Η ιστορία διδάσκει και η κατάρρευση της Ρώμης μπορεί να προσφέρει πολλά μαθήματα για το παρόν και το μέλλον. Πολλοί πιστεύουν πως ο πληθωρισμός αποτελεί ένα σύγχρονο οικονομικό φαινόμενο. Προφανώς τα αίτια και τα γεγονότα που οδήγησαν στην κατάρρευση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας είναι πολύπλοκα και πολύπλευρα. Ωστόσο η αχαλίνωτη αύξηση των τιμών συνέβαλε καθοριστικά στο τέλος, όπως εξηγεί ο ιστορικός Ρόμπι Μίτσελ σε άρθρο του στη σελίδα «ancient-origins» που ασχολείται με θέματα της αρχαιότητας.
Όπως υπογραμμίζει εξετάζοντας τις οικονομικές πολιτικές και τις κοινωνικές συνθήκες για αυτή την καταστροφική πληθωριστική σπείρα, αποκτούμε βαθύτερη γνώση των παραγόντων που οδήγησαν στην παρακμή και την κατάρρευση μιας από τις ισχυρότερες αυτοκρατορίες στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Όταν μιλάμε για τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, μιλάμε για την περίοδο μετά το 27 π.Χ., όταν ο Αύγουστος ανέλαβε την εξουσία. Η περίοδος πριν από αυτή, γνωστή ως Ρωμαϊκή Δημοκρατία, διήρκεσε από το 509 π.Χ. έως το 27 π.Χ. και ακόμη παλαιότερα αναφερόμαστε στη ρωμαϊκή μοναρχία, η οποία σύμφωνα με το μύθο ξεκίνησε το 753 π.Χ. με το δίδυμο Ρωμύλου και Ρώμου.
«Pax Romana» και μετά κατάρρευση
Ένα συγκλονιστικό στοιχείο σχετικά με την πτώση της Ρώμης είναι πως αυτή συνέβη ενώ για πολύ καιρό φαινόταν πως ο ρωμαϊκός πολιτισμός θα διαρκούσε για πάντα. Ήταν η περίοδος της «Pax Romana» (Ρωμαϊκή Ειρήνη), μια περίοδος που ξεκίνησε το 27 π.Χ. και έληξε το 180 μ.Χ. Ήταν μια ειρηνική περίοδος για τη Ρώμη με ελάχιστες εσωτερικές διαμάχες, τεράστιες τεχνολογικές εξελίξεις και τεράστια οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η επιτυχημένη περίοδος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι στην ηγεσία βρίσκονταν μερικοί από τους σπουδαιότερους αυτοκράτορες της Ρώμης. Οι αιώνες που ακολούθησαν της Pax Romana ήταν τελείως διαφορετικοί. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μαστιζόταν από αποτυχημένες ηγεσίες, εσωτερικές συγκρούσεις και ασφαλώς καταστροφές.
Το νόμισμα και η αρχή του τέλους
Το κυρίαρχο νόμισμα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν το δηνάριο, το οποίο εμφανίστηκε από το 211 π.Χ. και συνέχισε να κυκλοφορεί μέχρι τον τρίτο αιώνα μ.Χ. κάτι που σημαίνει πως η χρήση του διήρκεσε για πάνω από 400 χρόνια. Ακολούθησαν άλλα νομίσματα, το οποία εμφανίζονταν ως «αντίδοτο» στον πληθωρισμό, αλλά μετά από κάποια χρόνια απαξιώνονταν και αντικαθίστανται.
Για να γίνουν αντιληπτά τα οικονομικά της Ρώμης ένα ασημένιο δηνάριο αντιστοιχούσε στο μεροκάματο ενός Ρωμαίου τεχνίτη. Όμως η αξία του δηναρίου δεν βασιζόταν με το πόσο καλά πήγαινε η οικονομία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ή στα αποθέματα χρυσού. Το νόμισμα αυτοϋποστηριζόταν, δηλαδή η αξία του βασιζόταν στο ασήμι, ένα σχετικά πολύτιμο μέταλλο, το οποίο χρησιμοποιούταν για την κατασκευή του (περίπου 4,5 γραμμάρια). Όμως τα αποθέματα ασημιού της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν περιορισμένα και άρα είχε περιορισμό στο πόσα δηνάρια μπορούσε να ρίξει στην αγορά.
Η λύση που σκέφτηκαν οι ρωμαίοι αξιωματούχοι ήταν εκπληκτικά απλή: Μείωσαν την καθαρότητα του δηναρίου, χρησιμοποιώντας μαζί με το ασήμι και άλλα φθηνότερα υλικά. Έτσι μπορούσαν να «κόβουν» περισσότερα νομίσματα για να καλύπτουν τις ανάγκες τους, μετατρέποντας το δηνάριο σε ένα πραγματικά λειτουργικό νόμισμα. Όμως το σχέδιο απαιτούσε μια βασική συμφωνία: Τα φθηνότερα λόγω κατασκευής νομίσματα θα έχουν την ίδια αξία με τα παλιά.
Σταδιακά η ποσότητα του ασημιού στο δηνάριο περιοριζόταν όλο και περισσότερο, φτάνοντας τελικά στο 244 μ.Χ., να πέσει κάτω από το μισό της αρχικής και από εκεί τα πράγματα άρχισαν να επιταχύνονται. Μια δεκαετία αργότερα η ποσότητα ασημιού είχε πέσει στο 5% και το 265 μ.Χ η καθαρότητα ήταν μόλις στο 0,5%. Είχε φτάσει η αρχή του τέλους για το ρωμαϊκό νόμισμα, ενώ οι τιμές είχαν αυξηθεί πάνω από 1000%, λόγω της μεγάλης διακίνησης νομισμάτων.
Ο υπερπληθωρισμός
Ο υπερπληθωρισμός είναι ένα από τα χειρότερα φαινόμενα σε μια οικονομία. Πρόκειται για την ακραία και ταχεία αύξηση της γενικής τιμής των αγαθών και των υπηρεσιών που έχει ως αποτέλεσμα η αγοραστική δύναμη του χρήματος να μειώνεται πολύ γρήγορα. Η είσοδος μιας οικονομίας στον υπερπληθωρισμό είναι η είσοδος σε ένα καταστροφικό σπιράλ: Όσο αυξάνονται οι τιμές, τόσο πιο αδύναμο γίνεται το νόμισμα. Και όσο πιο αδύναμο είναι το νόμισμα, τόσο αυξάνονται οι τιμές. Υπάρχουν δύο βασικές επιλογές σε αυτή τη φάση: Η πρώτη είναι να δημιουργήσουμε ένα νέο νόμισμα. Η δεύτερη είναι να ορίσουμε μια νέα ισοτιμία. Αν και δεν υπάρχουν ακριβή οικονομικά στοιχεία, ιστορικοί και οικονομολόγοι εκτιμούν πως μεταξύ 200 μ.Χ. και 300 μ.Χ. ο ρωμαϊκός πληθωρισμός είχε φτάσει στο 15.000%. Το 301 μ.Χ. μια λίβρα χρυσού αντιστοιχούσε σε 75.000 δηνάρια.
Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός επέλεξε την πρώτη από τις δύο επιλογές προσπαθώντας να τερματίσει την αχαλίνωτη αύξηση των τιμών. Εισήγαγε ένα νέο ασημένιο νόμισμα το οποίο ονόμασε argenteus. Ένα argenteus άξιζε 50 δηνάρια. Όμως ο πληθωρισμός επιβραδύνθηκε απλά προσωρινά. Μια δεκαετία αργότερα το argenteus άξιζε 100 δηνάρια. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία έπασχε από ακατάσχετη αιμορραγία. Οι αυτοκράτορες επιχείρησαν να συγκεντρώσουν κεφάλαια αυξάνοντας τα φορολογικά τους έσοδα. Με τους φόρους και τις τιμές να αυξάνονται διαρκώς, οι πολίτες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο ανταλλακτικό σύστημα εγκαταλείποντας τη χρήση νομισμάτων.
Πανάκριβος στρατός
Ο πληθωρισμός ασφαλώς και δεν ήταν ο μοναδικός λόγος για την πτώση της Ρώμης, όμως έκανε όλους τους άλλους πολύ χειρότερους. Οι συγκρούσεις με τις γερμανικές φυλές ήταν παραδοσιακές, ωστόσο όταν η οικονομία της Ρώμης ήταν ισχυρή, ήταν και ο ρωμαϊκός στρατός ισχυρός και άρα τα προβλήματα ήταν περιορισμένα. Όμως μέχρι το 300 μ.Χ. με τον υπερπληθωρισμό στην πλάτη της, η ρωμαϊκή αυτοκρατορία εξασθενούσε και οι Γότθοι κατάφεραν να εγκατασταθούν εντός των συνόρων της. Τα έξοδα για την συνέχιση του πολέμου με τις γερμανικές φυλές και το κόστος για την επισκευή των ζημιών που προκαλούνταν στις υποδομές, αποδυνάμωναν διαρκώς τη Ρώμη και την οικονομία, οδηγώντας την σε ένα καταστροφικό τέλμα. Τα αυτοκρατορικά ταμεία άδειαζαν, η αφαίμαξη των πολιτών μεγάλωνε, όπως και το κοινωνικοοικονομικό χάσμα. Οι πλούσιοι Ρωμαίοι διέφυγαν προς άγνωστες κατευθύνσεις για να αποφύγουν την εφορία, δημιουργώντας τα δικά τους φέουδα.
Μειώθηκαν οι σκλάβοι, κατέρρευσε η παραγωγή – Τεράστιο χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών
Επίσης η αυτοκρατορία αντιμετώπιζε μια μεγάλη έλλειψη εργατικού δυναμικού. Η οικονομία της αυτοκρατορίας βασιζόταν πάντα στην εργασία των σκλάβων για τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τις τεχνικές εργασίες. Οι σκλάβοι κατά παράδοση προέρχονταν από εδάφη που είχε κατακτήσει ο ρωμαϊκός στρατός. Όταν όμως η επέκταση άρχισε να σταματά τον δεύτερο αιώνα μ.Χ. ο αριθμός των σκλάβων περιορίστηκε παρασύροντας προς τα κάτω και την εμπορική και αγροτική παραγωγή της Ρώμης. Οι πλούσιοι Ρωμαίοι δεν ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν εργάτες για να αναλάβουν τη δουλειά των σκλάβων, η οποία γινόταν δωρεάν. Η εξαθλίωση των φτωχότερων πολιτών και η εξάρτηση από την εργασία των σκλάβων άρχισε να προκαλεί εμφύλιες αναταραχές.
Aβάσταχτο μέγεθος, εξάρτηση από μισθοφόρους
Στην ακμή της, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν απέραντη, εκτεινόμενη από τον Ατλαντικό Ωκεανό έως τον ποταμό Ευφράτη στη Μέση Ανατολή. Ενώ η αυτοκρατορία μνημονεύεται για το τεράστιο μέγεθός της, πιθανότατα συνέβαλε επίσης στην πτώση της.Μια περιοχή τόσο μεγάλη ήταν ένας διοικητικός και υλικοτεχνικός εφιάλτης. Η διατήρηση του ελέγχου ήταν επίσης ένα σημαντικό πρόβλημα. Μια τόσο μεγάλη αυτοκρατορία χρειαζόταν έναν τεράστιο στρατό για να υπερασπιστεί τα σύνορά της, να αποκρούσει εξωτερικές επιθέσεις και να καταπνίξει τις τοπικές εξεγέρσεις. Οι στρατοί είναι τρομερά ακριβοί. Κάτι που είναι πρόβλημα όταν η οικονομία βρίσκεται στην κατάσταση που προαναφέρθηκε. Οι ρωμαϊκές ηγεσίες αρνούμενες να εγκαταλείψουν εδάφη, συνέχισαν τις υπερβολικές δαπάνες για το στρατό, εγκαταλείποντας άλλους κρίσιμους τομείς για την ανάπτυξη, όπως η τεχνολογία και οι υποδομές.
Σε αυτό το σημείο μπήκαν και οι μισθοφόροι. Λόγω των μεγάλων αναγκών οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες βασίζονταν όλο και περισσότερο σε ξένους μισθοφόρους, όπως στους Γότθους, οι οποίοι δεν είχαν καμία πίστη στη Ρώμη και απλώς ζητούσαν όλο και περισσότερα χρήματα. Αν δεν δίνονταν τότε περνούσαν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Είναι ενδεικτικό πως πολλοί από τους βάρβαρους που επιτέθηκαν στη Ρώμη το 410, 455 και 476 είχαν εργαστεί κάποτε για την Αυτοκρατορία.
Απλά μαθήματα από την πτώση μιας αυτοκρατορίας
Άλλοι παράγοντες που συνδυάστηκαν για να οδηγήσουν στην πτώση της Ρώμης ήταν η ανεξέλεγκτη διαφθορά των ηγεμόνων και η πολιτική αστάθεια που προκλήθηκε από πολυάριθμους ανίκανους και άπληστους αυτοκράτορες. Ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν επίσης ότι η μεταστροφή της Ρώμης στον Χριστιανισμό προκάλεσε απώλεια των παραδοσιακών ρωμαϊκών αξιών που οδήγησε στην πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Όπως επισημαίνει ο ιστορικός Ρόμπι Μίτσελ στο άρθρο του, οι λόγοι πίσω από την κατάρρευση της αυτοκρατορίας είναι πολύπλευροι και είναι αδύνατο να αναφέρουμε μόνο έναν παράγοντα που συνέβαλε. Στην πραγματικότητα, είναι αδύνατο να περιοριστεί σε δύο ή τρεις λόγους. Η παρακμή της Ρώμης δεν ήταν σύντομη και βίαιη. Η σήψη εξαπλώθηκε σε δεκαετίες, ακόμη και αιώνες.
Στην ακμή της, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία φαινόταν ασταμάτητη. Αλλά τίποτα δεν διαρκεί για πάντα, και τελικά ο ρωμαϊκός πολιτισμός έπεσε όπως αμέτρητοι άλλοι πριν από αυτόν. Οι παραλληλισμοί με αυτό που συνέβη στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και με αυτό που συμβαίνει σε ολόκληρο τον κόσμο σήμερα, όπως η ραγδαία αύξηση των τιμών, οι εμφύλιες αναταραχές και το διευρυνόμενο χάσμα πλουσίων-φτωχών, είναι μια έντονη υπενθύμιση του πόσο συχνά επαναλαμβάνεται η ιστορία και πόσο συχνά αποτυγχάνει η ανθρωπότητα να μάθει από τα λάθη του παρελθόντος.