Το τελευταίο διάστημα, με την επικράτηση της παραλλαγής Δέλτα του κορονοϊού, είδαμε τα κρούσματα στις μικρές ηλικίες να αυξάνονται ραγδαία και στη χώρα μας. Ενδεικτικό είναι ότι το διάστημα Ιουλίου-Αυγούστου 2021, μέσα σε δύο μόνο μήνες είχαμε σύμφωνα με τις ημερήσιες εκθέσεις επιδημιολογικής επιτήρησης του ΕΟΔΥ περισσότερα από 30.000 κρούσματα σε ηλικίες 0-17 ετών, όσα περίπου είχαμε από την αρχή της πανδημίας τον Μάρτιο του 2020 μέχρι το τέλος Ιουνίου.
*Γράφει η Άρτεμις Κ.Τσίτσικα
Για το διάστημα Ιουλίου – Αυγούστου τα κρούσματα σε ηλικίες 0-17 ετών αποτέλεσαν το 20% των νέων κρούσματων, ενώ το προηγούμενο διάστημα τα κρούσματα στις μικρές ηλικίες ήταν το 10% των συνολικών κρουσμάτων. Βλέπουμε λοιπόν ότι και στην Ελλάδα, όπως παρατηρείται και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ, πλέον η πανδημία επηρεάζει σημαντικά και τα παιδιά.
Όσο αυξάνονται τα κρούσματα, παρατηρούμε και αύξηση των νοσηλειών, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο είχαμε συνολικά περισσότερα από 300 παιδιά στα νοσοκομεία της χώρας. Ευτυχώς τα παιδιά εξακολουθούν να μη νοσούν βαριά και είναι πολύ μικρό το ποσοστό παιδιών που διασωληνώνεται- αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα διασωληνωμένο παιδί. Όσο όμως αυξάνονται τα κρούσματα είναι πιθανό να έχουμε και παιδιά που θα διασωληνώνονται και θα κινδυνεύει η ζωή τους. Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και το πολυοργανικό φλεγμονώδες σύνδρομο, μια πολύ σοβαρή κατάσταση που παρατηρείται σε παιδιά 2-6 εβδομάδες μετά τη μόλυνση με τον SARS-CoV-2 και αυτά τα παιδιά έχουν πολύ υψηλή πιθανότητα να χρειαστούν νοσηλεία στη ΜΕΘ. Από την αρχή της πανδημίας στη χώρα μας έχουν χάσει τη ζωή τους από τη νόσο COVID-19 τρία παιδιά 0-17 ετών.
Παρότι το ποσοστό των παιδιών που νοσεί σοβαρά είναι μικρό, όταν έχουμε χιλιάδες κρούσματα, ο απόλυτος αριθμός των παιδιών που θα χρειαστεί νοσηλεία ή ακόμα και διασωλήνωση θα είναι υπολογίσιμος. Αντίστοιχα μας ανησυχούν οι μακροχρόνιες επιπλοκές της νόσου και το σύνδρομο long COVID, που δυστυχώς εμφανίζονται και σε παιδιά και εφήβους. Ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών που μόλυνονται με τον ιό, ακόμα και ασυμπτωματικά, σύμφωνα με προκαταρκτικά δημοσιευμένα στοιχεία από την Ιταλία, εμφανίζουν μακροχρόνια συμπτώματα, όπως κόπωση, αυπνία, μυαλγίες, αρθραλγίες για τουλάχιστον 60 μέρες μετά.
Είμαστε πολύ τυχεροί που έχουμε στα χέρια μας αποτελεσματικά και ασφαλή εμβόλια για τη νόσο αυτή και μπορούμε να εμβολιάσουμε τα μεγαλύτερα παιδιά και εφήβους 12-17 ετών. Οι κλινικές δοκιμές σε μικρότερες ηλικίες βρίσκονται σε εξέλιξη και ελπίζουμε μέσα στο φθινόπωρο να δοθεί έγκριση και για μικρότερα παιδιά. Η εμπειρία από τη χρήση του mRNA εμβολίου των Pfizer BioNTech μετά από τη χορήγηση 10 εκατομμυρίων δόσεων στην Αμερική, όπου το 25% των εφήβων έχει ήδη εμβολιαστεί και περισσότερων από 3 εκατομμύρια δόσεων στην Ευρώπη σε παιδιά κάτω των 18 ετών μας επιβεβαιώνει το προφίλ ασφάλειας του εμβολίου.
Κάποια σπάνια περιστατικά μυοπερικαρδίτιδας που έχουν καταγραφεί μετά τον εμβολιασμό κυριώς σε αγόρια και νεαρούς άνδρες είναι ήπια και αυτοπεριοριζόμενα και δεν μας ανησυχούν. Οι επιπλοκές του ιδιου του ιού όπως το πολυοργανικό φλεγμονώδες σύνδρομο (MIS-C) είναι πολύ πιο συχνές και σοβαρές και γι’ αυτό καλούμε όλους τους γονείς εφήβων να συζητήσουν με την/τον παιδιάτρό τους τις ανησυχίες και τους ενδοιασμούς τους και να εμβολιάσουν τα παιδιά τους πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Ας ευχηθούμε να μην εισαχθούν άλλα παιδιά στο νοσοκομείο, από μια νόσο που μπορεί να προληφθεί με τον εμβολιασμό.
Την ίδια στιγμή, οι σημαντικές επιπτώσεις και η εξάντληση των παιδιών μετά τις περιόδους καραντίνας, δεν αφήνουν περιθώρια επιλογής άλλης χρονιάς με κλειστά σχολεία. Έχουμε επανειλημμένως αναφερθεί στο καταθλιπτικό συναίσθημα, την παραίτηση, τον διαδικτυακό εθισμό και τις εκφράσεις βίας που αυξήθηκαν σημντικά στους εφήβους, καθώς και τις εκρήξεις θυμού, τις φοβίες και την αναπτυξιολογική παλλινδρόμηση παιδιών μικρότερης ηλικίας. Δημοσιεύσεις της ομάδας μας αναδεικνύουν σημαντικές επιπτώσεις και στην σωματική υγεία των παιδιών, καθώς και επιβάρυνση των παιδιών με χρόνια νοσήματα και ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές. Οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες ενισχύθηκαν με ιδιαίτερες επιπτώσεις στα παιδιά πρόσφυγες και τα παιδιά οικογενειών χαμηλού εισοδήματος. Μαθησιακά διαπιστώθηκαν πτώση της σχολικής επίδοσης, ιδιαίτερη δυσκολία στα θετικής κατεύθυνσης μαθήματα και εμπέδωση του ενός τρίτου της διδακτέας ύλης. Παιδιά με προηγούμενες χαμηλές επιδόσεις απομακρύνθηκαν από τη σχολική διαδικασία και εκδήλωσαν σχολική άρνηση.
Συγκεκριμένα, οι συμπεριφορές διαδικτυακής εξάρτησης έφτασαν το 62.7% στον εφηβικό πληθυσμό, έναντι 40% προ καραντίνας, με περίπου 20% να εκδηλώνουν σοβαρή παραίτηση από καθημερινές υποχρεώσεις και δραστηριότητες. Στα παιδιά αυτά παρατηρήθηκε σημαντική συσχέτιση με διατροφικές παρεκτροπές, υπερβαρότητα, έλλειμμα φυσικής άσκησης και επιβάρυνση της σωματικής τους υγείας, καθώς και με αναστροφή του ωραρίου του ύπνου, άγχος, καταθλιπτικό συναίσθημα και απόσυρση (στατιστικά σημαντικά ευρήματα).
Τα αγόρια ασχολούνται κυρίως με παιχνίδια-gaming και εκδηλώνουν θυμό, βίαιες συμπεριφορές και επιθετικότητα, ενώ τα κορίτσια επιδίδονται σε υπερβολική χρήση των κοινωνικών δικτύων με εκφράσεις εσωτερίκευσης και απόσυρσης, χαμηλής αυτοεκτίμησης και καταθλιπτικού συναισθήματος που μπορεί να φτάσει και το 40% (έναντι του 20% προ covid-19). O αυτοτραυματισμός (cutting) παρουσιάζει επίσης αυξητική τάση στα κορίτσια και φτάνει το 10% (έναντι 3-5% προ covid).
Ο διαδικτυακός εκφοβισμός και η ρητορική του μίσους καταγράφηκαν στο 50% (έναντι του 30% προ covid) και παρατηρήθηκαν απειλητικά, προσβλητικά μηνύματα, αποκλεισμός από ομάδες, αυθαίρετη χρήση προσωπικών δεδομένων και φωτογραφιών και ακραίες επιθέσεις βίας/στιγματισμός ομάδων (π.χ. ασιατικής καταγωγής, επαγγέλματα που σχετίζονται με την covid λοίμωξη, ασθενείς ή οικογένειες με ασθενή covid, ηλικιακές ομάδες με ευαλωτότητα, άτομα με αναπηρία, διαφορετικότητα κλπ).
Οι επιπτώσεις στα παιδιά και τους εφήβους είναι σημαντικές και μετρήσιμες, και θα μας απασχολούν για αρκετό χρόνο ακόμη, δεδομένου ότι αποτελούν ευάλωτη ομάδα υπό ανάπτυξη και οι μεταβολές του άμεσου περιβάλλοντός τους επιδρούν στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους και παγιώνουν συνήθειες και συμπεριφορές που θα καθορίσουν την ποιότητα ζωής τους στο παρόν, αλλά και ως μελλοντικοί ενήλικες.
Ο εμβολιασμός παιδιών, εφήβων και εκπαιδευτικών, η τήρηση των βασικών μέτρων, η θετική οικολογία του σχολικού περιβάλλοντος και οι μέθοδοι κοινωνικής συναισθηματικής ενδυνάμωσης προκειμένου να ενισχυθεί η ψυχική ανθεκτικότητα αποτελούν λύσεις που θα συμβάλλουν σε μια δημιουργική και δια ζώσης σχολική χρονιά.
*H Άρτεμις Κ. Τσίτσικα είναι Αναπλ. Καθηγήτρια Παιδιατρικής-Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ
Επιστ. Υπεύθυνη Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.) Β΄ Παιδιατρική Κλινική ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Παίδων «Π & Α Κυριακού» Διευθύντρια ΠΜΣ «Στρ. Αναπτυξιακής και Εφηβικής Υγείας» Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής (Ε.Ε.Ε.Ι.)