναπαυτική πολυθρόνα του…» είχε αναφέρει κάποτε η βασίλισσα της αστυνομικής λογοτεχνίας, Αγκάθα Κρίστι, για το λογοτεχνικό είδος στο οποίο διακρίθηκε. Κι η αλήθεια είναι πως οι πωλήσεις των βιβλίων της μέχρι και σήμερα την κατατάσσουν στη λίστα με τους δημοφιλέστερους συγγραφείς διεθνώς. Το μυστικό της εναπόκειται κυρίως στο γεγονός πως τα μυστήρια της Κρίστι έχουν έναν και μοναδικό «ένοχο»: τη γραφή της. Το απλό, υπνωτιστικό, λογοτεχνικό της ύφος, τόσο άμεσο και τόσο σαγηνευτικό, δεν επιτρέπει στους αναγνώστες να παρατήσουν στη μέση οποιοδήποτε βιβλίο της. Βέβαια η απόδειξη βρίσκεται στα νούμερα: 66 αστυνομικά μυθιστορήματα, (και άλλες 14 νουβέλες, ρομάντζα, συλλογές, διηγημάτων κλπ) και 19 θεατρικά έργα που έχουν μεταφραστεί σε 103 γλώσσες και έχουν πουλήσει 4 δισεκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Όπως συνηθίζουν να λένε οι Άγγλοι «μόνο η Βίβλος και ο Ουίλιαμ Σέξπιρ έχουν πουλήσει περισσότερα βιβλία από την Αγκάθα Κρίστι…» Η ίδια αυτή άμεση και σαγηνευτική γραφή παρασέρνει τον αναγνώστη στο μακρινό ταξίδι του Όριαν Εξπρές. Όταν ο Σάμουελ Ράτσετ βρίσκεται νεκρός σε ένα βαγόνι του τρένου, έχοντας δεχθεί δώδεκα μαχαιριές κατά τη διάρκεια του ύπνου του, ο Ηρακλής Πουαρό, αυτός ο μικρόσωμος χοντρούλης και ψυχαναγκαστικός Βέλγος ντετέκτιβ με το τσιγκελωτό μουστάκι, βρίσκεται αντιμέτωπος με την πιο περίεργη υπόθεση της καριέρας του. Καθώς ο ντετέκτιβ ταξιδεύει με το Όριαν Εξπρές, το τρένο σταματά στα μισά της διαδρομής Κωνσταντινούπολης – Παρισιού εξαιτίας μιας τρομερής χιονοθύελλας. Τότε ο Ράτσετ, επιβάτης και ύποπτος για μια υπόθεση απαγωγής και δολοφονίας ενός μικρού αγοριού βρίσκεται δολοφονημένος. Στην προσπάθεια του Πουαρό να ρίξει φως στην υπόθεση συνειδητοποιεί πως όλοι έχουν κίνητρο, όλοι είναι ύποπτοι αλλά και όλοι έχουν ένα καλό άλλοθι. Αργά και σταθερά ο ερευνητής ανακαλύπτει το ψυχρό προμελετημένο έγκλημα, ένα τελετουργικό ενός φόνου «κάθαρση» στο οποίο συμμετέχουν όλοι ανεξαιρέτως. Οι χαρακτήρες χωρίζονται σε θύματα και θύτες, αλλά δεν παρουσιάζονται ως αντιτιθέμενες κατηγορίες. Αντιθέτως θύτης και θύμα δημιουργούν ένα ενδιαφέρον εγκληματικό ζεύγος. Οι δώδεκα ένοχοι της Αγκάθα Κρίστι έρχονται να αντιστρέψουν τη σύμβαση του ενός ενόχου των αστυνομικών μυθιστορημάτων και ενώ τα σημεία και τα νοήματα είναι ορατά, αυτό που στην ουσία ανακαλύπτει βήμα βήμα ο ντετέκτιβ κι ο αναγνώστης μαζί του είναι οι διασυνδέσεις τους που καταφέρνουν στο τέλος να σπάσουν τον κώδικα. Η συγγραφέας εμπνεύστηκε την ιστορία από ένα πραγματικό περιστατικό απαγωγής και δολοφονίας ενός βρέφους (του Charles Lindbergh Jr.) στην Αμερική το 1932. Ήταν όμως και το ταξίδι της με το Όριεντ Εξπρές που συμπλήρωσε την έμπνευση για την πλοκή. Το φθινόπωρο του 1928, σε ηλικία 38 ετών, με έναν αποτυχημένο γάμο – που της χάρισε μια κόρη, τη Ρόζαλιντ – και ένα επιτυχημένο βιβλίο The Murder of Roger Ackroyd, 1926 (Ο φόνος του Ρότζερ Ακρόιντ) – που της χάρισε τη διεθνή αναγνώριση – πίσω της, η Αγκαθα Κρίστι αποφάσισε να επισκεφθεί τη Συρία. Προορισμός της είναι οι ανασκαφές του διακεκριμένου αρχαιολόγου Λέοναρντ Γούλεϊ στην Ουρ και το μεταφορικό μέσο που επιλέγει το Οριάν Εξπρές. Η εποχή του Μεσοπολέμου άλλωστε είναι η χρυσή εποχή των σιδηροδρόμων και το Όριεντ Εξπρές αποτελεί το πιο πολυτελές, αποκλειστικό και μυθικό διαμάντι τής Compagnie Internationale des Wagons-Lits. Στο αυτοβιογραφικό Come Tell me How you Live, 1946 (Σελίδες αυτοβιογραφίας), έγραψε για το αγαπημένο της τρένο: «Μου αρέσει το τέμπο του, που ξεκινάει allegro con fuoco και όσο κινούμαστε ανατολικά όλο και επιβραδύνεται, για να καταλήξει πλέον εντελώς legato». Όπως αποδεικνύεται για μια ρομαντική ταξιδιώτισσα τίποτε δεν μπορεί να είναι πιο ρομαντικό από τη διαδρομή Λονδίνο – Βαγδάτη σε οκτώ ημέρες. Στην ανασκαφή την ξεναγεί ο κατά 15 χρόνια νεότερός της, ανερχόμενος αρχαιολόγος Μαξ Μάλοουαν. Την τρίτη ημέρα ξενάγησης, όταν το αυτοκίνητό τους ξεψυχά στην έρημο αναγκάζοντάς τους να διανυκτερεύσουν σε ένα αστυνομικό τμήμα-καλύβα στη μέση τού πουθενά, η Αγκάθα δεν χάνει στιγμή το χιούμορ της και ο Μαξ αποφασίζει ότι είχε γνωρίσει τη γυναίκα της ζωής του. Την άνοιξη του 1930 της ζητά να παντρευτούν. «Σε πειράζει που το επάγγελμά μου είναι να βγάζω πεθαμένους από το χώμα;» τη ρωτά. «Καθόλου, αγάπη μου. Οπως ξέρεις, λατρεύω τα πτώματα» απαντά εκείνη. Το 1931, επιστρέφοντας στην Αγγλία, το Οριαν Εξπρές κολλά στα χιόνια της Γιουγκοσλαβίας. Σίγουρα οι τουρίστες, οι τυχοδιώκτες, οι επιχειρηματίες, οι πολιτικοί, οι προδότες, οι αριστοκράτες, οι καλλιτέχνες και οι κατάσκοποι ταξιδιώτες που υπομονετικά περίμεναν να τους απεγκλωβίσουν, δεν φαντάστηκαν ποτέ ότι η καλοσυνάτη εγγλέζα κυρία που έπινε το τσάι της στωικά ανάμεσά τους ήδη τους μετέτρεπε σε λογοτεχνικούς χαρακτήρες… Όσο για το ταξίδι του γάμου της με τον αρχαιολόγο που ξεκίνησε λίγο πριν την διαδρομή με το τρένο διέσχισε επί 46 ολόκληρα χρόνια δεκάδες ερήμους, έζησε έναν παγκόσμιο πόλεμο, εγκαταστάθηκε σε έξι από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές τοποθεσίες της Συρίας και του Ιράκ (Ουρ, Νινευή, Νιμρούντ, Τελ-Μπρακ, Αρπατσίγια, Τσαγκάρ Μπαζάαρ) και παρήγαγε, αντί απογόνων, έναν θησαυρό ευρημάτων, τόσο αρχαιολογικών – από την πλευρά του Μαξ – όσο και μυθιστορηματικών – από την πλευρά της Αγκαθα. Το Έγκλημα στο Οριαν Εξπρές, δημοσιεύθηκε το 1934 και διασκευάστηκε για τον κινηματογράφο το 1974 με ένα υπέροχο επιτελείο ηθοποιών (Άλμπερτ Φίνεϊ ως Πουαρό, Λορίν Μπακόλ, Ίνγκριντ Μπέργκμαν κ,α) αποτελώντας μια εξαίρετη εφαρμογή, του δόγματος που λέει πως «όταν έχεις αποκλείσει το αδύνατο, αυτό που μένει, όσο απίθανο και αν είναι, είναι η αλήθεια…» Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»