Σε περίπτωση που δεν το ακούσατε, είναι μέρα εκλογών σήμερα.
Κι ενώ το μυαλό όλων είναι στα ποσοστά συμμετοχής και την εκλογική διαφορά των κομμάτων, κάποιοι άλλοι όταν ακούνε εκλογές σκέφτονται αμέσως σινεμά!
Το όχι ακριβώς αψεγάδιαστο πολιτικό μας σύστημα έχει πυροδοτήσει βλέπετε ουκ ολίγες μεγάλες ταινίες όλα αυτά τα χρόνια, ταινίες που παρέχουν κλεφτές ματιές για το τι ακριβώς λαμβάνει χώρα πίσω από τις κλειστές πόρτες των κομματικών επιτελείων.
Αφού πράξουμε λοιπόν το καθήκον μας ως πολίτες και περάσουμε από την κάλπη, τι καλύτερος τρόπος να κλείσει η μέρα με ένα καλό εκλογικό θρίλερ.
Ή μια εκλογική κωμωδία, που στην επικράτεια του σινεμά κάποιες φορές είναι το ίδιο πράγμα…
Πολλές ταινίες θα βρει εκεί έξω ο ακούραστος σινεφίλ που δείχνουν πώς ακριβώς χειρίζονται την εικόνα των υποψηφίων οι επικοινωνιολόγοι, καμία ωστόσο με την κυνική δεξιοτεχνία του αξεπέραστου «The Candidate». Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ ενσαρκώνει έναν δονκιχωτικό ιδεαλιστή των Δημοκρατικών που κατεβαίνει για κυβερνήτης της Καλιφόρνια, βρίσκει ωστόσο απέναντί του έναν βετεράνο Ρεπουμπλικανό που θα τον αναγκάσει να ξεχάσει ιδεολογίες και αγώνες. Στο τέλος ούτε τι πρεσβεύει δεν θα θυμάται!
Καθαρόαιμη σάτιρα και επιδέξια διασκεδαστική, η ταινία διατηρεί ανατριχιαστικές ομοιότητες με την πραγματικότητα, εκεί που το κυνήγι της εξουσίας δεν λογαριάζει κόστη και απώλειες δηλαδή. Είναι όμως και το άλλο: ο υποψήφιός μας έχει αυτό το κάτι που χρειάζεται το πολιτικό σύστημα: όμορφο πρόσωπο.
Μπορεί άραγε ένα ωραίο παρουσιαστικό να σε πάει πολύ μακριά σε όρους πολιτικής καριέρας; Αυτό αναρωτιέται το οσκαρικό φιλμ (Σενάριο) που παραμοιάζει στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση του Τζον Κένεντι, για όσους αρέσκονται στις αναλογίες. Είναι εξάλλου γραμμένο από πραγματικό λογογράφο αμερικανού γερουσιαστή, που είχε διεκδικήσει μάλιστα το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών του 1968…
Πόσο λάσπη είσαι έτοιμος να ρίξεις για να πετύχεις τους σκοπούς σου; Μέχρι πού μπορείς να φτάσεις για μερικά ψηφαλάκια ακόμα; Αυτό πραγματεύεται το κλασικό χολιγουντιανό «The Best Man», εκεί που δυο εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι διασταυρώνουν τα ξίφη τους για το προεδρικό χρίσμα των ΗΠΑ, σε μια ταινία που τα έχει πρακτικά όλα: ίντριγκα, εκλογικό σασπένς, συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, ένοχα μυστικά και εκβιασμούς.
Χένρι Φόντα και Κλιφ Ρόμπερτσον μας υπενθυμίζουν με τον πλέον ζοφερό τρόπο πως τα πολιτικά ήθη δεν έχουν αλλάξει καθόλου παρά τον μισό αιώνα που έχει περάσει. Ο ένας είναι άνθρωπος αρχών, ο άλλος αμοραλιστής, κι όμως αμφότεροι θα κληθούν να φτάσουν τα πράγματα μακρύτερα απ’ όσο υπολόγιζαν, όσο το πολιτικό θερμόμετρο παίρνει φωτιά.
Θέλετε και το καλύτερο; Ο ίδιος ο Ρόναλντ Ρίγκαν, ηθοποιός στα νιάτα του, πέρασε από οντισιόν για τον ρόλο ενός από τους δύο υποψηφίους, κόπηκε όμως καθώς «δεν διέθετε προεδρικό παράστημα»!
Η προεδρική αναμέτρηση του 1992 δεν ήταν απλώς θρίαμβος για τον Μπιλ Κλίντον, αλλά και γι’ αυτή τη νέα γενιά επικοινωνιολόγων και image makers που του χάρισαν μια θέση στον Λευκό Οίκο παρακάμπτοντας κάθε αναποδιά. Ακόμα και «ροζ» σκάνδαλα. Ήταν ο πρώτος μεγάλος θρίαμβος του εκλογικού μάρκετινγκ κι αυτό ακριβώς παρακολουθεί το θρυλικό ντοκιμαντέρ, πώς φτιάχνεις έναν πρόεδρο από το μηδέν.
Δυο γνωστοί αμερικανοί ντοκιμαντερίστες παραβιάζουν κλειστές πόρτες και κοιτούν κάτω από το τραπέζι, παρακολουθώντας τα meetings της κλειστής ομάδας του Κλίντον και ειδικά τους επιτελείς James Carville και Τζορτζ Στεφανόπουλο. Οι οποίοι ξεπήδησαν αστέρια από την εκλογική μάχη, κομίζοντας καλά υπολογισμένο αυθορμητισμό και φρεσκάδα στην προεκλογική εκστρατεία.
Κι αν η πραγματικότητα μοιάζει εδώ με μυθοπλασία, είναι προφανώς γιατί φταίει η ίδια η -πολιτική- πραγματικότητα. Αν πιστεύετε ότι ο τίτλος «Δωμάτιο πολέμου» παραείναι σοβαρός για ένα ντοκιμαντέρ προεκλογικής καμπάνιας, δείτε το και θα καταλάβετε. «Είναι η οικονομία, ανόητε»…
Η προφητική λες σάτιρα του Μπάρι Λέβινσον θα γινόταν πραγματικότητα ευθύς αμέσως. Ναι, καλά διαβάζετε. Το φιλμ βγήκε βλέπετε στις σκοτεινές αίθουσες έναν μόλις μήνα πριν ξεσπάσουν οι πρώτες αναφορές για τις απρεπείς σεξουαλικές περιπέτειες του Κλίντον με τη Μόνικα Λεβίνσκι. Όσο για τους επακόλουθους αμερικανικούς βομβαρδισμούς σε Αφγανιστάν και Σουδάν, αυτοί θεωρήθηκαν από πολλούς ως απόπειρα αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης.
Ό,τι ακριβώς βλέπουμε και στο φιλμ δηλαδή! Όταν όλα τα άλλα αποτύχουν, κάνε έναν πόλεμο. Ή, σωστότερα, σκηνοθέτησε έναν πόλεμο, μιας και το σινεμά είναι κάποιες φορές σοφότερο από την πραγματικότητα. Για να θαφτεί το προεκλογικό σεξουαλικό σκάνδαλο του κινηματογραφικού μας προέδρου, το επιτελείο επιστρατεύει έναν χολιγουντιανό παραγωγό ώστε να ρίξει στάχτη στα μάτια του κοσμάκη σκαρώνοντας έναν φανταστικό πόλεμο με την Αλβανία.
Πώς η πολιτική μετατρέπεται σε ψυχαγωγία πριν μεταμορφωθεί σε προπαγάνδα δηλαδή. Αλλά και πώς οι κομματικοί επιτελείς πάνε χέρι-χέρι με το δημοσιογραφικό κατεστημένο. Η μαύρη κωμωδία απαθανατίζει σε όλη της τη σκοτεινή μεγαλοπρέπεια τη μαρκετίστικη μηχανή πίσω από τις προεκλογικές εκστρατείες…
Είναι πολιτική τα καλοσιδερωμένα κοστούμια και τα γυαλισμένα παπούτσια; Είναι όλα τελικά αποτέλεσμα της δαιμόνιας δουλειάς κάποιων τζιμανιών επικοινωνιολόγων; Αν πιστέψουμε το φιλμ που επιτίθεται βάναυσα στην πολιτική και τα προεκλογικά καμώματα των επιτελείων, τότε ναι. Ήταν, είναι και θα είναι απλή εικόνα.
Αυτή είναι η μαγεία της ταινίας, πως είναι ένα πάναπλο εκλογικό θριλεράκι που πλάθεται λες με τα υλικά της πραγματικότητας. Εκεί που αυτός που κινεί τα παρασκηνιακά νήματα είναι απείρως πιο σημαντικός από το κεφάλι που ανοιγοκλείνει απλώς το στόμα μπροστά στις κάμερες.
Το δεξί χέρι του υποψηφίου έχει να κάνει όλη τη δουλειά, τη βρόμικη δουλειά, λες και πολιτική είναι μόνο ένα σκοτεινό πλέγμα διαφθοράς, εκβιασμών και παζαριών. Η ταινία είναι προβλέψιμη, κι αυτή ακριβώς είναι η αριστουργηματική της ρώμη. Προβλέψιμα δεν είναι εξάλλου πια κι όλα αυτά τα τερτίπια που εξασφαλίζουν πολιτικές καριέρες;
Άλλο ένα σεξουαλικό σκάνδαλο απλώνεται πάνω από το υπέροχο φιλμ του Μάικλ Νίκολς, κάνοντας τον κυβερνήτη του Νότου (Τζον Τραβόλτα) να παραμοιάζει στον Κλίντον. Η προεκλογική του εκστρατεία μαστίζεται από τον υπερβολικό ανδρισμό του, με ένα τσούρμο κοριτσόπουλων να συνευρίσκονται μαζί του την ίδια ώρα που η σύζυγος δεν φεύγει από το πλευρό του.
Τα ατέλειωτα «ροζ» σκάνδαλα και το αουτσάιντερ που μετατρέπεται σε φαβορί κάτω από τους επιδέξιους χειρισμούς του εκλογικού του στρατηγείου δεν είναι παρά μια μασκαρεμένη παρωδία της κούρσας του Μπιλ Κλίντον για το τιμόνι του Λευκού Οίκου το 1992.
Η ταινία βασίζεται εξάλλου σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1996 από έναν «ανώνυμο», αποδείχτηκε ωστόσο αργότερα πως συγγραφέας ήταν ο περίφημος πολιτικός συντάκτης Joe Klein. Τι έκανε αυτός; Κάλυψε δημοσιογραφικά όλη την προεδρική εκστρατεία του Κλίντον για λογαριασμό του «Newsweek»! Οποιαδήποτε σχέση με πράγματα και καταστάσεις μόνο συμπτωματική δεν είναι…
«Λάρι, δεν εκλέγουμε Πάπα εδώ, πες μου απλώς ποιος κέρδισε», ακούμε τον Μάθιου Μπρόντερικ να διαμαρτύρεται στην εξαίσια μαύρη κωμωδία του Αλεξάντερ Πέιν. Ναι, σχολικές εκλογές είναι εδώ, μόνο που δεν διαφέρουν τελικά από οποιοδήποτε άλλο πολιτικό ντέρμπι, για καλό ή για κακό.
Όπως και στην πραγματική ζωή, η εκλογή μαθητικού συμβουλίου δεν είναι μικρό πράγμα. Αυτό δεν καταλαβαίνει ο καθηγητής μας και αυτό θα προσυπογράψει την πτώση του. Ξεκαρδιστικά αστείο και αρκούντως πικρό, το φιλμ μάς λέει πως όσο μικρή και ταπεινή κι αν είναι η αναμέτρηση, μπορεί να γίνει ανατριχιαστικά βρόμικη! Αδίστακτα μπορεί να είναι και τα νιάτα, έχοντας πολλά να διδάξουν, αν χρειάζεται, τους φιλόδοξους ενήλικες συναδέλφους τους.
Τι άλλο μπορεί να διδάξει το πολιτικό σύστημα η σατιρική αυτή αλληγορία; Πώς κάθε ψήφος μετράει…
Εδώ γελάς μέχρι δακρύων, ενώ κανονικά θα έπρεπε να κλαις γοερά! Γουίλ Φέρελ και Ζακ Γαλιφιανάκης χλευάζουν αδίστακτα την εκλογική διαδικασία, μόνο που πίσω από κάθε παρασκηνιακή διαβούλευση, κάθε πισώπλατο μαχαίρωμα, κάθε πολιτική γκάφα ελλοχεύει το πραγματικό πολιτικό κατεστημένο.
Σε ένα μπαράζ ατάκας και γελοιότητας, βλέπουμε ξανά τι μπορούν να κάνουν οι εξ απορρήτων σύμβουλοι και οι παρατρεχάμενοι των υποψηφίων, μετατρέποντας σε φαβορί ακόμα και εκκεντρικά τυπάκια σαν τον Γουίλ Φέρελ. Ο οποίος ξεσπά στο τέλος σε ένα πρωτοφανές κύμα πολιτικής ειλικρίνειας!
Αντίθετα δηλαδή από το πολιτικό σκηνικό που δεν καταφεύγει σε τέτοιες υπερβολές…