Οι ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας έλαβαν στρατιωτικά αεροσκάφη και ανταλλακτικά για να επισκευάσουν αεροσκάφη που έχουν υποστεί ζημιές, ανακοίνωσε χθες το βράδυ της Τρίτης (19/4) το αμερικανικό Πεντάγωνο.
Η Ουκρανία έχει υπερβεί τις προσδοκίες των συμμάχων της και στρατιωτικών αναλυτών, όχι μόνο διατηρώντας επιχειρησιακή την Πολεμική της Αεροπορία σχεδόν δύο μήνες μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής, αλλά και επισκευάζοντας αεροσκάφη που έχουν υποστεί ζημιές και, κατά τα φαινόμενα, ενισχύοντας τον στόλο της.
Ο εκπρόσωπος του αμερικανικού Πενταγώνου Τζον Κίρμπι δεν έκανε γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες για το ποιες χώρες έστειλαν αεροσκάφη, πάντως αναγνώρισε πως έγιναν νέες παραδόσεις και πρόσθεσε ότι η Ουκρανία έχει σήμερα περισσότερα διαθέσιμα μαχητικά αεροσκάφη από όσα είχε πριν από δύο εβδομάδες.
«Έχουν λάβει επιπλέον αεροσκάφη και ανταλλακτικά για να τους βοηθήσουν να έχουν περισσότερα αεροσκάφη στους αιθέρες», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Τζον Κίρμπι σε ενημέρωση Τύπου, χωρίς να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες. Ο Κίρμπι διευκρίνισε ότι η Ουάσινγκτον δεν έστειλε κανένα αεροσκάφος στο Κίεβο.
«Σίγουρα τους ενισχύσαμε με την αποστολή περισσότερων ανταλλακτικών που θα βοηθήσουν σε ό,τι αφορά τις ανάγκες των αεροσκαφών τους, αλλά δεν έχουμε στείλει κανένα αεροσκάφος», δήλωσε.
Ωστόσο, αυτό ενδέχεται σύντομα να αλλάξει. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν σχέδια για τη μεταφορά ρωσικής κατασκευής ελικοπτέρων στην Ουκρανία, τα οποία προορίζονταν παλαιότερα για το Αφγανιστάν.
Πάνω από 50 ημέρες μετά την έναρξη του πολέμου, ο εναέριος χώρος της Ουκρανίας παραμένει «διαφιλονικούμενος» εν μέρει λόγω της ουκρανικής Πολεμικής Αεροπορίας και της αντιαεροπορικής άμυνας, συμπεριλαμβανομένων των φορητών πυραύλων εδάφους-αέρος που προσέφεραν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους.
Το γεγονός αυτό επέτρεψε στην Ουκρανία να διεξάγει πιο αποτελεσματική χερσαία επιχείρηση από ό,τι αν η Ρωσία είχε την κυριαρχία στους αιθέρες, και κατάφερε να αντιμετωπίσει από αέρος τις δυνάμεις των εισβολέων.
Νέες κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας και στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας, αποφάσισαν οι ηγέτες των Δυτικών χωρών
Λίγο νωρίτερα τώρα, χθες Τρίτη (19/4) οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση συμφώνησαν ότι είναι αναγκαίο να ενταθούν οι πιέσεις στο Κρεμλίνο, κυρίως μέσω της υιοθέτησης νέων κυρώσεων, αλλά και να απομονωθεί περαιτέρω η Ρωσία, κατά την τηλεδιάσκεψη που συγκάλεσε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, με τη συμμετοχή πολλών ηγετών συμμαχικών χωρών.
«Θα αυστηροποιήσουμε περαιτέρω τις κυρώσεις μας κατά της Ρωσίας και θα ενισχύσουμε την οικονομική βοήθεια και τη βοήθεια στην ασφάλεια προς την Ουκρανία. Ευχαριστούμε, πρόεδρε των ΗΠΑ, για τη σύγκληση αυτής της σημαντικής επικοινωνίας. Είμαστε στο πλευρό της Ουκρανίας» σημείωσε σε ανάρτησή της στο Twitter η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, επιβεβαιώνοντας μια ανακοίνωση που είχε εκδώσει λίγο νωρίτερα η ιταλική κυβέρνηση.
Στην τηλεδιάσκεψη αυτήν συμμετείχαν επίσης ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, ο καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς, οι πρόεδροι της Ρουμανίας και της Πολωνίας και οι πρωθυπουργοί της Ιταλίας, του Καναδά και της Ιαπωνίας.
Παρόντες ήταν επίσης ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Στην ανακοίνωσή του ο Στόλτενμπεργκ επιβεβαίωσε και αυτός ότι οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι είναι σημαντικό «να πληρώσει η Μόσχα βαρύ τίμημα» για την εισβολή της στην Ουκρανία.
Εξάλλου, σύμφωνα με την ιταλική κυβέρνηση, «επαναβεβαιώθηκε η κοινή δέσμευση» περί διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών, με τη μείωση της εξάρτησης των χωρών από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες.
Σύμφωνα με τη γαλλική προεδρία, οι Δυτικοί σύμμαχοι αποφάσισαν «να ενισχύσουν τη στήριξή τους προς την Ουκρανία» απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα, κυρίως υιοθετώντας «νέες κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, εάν επιμείνει στον πόλεμο». Συμφώνησαν επίσης ότι «είναι αναγκαίο να πειστούν οι εταίροι μας, των χωρών εκείνων που δεν μετέχουν στην G7 και την ΕΕ, ότι αυτή η κρίση απειλεί τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια και δεν πρόκειται απλώς για μια περιφερειακή κρίση που δεν ενδιαφέρει παρά μόνο τους Δυτικούς», εξήγησε το Ελιζέ, παραπέμποντας εμμέσως στην Κίνα.
Ένας σύμβουλος της γαλλικής προεδρίας είπε ότι οι σύμμαχοι συζήτησαν το πώς θα μπορούσαν να παράσχουν εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία μετά τον πόλεμο, εάν η χώρα δεν θα είναι μέλος του ΝΑΤΟ και κατά συνέπεια δεν θα μπορεί να προσφύγει στον κοινό αμυντικό μηχανισμό του Συμφώνου, το αποκαλούμενο «άρθρο 5». «Η χώρα μας είναι έτοιμη να παράσχει εγγυήσεις ασφαλείας. Θα μπορούσαν να είναι στρατιωτικοί εξοπλισμοί, ώστε να μπορέσει (η Ουκρανία) να αντιμετωπίσει μια νέα επίθεση» ή, ενδεχομένως, εγγυήσεις παρόμοιες με τη ρήτρα αμοιβαίας άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Φούμιο Κισίντα είπε στους συμμετέχοντες ότι το Τόκιο σκοπεύει να τριπλασιάσει, στα 300 εκατομμύρια δολάρια, τα δάνεια που θα χορηγήσει στην Ουκρανία. Νωρίτερα, η ιαπωνική κυβέρνηση είχε ανακοινώσει ότι θα στείλει στην Ουκρανία προστατευτικές μάσκες και στολές προστασίας από επικίνδυνα υλικά, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αν γίνει χρήση χημικών όπλων, καθώς επίσης και μη επανδρωμένα αεροσκάφη περιπολίας.
Ο καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά τη διάσκεψη, είπε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν φέρει την ευθύνη για τα «εγκλήματα πολέμου» στην Ουκρανία και ότι «η ρωσική εισβολή είναι μια κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου». Πρόσθεσε ότι το Βερολίνο συζητά με την αμυντική βιομηχανία τι είδους οπλισμό θα μπορούσε να στείλει στον ουκρανικό στρατό «για να απωθήσει τη ρωσική επίθεση», όπως αντιαρματικά όπλα. Όταν ρωτήθηκε αν η Γερμανία θα μπορούσε να στείλει υπερσύγχρονα άρματα Leopard στην Ουκρανία, ο Σολτς είπε ότι το Βερολίνο και οι Δυτικές χώρες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι πιο λογικό να παραδίδονται όπλα τα οποία ξέρουν να χρησιμοποιούν οι Ουκρανοί.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες από την πλευρά τους θα στείλουν περισσότερα συστήματα πυροβολικού στην Ουκρανία, όπως είπε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν σε δημοσιογράφους. Υπενθυμίζεται ότι και η Βρετανία θα στείλει περισσότερα συστήματα πυροβολικού στην Ουκρανία, όπως ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος παράλληλα αποκάλυψε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο αποστολής πυραύλων Brimstone.