Την ώρα που η Ευρώπη κατηγορείται πως «κλείνει τα μάτια» στους τραγικούς θανάτους εκατοντάδων απελπισμένων μεταναστών που επιχειρούν να διασχίσουν τη Μεσόγειο, ένα αγόρι από τη Γάζα αφηγείται τη δική του τρομακτική ιστορία.
Ο 17χρονος Yusuf επέζησε μετά την απαγωγή, τον ξυλοδαρμό, τη φυλάκιση και την πείνα του στον αγώνα του να φτάσει στην Ευρώπη για μια καλύτερη ζωή. Μίλησε στη Sarah Tyler της οργάνωσης «Save the Children» από τη Λαμπεντούσα της Ιταλίας τον Φεβρουάριο.
«Η οικογένειά μου βρίσκεται στη Γάζα, ο πατέρας, η μητέρα μου και η μικρή αδελφή μου, δύο χρόνια μικρότερη από μένα. Ο αδελφός μου σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια των τελευταίων συγκρούσεων. Ο πατέρας μου είναι πολύ άρρωστος και με δυσκολία καταφέρνει να δουλέψει, έχει έναν όγκο στο χέρι του. Ο ξάδελφός μου σκοτώθηκε από ελεύθερο σκοπευτή. Έφυγα από τη Γάζα λόγω του πολέμου, εκεί δεν μπορείς να περπατήσεις ούτε 200 μέτρα χωρίς να ξέρεις αν μια βόμβα θα εκραγεί. Τα πάντα γύρω μου ήταν πόλεμος και θάνατος, ήθελα να αλλάξω ζωή, ήθελα να βρω μια καινούρια ζωή. Δεν μπόρεσα για χρόνια να πάω σχολείο, μόνο δύο χρόνια πήγα. Ξέρω μόνο να γράφω το όνομά μου», αρχίζει την ιστορία του ο 17χρονος.
«Έφυγα από τη Γάζα με τον καλύτερό μου φίλο και περάσαμε τα σύνορα προς τον Λίβανο. Μείναμε εκεί με μακρινούς συγγενείς που ζούσαν σε καταυλισμό προσφύγων. Θέλαμε να πάμε στην Ευρώπη αλλά μας απήγαγαν, μας έβαλαν φυλακή, δεν ξέρω για πόσο καιρό, ίσως δύο εβδομάδες, ίσως ολόκληρο μήνα, ήταν πολύ σκοτεινά και δεν ξεχωρίζαμε τη μέρα από τη νύχτα», λέει.
«Οι απαγωγείς μας ζήτησαν 1.000 δολάρια για να μας αφήσουν, απειλούσαν να μας σκοτώσουν αν δεν τους δίναμε λεφτά. Τράβηξαν βίντεο την ώρα που μας χτυπούσαν και τα έστειλαν στην οικογένειά μου. Μας έβαλαν σε σακιά που τα έδεσαν κάτω από τα σαγόνια μας. Είδα έναν άνθρωπο που του είχαν βγάλει τα νύχια… Η οικογένειά μου έδωσε τα χρήματα και μας άφησαν, μείναμε στο Λίβανο για δύο μήνες. Φοβόμασταν πολύ τις ένοπλες ομάδες, οι γυναίκες που ζούσαν στους καταυλισμούς προσφύγουν ήταν υπό διαρκή απειλή, κάποιες έπεφταν θύματα βιασμού.
Βρήκαμε μόνοι μας του διακινητές και πήγαμε μαζί τους από το Χαρτούμ ως τη Λιβύη, ταξιδεύαμε σε ένα ανοιχτό φορτηγό. Χωρούσε περίπου 30 άτομα κι έτρεχε με 160 χιλιόμετρα την ώρα, αν έπεφτες σε άφηναν πίσω. Τρεις Παλαιστίνιοι έπεσαν και το φορτηγό δεν σταμάτησε για να ξανανέβουν… Στην έρημο είμασταν με πολλούς άλλους ανθρώπους διαφόρων εθνικοτήτων. Μας έδιναν νερό από ένα μπιτόνι αλλά ήταν ανακατεμένο και με πετρέλαιο, τρώγαμε μία φορά τη μέρα. Πειν9ούσαμε συνέχεια, ζητήσαμε να αγοράσουμε αλεύρι για να φτιάξουμε ψωμί μόνοι μας.
Πληρώναμε 50 δολάρια για το αλεύρι, υπήρξαν άνθρωποι που πέθαναν από πείνα και δίψα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού αυτού…
Στη Λιβύη μας έκλεψαν όλα τα υπάρχοντά μας, ρούχα και παπούτσια. Οι διακινητές μας έδωσαν άλλα ρούχα, πληρώσαμε 1000 δολάρια για να μας πάνε στην Ιταλία. Μπήκαμε σε ένα σκάφος, ο καπετάνιος μας είπε πως πηγαίνουμε στην Ιταλία, έπρεπε να αγοράσουμε μόνοι μας σωσίβια, όσοι δεν είχαν λεφτά δεν αγόρασαν. Είμαστε περίπου 250 άνθρωποι στο σκάφος, σε δύο επίπεδα, κάποιοι Αφρικάνοι ήταν από κάτω.
Οι διακινητές οπλοφορούσαν και απειλούσαν πως αν μιλούσες θα σε πετούσαν στη θάλασσα ή θα σε πυροβολούσαν. Το ταξίδι κράτησε 13 ώρες, δύο φορές το σκάφος χάλασε και σταμάτησε. Οι γυναίκες και τα παιδιά έκλαιγαν αλλά ένα από μας κατάφερε να διορθώσει τη βλάβη κι έτσι συνεχίσαμε. Νερό έμπαινε μερικές φορές στο πλοίο, το βγάζαμε με τα χέρια μας.
Φοβόμασταν πως θα πνιγούμε. Ο καπετάνιος ειδοποίησε την ιταλική ακτοφυλακή για να διασωθούμε. Φοβόμασταν τόσο μέσα στο σκάφος αλλά όταν είδαμε την ακτοφυλακή είμαστε χαρούμενοι και χαμογελαστοί, ακόμα και τα παιδιά ήταν ευτυχισμένα.
Ο καπετάνιος και οι διακινητές έριχναν πυροβολισμούς στους διασώστες Γιατί ήθελαν να κρατήσουν το σκάφος τους ώστε να γυρίσουν πίσω και να μεταφέρουν κι άλλους.
Το ταξίδι μού κόστισε 4.000 δολάρια, αν η μητέρα μου δεν είχε πουλήσει όλα τα κοσμήματά της δεν θα ήμουν σήμερα εδώ…
Είχα δύο επιλογές. Να μείνω στη Γάζα και να πεθάνω ή να δοκιμάσω την τύχη μου και να δοκιμάσω να φτάσω στην Ευρώπη. Ήθελα να έχω μέλλον, ήθελα να βοηθήσω την οικογένειά μου, ειδικά την αδελφή μου.
Ο φίλος μου κι εγώ θέλαμε να πάμε στη Γερμανία ή τη Σουηδία και να καταφέρουμε κάποτε να πάρουμε εκεί και τις οικογένειές μας. Στη Γάζα ζεις με το φόβο των σφαιρών. Αντίθετα με τα άλλα παιδιά, εμείς δεν έχουμε παιδική ηλικία, δεν έχουμε παιχνίδια και μπορεί ανά πάσα στιγμή να πεθάνουμε. Ως Παλαιστίνιοι δεν έχουμε νόμιμα δικαιώματα σε καμία αραβική χώρα αλλά πιστεύουμε πως θα έχουμε μέλλον στην Ευρώπη.
Εδώ στο καταφύγιο προσφύγων νιώθω ασφαλής. Τρώω, κοιμάμαι, τρώω, κοιμάμαι… Δεν ακούω πια φωνές ούτε πυροβολισμούς. Αλλά όλοι ανησυχούμε πως θα χρειαστεί να μείνουμε στο κέντρο υποδοχής πολύ καιρό. Θέλουμε να συνεχίσουμε το ταξίδι μας στη Γερμανία για να βρούμε εκεί τα ξαδέλφια μας.
Θέλω όλοι να μάθουν την ιστορία μου, να την αφηγηθώ στον κόσμο για να μην ξανασυμβέι. Θέλω απλά να είμαι άνθρωπος…»