Συνολικά 85.000 άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει από τα μέσα Μαΐου την πόλη Ραμάντι του δυτικού Ιράκ, η οποία έχει καταληφθεί από την τζιχαντιστική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος, ανακοίνωσε σήμερα ο ΟΗΕ και κάλεσε τις ιρακινές αρχές να αφήνουν τους εκτοπισμένους να κυκλοφορούν ελεύθερα στη χώρα.
Μία μόλις εβδομάδα πριν, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες είχε υπολογίσει σε σχεδόν 55.000 τον αριθμό των ανθρώπων που είχαν εγκαταλείψει το Ραμάντι από τις 15 Μαΐου.
Η κατάληψη της πρωτεύουσας της επαρχίας Αλ Άνμπαρ (της μεγαλύτερης επαρχίας του Ιράκ) στις 17 Μαΐου από τους τζιχαντιστές είναι μια από τις μεγάλες νίκες του ΙΚ, μετά την επιχείρησή του στο Ιράκ τον Ιούνιο του 2014.
Αποφασισμένος να ανακαταλάβει το Ραμάντι, ο ιρακινός στρατός έχοντας την υποστήριξη σιιτών πολιτοφυλάκων προσπαθούσε αυτή την εβδομάδα να περικυκλώσει την σουνιτική πόλη πριν πραγματοποιήσει έφοδο.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της Ύπατης Αρμοστείας Ουίλιαμ Σπίντλερ, «σχεδόν 85.000 άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει εξαιτίας της τελευταίας κλιμάκωσης της βίας το Ραμάντι και τα περίχωρά του από τις 15 Μαΐου. Το τελευταίο αυτό κύμα εκτοπισμένων, στη μεγάλη του πλειοψηφία -σχεδόν 85%- έμεινε στην επαρχία Αλ Άνμπαρ».
Άλλοι εκτοπισμένοι προσπαθούσαν να μεταβούν σε διάφορες περιοχές του Ιράκ, κυρίως στη Βαγδάτη. Ωστόσο σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία, όλοι δεν τα καταφέρνουν γιατί οι αρχές ζητούν από τους εκτοπισμένους που θέλουν να πάνε στην ιρακινή πρωτεύουσα να αποδείξουν ότι γνωρίζουν κάποιον εκεί. Η Ύπατη Αρμοστεία ζητεί συνεπώς από τις αρχές να επιτρέπουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εκτοπισμένων.
Πολλοί μεταξύ αυτών δεν έχουν στέγη, ενώ οι θερμοκρασίες είναι ήδη πολύ υψηλές (άνω των 40 βαθμών Κελσίου), παρότι ακόμη δεν είναι καλοκαίρι.
Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι είχαν ήδη εγκαταλείψει την περιοχή του Ραμάντι τους τελευταίους μήνες σε προηγούμενες περιόδους κλιμάκωσης της βίας, ειδικά όταν το ΙΚ είχε πραγματοποιήσει επίθεση τον Απρίλιο. Οι πρόσφατοι εκτοπισμοί αυξάνουν σε 180.000 τον αριθμό εκτοπισμένων από τις αρχές Απριλίου, τονίζει η Ύπατη Αρμοστεία.
Το ΙΚ ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της επαρχίας Αλ Άνμπαρ, όπου έχει εδραιωθεί από τον Ιανουάριο του 2014, πέντε μήνες πριν από τη μεγάλη επιχείρησή του με την οποία κατέλαβε άλλες τεράστιες περιοχές ανατολικά και βόρεια της Βαγδάτης.