Στη Χιλή συναντά κανείς από τις μεγαλύτερες ανισότητες, παγκοσμίως. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, το 1% του πληθυσμού κατέχει το 25% του πλούτου και η χώρα αυτή της Λατινικής Αμερικής αποτελεί τη δεύτερη με τις μεγαλύτερες ανισότητες ως προς το εισόδημα των κατοίκων της. Η ανισορροπία αυτή πυροδότησε εκτεταμένες κοινωνικές αντιδράσεις το 2019, με δεκάδες νεκρούς και τεκτονικές αναταράξεις στο πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο. Το χάσμα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων πυροδότησε τη βίαιη εξέγερση, αφού τα εισοδήματα των πλουσιότερων είναι 25 φορές υψηλότερα από αυτά των φτωχότερων.
Η κοινωνική έκρηξη του 2019 προκάλεσε ντόμινο εξελίξεων, που ξεκίνησε με αλλαγές στο δικτατορικό Σύνταγμα της Χιλής και κορυφώθηκε την Κυριακή, με την εκλογή του αριστερού Γκάμπριελ Μπόριτς στην Προεδρία της χώρας. Παλαιότερη ηγετική φυσιογνωμία των φοιτητικών διαδηλώσεων, ο Μπόριτς ταυτίστηκε στενά με τα αιτήματα των διαδηλωτών που συνωστίζονταν στο Σαντιάγο στις διαδηλώσεις του 2019. Αφουγκραζόμενος την αγανάκτηση των συμπατριωτών του για το χαμηλό βιοτικό τους επίπεδο, υποσχέθηκε υψηλότερη φορολογία και λιγότερες ανισότητες.
Τώρα, το μέλλον των κατοίκων της πολύπαθης αυτής άκρης της Νότιας Αμερικής φαντάζει πιο αισιόδοξο` ή μήπως όχι; Ο Μπόριτς υπόσχεται αλλαγές, με υψηλότερους φόρους, καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες και μια κοινωνία χωρίς αποκλεισμούς. Το ερώτημα είναι κατά πόσο μπορεί να το καταφέρει δίχως να θέσει σε κίνδυνο την επενδυτική ευημερία των τελευταίων 30 ετών, που γνώρισε η χώρα. Οι επενδυτές λάτρεψαν το μοντέλο της Χιλής, που για τρεις δεκαετίες γνώρισε από τα υψηλότερα ποσοστά ανάπτυξης στη Λατινική Αμερική. Οι Χιλιανοί, βέβαια, εντυπωσιάστηκαν λιγότερο, αφού βρίσκονταν ακόμη αντιμέτωποι με τη φτώχεια, χωρίς να καρπώνονται τα οφέλη από τα εντυπωσιακά μακροοικονομικά στατιστικά στοιχεία για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Το μεγάλο λοιπόν ερώτημα είναι αν η πολιτική Μπόριτς καταφέρει την ουσιαστική αποκατάσταση των τάξεων και νικήσει σε μία πιθανή σύγκρουση με το κατεστημένο της χώρας ή προσαρμοστεί σε πιο συστημικές πολιτικές, επιλέγοντας ρεαλισμό και σύνθεση. Η διαχείριση της εξουσίας δεν θα είναι μία εύκολη υπόθεση. Αν και ο πολιτικός του αντίπαλος Καστ τερμάτισε δεύτερος, το πιο πιθανό είναι ότι θα παραμείνει στην ενεργό πολιτική, αφού διατηρεί σημαντικά ερείσματα στην κοινωνία. Δεν είναι τυχαίο ότι το δεξιό κόμμα απέκτησε το σημαντικότατο αριθμό των 50 εδρών στο κοινοβούλιο, ενώ και στη Γερουσία παραμένει μία ισχυρή δύναμη.
Ο Μπόριτς θα πρέπει να επιδιώξει διάλογο με τη δεξιά αντιπολίτευση για να μπορέσει να ολοκληρώσει το πολιτικό του πρόγραμμα και αυτή είναι απίθανο να συναινέσει σε ένα τόσο κοινωνικά φιλόδοξο και αριστερό αφήγημα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ίδιο ο Μπόριτς, τον τελευταίο μήνα της εκστρατείας κινήθηκε περισσότερο προς το κέντρο, λειαίνοντας τις πιο αριστερές απόψεις του και ανακαλύπτοντας την δημοσιονομική σύνεση. Το πιο πιθανό είναι η νίκη του Μπόριτς να μετριαστεί από ένα διχασμένο Κογκρέσο και οι αριστερές πολιτικές να θαφτούν στην έντονη αντιπαράθεση αριστεράς – δεξιάς. Αντιμέτωπος με ένα πολιτικά ισομερώς μοιρασμένο Κογκρέσο, ο νέος πρόεδρος θα δυσκολευτεί να υλοποιήσει ριζοσπαστικές πολιτικές. Μπορεί να ελπίζει ότι η συντακτική συνέλευση της Χιλής, όπου η αριστερά έχει την πλειοψηφία, θα του προσφέρει το πλαίσιο για μεγαλύτερες αλλαγές που επιδιώκει στην αναδιατύπωση του Συντάγματος της χώρας. Αλλά μέλλον μέχρι εκεί…
*Ο Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος είναι Διεθνολόγος, ερευνητής Τμήματος Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών ΕΚΠΑ