Στην Ελλάδα, μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου, τρία ακροδεξιά κόμμα θα βρίσκονται στο κοινοβούλιο. Το γεγονός έχει προκαλέσει έντονο προβληματισμό και πολλές συζητήσεις, ιδιαίτερα για τα υψηλά ποσοστά του κόμματος «Σπαρτιάτες» που συνδέονται με τον καταδικασμένο για διεύθυνση της εγκληματικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή», Ηλία Κασιδιάρη.
Στην Ιταλία, την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, πρωθυπουργός είναι η Τζόρτζια Μελόνι, επικεφαλής ενός κόμματος με νεοφασιστικές ρίζες. Στη Φινλανδία, το ακροδεξιό «Finns», δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη μετά τις εκλογές του Απριλίου, προσχώρησε στην κυβέρνηση συνασπισμού. Και στη Σουηδία, το ακροδεξιό κόμμα «Σουηδοί Δημοκράτες» είναι το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα του κοινοβουλίου.
Στη Γαλλία, η Μαρίν Λε Πεν δείχνει – δημοκοπικά – να επωφελείται από τις νέες ταραχές για τη δολοφονία 17χρονου από αστυνομικό, αλλά και με τη γενικότερη δυσαρέσκεια για την πολιτική του Εμανουέλ Μακρόν, όπως ο νόμος για την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης.
Στην Ισπανία, το VOX – το πιο επιτυχημένο ακροδεξιό κόμμα στην Ισπανία από το θάνατο του δικτάτορα Φρανσίσκο Φράνκο το 1975 – μετά τις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές, θα συμμετέχει σε τρεις τοπικές κυβερνήσεις (Εστρεμαδούρα, Καστίλλη – Λεόν και Βαλένθια). Ταυτόχρονα στις δημοσκοπήσεις για τις επικείμενες εθνικές εκλογές το VOX φαίνεται να συγκεντρώνει ποσοστό 14% και ήδη έχουν ξεκινήσει οι συζητήσεις για σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα.
Στις ηγεσίες της Πολωνίας και της Ουγγαρίας βρίσκονται υπερσυντηρητικοί και ακροδεξιοί πολιτικοί, ενώ στη Γερμανία το ακροδεξιό AfD, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, βρίσκεται πιο ψηλά από το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) του καγκελάριου Όλαφ Σολτς. Το περασμένο Σαββατοκύριακο υποψήφιος του AfD κέρδισε για πρώτη φορά περιφέρεια στη Γερμανία, επικρατώντας στο Ζόνεμπεργκ της Θουριγγίας. Στην Ολλανδία τρία ακροδεξιά κόμματα κατέχουν 28 από τις 150 έδρες του ολλανδικού κοινοβουλίου.
Και η λίστα διαρκώς μεγαλώνει, όπως σχολιάζεται σε άρθρο του BBC. «Κοιτάξτε γύρω στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή. Στο βορρά, στο νότο, στην ανατολή και στη δύση, θα δείτε ακροδεξιά κόμματα να απολαμβάνουν μια αξιοσημείωτη άνοδο», γράφει η Κάτια Άντλερ.
Πριν από σχεδόν 25 χρόνια, όταν το ακροδεξιό κόμμα FPΟ του Γεργκ Χάιντερ στην Αυστρία συγκέντρωσε ένα πρωτοφανές εκλογικό ποσοστό – κοντά στο 27% – και εισήλθε στο κυβερνητικό συνασπισμό είχε προκληθεί διεθνής σάλος σε όλη την Ευρώπη. Διπλωματικές επισκέψεις ακυρώθηκαν και η χώρα περιθωριοποιήθηκε. Όμως τώρα σε όλη την Ευρώπη τα ακροδεξιά κόμματα ανεβαίνουν σταθερά και επηρεάζουν τις πολιτικές κινήσεις.
Γίνονται mainstream, όπως σχολιάζει ο Guardian. «Με μερικά διαλείμματα, αυξάνονται σταθερά από τη δεκαετία του 1980. Σήμερα είναι πραγματικά πλέον μέρος του πολιτικού τοπίου», αναφέρει στο βρετανικό μέσο η Κατρίν Φιεσί, διευθύντρια πολιτικής στο Open Society Foundations Europe και ειδικός στην ακροδεξιά.
Για πολλά χρόνια, γράφει ο Guardian, η αντίθεση στους πρόσφυγες, στο Ισλάμ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν στοιχεία που ένωσαν τα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης. Όμως πλέον έχουν εμφανιστεί και νέοι «συγκολλητικοί» παράγοντες: Οι πόλεμοι πολιτισμών, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, η άρνηση της κλιματικής κ.α. Η απήχηση της ακροδεξιάς έχει ενισχυθεί περαιτέρω από την κρίση του κόστους ζωής, από την ταχεία και συγκεχυμένη κοινωνική και ψηφιακή αλλαγή και ασφαλώς από την αυξανόμενη δυσπιστία προς το ίδιο το κυρίαρχο σύστημα.
Παράλληλα, όπως παρατηρούν αναλυτές στο BBC και ο Guardian, στην «κανονικοποίηση» της ακροδεξιάς συμβάλει και η επικοινωνιακή τακτική της «άμβλυνσης» του πολιτικού τους λόγου, αλλά και πως πολλά Δεξιά κόμματα στην Ευρώπη υιοθετούν ολοένα και περισσότερο σημεία της ακροδεξιάς ατζέντας.
«Η άνοδος της ακροδεξιάς συνέπεσε με την παρακμή και ενός συγκεκριμένου είδους Αριστεράς», συμπληρώνει η Κατρίν Φιεσί, εξηγώντας πως πολλά «ακροδεξιά κόμματα φαίνονται τώρα σαν μια λογική ψήφος για πολλούς που στο παρελθόν θα ψήφιζαν μια λαϊκή, προστατευτική Αριστερά». «Η ακροδεξιά απευθύνεται στους ατομικούς και πολιτιστικούς φόβους των ανθρώπων», υπογραμμίζει.
Ο Μάρκ Λέοναρντ, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, συμφωνώντας με τις εν λόγω επισημάνσεις, υπογραμμίζει στο BBC πως αυτά τα στοιχεία βοηθούν την ακροδεξιά να φαίνεται πιο mainstream. Μιλώντας στο ίδιο μέσο, η Διευθύντρια του Προγράμματος Ευρώπης του Ινστιτούτου Montaigne, Τζορτζίνα Ράιτ, με έδρα το Παρίσι, σημείωσε πως η ακροδεξιά αναγέννηση στην Ευρώπη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη δυσαρέσκεια με το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα.