Η δημοτική αρχή στο Σαν Φρανσίσκο σκοπεύει να επιτρέψει στις δυνάμεις επιβολής της τάξης να χρησιμοποιούν ρομπότ ικανά να σκοτώνουν, απόφαση που έχει προκαλέσει πολεμική, αλλά η αστυνομία υπερασπίστηκε χθες Πέμπτη κάνοντας λόγο για «λύση της ύστατης προσφυγής».
Την Τρίτη, το δημοτικό συμβούλιο του Σαν Φρανσίσκο ενέκρινε, με 8 ψήφους υπέρ έναντι τριών κατά, απόφαση που προβλέπει τη χρήση από τις δυνάμεις επιβολής της τάξης ρομπότ ικανών να σκοτώνουν σε ακραίες περιπτώσεις, όπως σε τρομοκρατικές ενέργειες ή μαζικούς σκοτωμούς με τη χρήση πυροβόλων όπλων, που είναι τραγικά συχνοί στις ΗΠΑ.
Η απόφαση, που μένει να υιοθετηθεί οριστικά σε επόμενη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου, που προβλέπεται να διεξαχθεί την Τρίτη 6η Δεκεμβρίου, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας New York Times, πυροδότησε πολεμική. Οι πολέμιοί της φοβούνται πως θα οδηγήσει σε κλιμάκωση της αστυνομικής βίας και σε μέλλον αντάξιο των ταινιών της σειράς «Εξολοθρευτής» («Terminator»).
«Η χρήση ρομπότ σε δυνητικά φονικές καταστάσεις (θα) είναι επιλογή της ύστατης προσφυγής», διαβεβαίωσε σε ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησε η υπηρεσία του ο αρχηγός της αστυνομίας του Σαν Φρανσίσκο, ο Γουίλιαμ Σκοτ.
«Ζούμε σε μια εποχή που η μαζική βία γίνεται πιο συχνή», επέμεινε. «Χρειαζόμαστε αυτή την επιλογή για να μπορούμε να σώσουμε ζωές σε περίπτωση που αυτό το είδος τραγωδίας εκτυλιχτεί στην πόλη μας», πρόσθεσε ο κ. Σκοτ, όπως μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Μόνο ανώτεροι αξιωματικοί της αστυνομίας θα μπορούν να διατάξουν χρήση ρομπότ για να σκοτωθεί ύποπτος, διαβεβαιώνει η ανακοίνωση.
Η αστυνομία του Σαν Φρανσίσκο διαθέτει ήδη ρομπότ που μπορεί να ελέγχει από απόσταση και χρησιμοποιεί όταν δέχεται ειδοποιήσεις για τοποθέτηση βομβών, για τον χειρισμό δυνητικά επικίνδυνων υλικών και «σε άλλα περιστατικά όπου οι αστυνομικοί πρέπει να κρατήσουν τις αποστάσεις τους ώσπου να είναι ασφαλής η τοποθεσία», διευκρινίζεται στην ανακοίνωση.
Η νέα πολιτική θα επιτρέπει να χρησιμοποιούνται ρομπότ για να τοποθετούν «εκρηκτική ύλη» ικανή να «εξουδετερώσει ή να αποπροσανατολίσει κάποιον ένοπλο, βίαιο ή επικίνδυνο ύποπτο που απειλεί να αφαιρέσει ζωές», συνέχισε η αστυνομία.
«Τα ρομπότ που θα είναι εξοπλισμένα κατ’ αυτό τον τρόπο θα χρησιμοποιούνται μόνο για να σωθούν ζωές αθώων», επέμεινε.
Πρόκειται για «φρικτή πολιτική», ιδέα «εντελώς αντίθετη από το πώς θα έπρεπε να χρησιμοποιεί τα ρομπότ η αστυνομία», ήταν η αντίδραση μέσω Twitter του Πολ Σάρι, αντιπροέδρου του Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια (Center for a New American Security), ινστιτούτου μελετών με έδρα την Ουάσινγκτον.
«Το πλεονέκτημα των ρομπότ είναι πως δημιουργούν μεγαλύτερη απόσταση ανάμεσα στις δυνάμεις επιβολής της τάξης και μια απειλή, ακριβώς για να μη χρειάζεται η καταφυγή στη θανατηφόρα βία», πρόσθεσε, θυμίζοντας πως οι αστυνομικοί έχουν στη διάθεσή τους διάφορα μέσα για να εξουδετερώνουν έναν ύποπτο χωρίς να τον σκοτώσουν (τέιζερ, δακρυγόνα, χειροβομβίδες κρότου-λάμψης κ.λπ.).
Για τον κ. Σάρι, η απόφαση του δήμου της Σαν Φρανσίσκο, που υπάρχει κίνδυνος να μιμηθούν κι άλλες πόλεις, αποτελεί «παράδειγμα της στρατιωτικοποίησης της αστυνομίας στην Αμερική».