Όταν η Μαρίνα Πικάσο ήταν έξι χρονών επισκεπτόταν μία φορά την εβδομάδα τον παππού της. Δεν την καλωσόριζε με μια μεγάλη αγκαλιά, δεν της άνοιγε διάπλατα χαρούμενος την πόρτα, δεν της χαμογελούσε καν.
Εκείνη και ο αδελφός της ο Παμπλίτο, ένα χρόνο μεγαλύτερός της, κρύβονταν με φόβο πίσω από τον πατέρα τους Πάουλο όταν εκείνος χτυπούσε την πόρτα της μεγάλης λευκής μαρμάρινης έπαυλης στις Κάννες.
Τελικά άνοιγε η οικονόμος και ρωτούσε αν είχαν ραντεβού. Ο Πάουλο τραύλιζε προσπαθώντας να απαντήσει. «Θα δω αν ο κύριος είναι μέσα», έλεγε η οικονόμος και τους έκλεινε την πόρτα.
Ο Πάμπλο Πικάσο, ο διασημότερος ίσως ζωγράφος στην Ευρώπη, απολάμβανε με χαιρεκακία το να αφήνει την οικογένειά του να περιμένει. Ο Πάουλο κάπνιζε για να εκτονώσει τον εκνευρισμό του. Η Μαρίνα και ο Παμπλίτο έκαναν αμήχανες κινήσεις. Έπειτα από μια ατέρμονη αναμονή η οικονόμος τους έλεγε: «Ο κύριος δεν μπορεί να σας δει σήμερα. Εργάζεται».
Ταπεινωμένος ο Πάουλο επέστρεφε με τα παιδιά στο σπίτι χωρίς να έχει λάβει την εβδομαδιαία αμοιβή του ως σοφέρ του πατέρα του. Εκείνες τις ημέρες τα παιδιά του μοιράζονταν ένα μήλο για βραδινό.
Όταν «ο κύριος» δεχόταν να τους δείτε, τα παιδιά ήταν ταυτόχρονα χαρούμενα και τρομοκρατημένα. Ήταν μάρτυρες φρικτών καβγάδων ανάμεσα στον πατέρα και τον παππού τους.
«Είσαι ανίκανος να στηρίξεις τα παιδιά σου», έλεγε ο Πικάσο, είσαι ανίκανος να βγάλεις τα προς το ζην, είσαι ανίκανος για οτιδήποτε, είσαι δεύτερος και πάντα θα είσαι». Παρότι ο Πάουλο ήταν πολύ ψηλότερος από τον πατέρα του, λούφαζε όταν ο πατέρας του ήταν παρών.
Η Μαρίνα θυμάται μόνο μία κίνηση ευγένειας. Όταν ο πατέρας της ήταν στις καλές του, έσπαγε ένα καρύδι, το έβαζε μέσα σε ένα αποξηραμένο σύκο ή χουρμά και έβαζε το γλυκό μέσα στο στόμα της Μαρίνα και του Παμπλίτο.
Πολλά χρόνια αργότερα η Μαρίνα συνειδητοποίησε πως ακόμα κι αυτό ήταν ένα διεστραμμένο αστείο: τα γλυκά αυτά με τα αποξηραμένα φρούτα και το καρύδι ονομάζονταν mendiants – ζητιάνοι.
«Όταν ακούω τον κόσμο να μιλά για την μεγαλοφυΐα του Πικάσο», έγραψε η Μαρίνα πολλά χρόνια αργότερα, «δελεάζομαι να τους απαντήσω: ‘ναι, μεγαλοφυΐα σκληρότητας’».
Η δημιουργικότητα και του Ισπανού καλλιτέχνη μπορεί να ξεχείλιζε αλλά συνοδευόταν και από σαδιστική συμπεριφορά και περιφρόνηση προς τις ερωμένες του, τις συζύγους του, τα παιδιά και τα εγγόνια του. Προκαλούσε έντονο πόνο στην οικογένειά του ακόμα και μετά τον θάνατό του.
Την περασμένη εβδομάδα η 64χρονη Μαρίνα ανακοίνωσε πως επιτέλους της έγινε πρόταση ύψους πάνω από 155 εκατ. ευρώ για την «La Californie», τη βίλα των Καννών που της προκαλούσε τόσο τρόμο όταν ήταν παιδί. Ήταν 22 ετών όταν κληρονόμησε το σπίτι μετά τον θάνατο του πατέρα της και για χρόνια ήθελε να το ξεφορτωθεί.
Στο βιβλίο της περιέγραψε πόσο εμπόδιο θεωρούσε το σπίτι και πόσο ήθελε «να το πουλήσει και να πάρει πίσω την ψυχή της». Ήταν πεπεισμένη πως ήταν στοιχειωμένο από το φάντασμα του Πικάσο, γράφει η Daily Mail.
Μιλώντας σε γαλλική εφημερίδα η Μαρίνα δήλωσε πως ήλπιζε η πώληση του σπιτιού να «άλλαζε τη σελίδα μιας επώδυνης ιστορίας».
Την ώρα που ο Πάμπλο Πικάσο ζούσε με χλιδή στη La Californie, η Μαρίνα και ο Παμπλίτο είχαν μια ανασφαλή και φτωχή παιδική ηλικία. Όταν δεν είχαν μήλο για βραδινό είχαν αυγά και μία ντομάτα ή τοστ με ζεστό γάλα.
Ο Πικάσο εκφόβιζε τον Πάουλο από βρέφος. Ήταν ο μοναδικός γιος του από την πρώτη γυναίκα Olga Khokhlova, Ουκρανή μπαλαρίνα. Παντρεύτηκαν το 1918 και όταν ο Πικάσο ταξίδεψε με την Olga στη Βαρκελώνη για να γνωρίσει στη μητέρα του, εκείνη την προειδοποίησε: «Καημένο κορίτσι, δεν ξέρεις σε τι μπλέκεις. Αν ήμουν φίλη σου θα σου έλεγα να μην το κάνει ό,τι κι αν γίνει. Καμία γυναίκα δεν μπορεί να ευτυχήσει με τον γιο μου».
Στις 8 Απριλίου 1973 ο Πάουλο τηλεφώνησε στα παιδιά του και τα ενημέρωσε πως ο πατέρας του είχε πεθάνει. Τέσσερις ημέρες μετά την κηδεία του η Μαρίνα βρήκε τον Παμπλίτο να αιμορραγεί από το στόμα στο διαμέρισμά τους. Είχε πιει λευκαντικό και πέθανε τρεις μήνες μετά στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας.
Ο πατέρας τους πέθανε δύο χρόνια μετά, κατεστραμμένος από το αλκοόλ.
Η Μαρίνα είναι από τους λίγους επιζήσαντες του περιβάλλοντος του Πάμπλο Πικάσο. Δεν τον συγχώρεσε ποτέ για τον θάνατο του αδελφού της.