Ο κορονοϊός είναι εδώ και δεν αναμένεται να σταματήσει να μας απασχολεί τουλάχιστον μέσα στα επόμενα ένα-δυο χρόνια, με τους ειδικούς και τους επιστήμονες να αποφαίνονται μάλιστα ότι μέχρι να εξαφανιστεί από τις ζωές μας διαμέσου της ανοσίας της αγέλης, ενδέχεται ήδη να έχει σκοτώσει παγκοσμίως έναν αριθμό ανθρώπων που θα κυμαίνεται κάπου μεταξύ 9-18 εκατομμύρια.
Η θέληση να απαλλαχθούμε από αυτόν είναι μεγάλη και κράτη, θεσμοί όπως ο ΠΟΥ, ιδιώτες και οργανώσεις ρίχνουν δεκάδες εκατ. ευρώ σε εργαστήρια, γιατρούς, ιολόγους και λοιμωξιολόγους προκειμένου σύντομα να έχουμε στα χέρια μας ένα εμβόλιο που θα είναι αποτελεσματικό τόσο απέναντι σε όλους τους υπάρχοντες κορονοϊούς, όσο και σε όλες τις πιθανές μελλοντικές μεταλλάξεις τους.
Ο έγκριτος ιστότοπος The Conversation συνομίλησε με πέντε από τους ειδικούς που φαίνεται να βρίσκονται πιο κοντά απ’ όλους στην επίλυση ενός εκ των δυσκολότερων ιατρικών γρίφων όλων των εποχών.
Αυτός που κινητοποιείται πιο δραστήρια απ’ όλους είναι ο Συνασπισμός για τις Καινοτομίες Ετοιμότητας στις Πανδημίες (Cepi), μια παγκόσμια συνεργασία μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φιλανθρωπικών και οργανώσεων πολιτών, η οποία έχει στόχο να επισπεύσει τον χρόνο ανάπτυξης των εμβολίων. Ο στόχος του Cepi είναι αυτά να παράγονται μέσα σε μόλις 100 ημέρες, δηλαδή στο ένα τρίτο του χρόνου που χρειάστηκαν για να δημιουργηθούν τα πρώτα εμβόλια για τη λοίμωξη Covid-19, που ήταν το ένα ημερολογιακό έτος.
Διαμέσου του επικεφαλής του και διευθύνοντος συμβούλου του, Ρίτσαρντ Χάτσετ, τον περασμένο Μάρτιο η Cepi ανακοίνωσε ότι θα συγκεντρώσει 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία θα επενδυθούν σε έρευνα και ανάπτυξη εμβολίων για την ενίσχυση της παγκόσμιας ετοιμότητας έναντι μιας ακόμη χειρότερης μελλοντικής πανδημίας. Από αυτά, τα 200 εκατομμύρια δολάρια έχουν δεσμευτεί για την ανάπτυξη του εμβολίου που θα είναι αποτελεσματικό σε όλους τους κορονοϊούς.
Όπως αναφέρει ο Χάτσετ, «στόχος είναι να παραχθεί ένα εμβόλιο που θα καλύπτει όλες τις μεταλλάξεις τους, κάτι που θα μείωνε την ανάγκη τροποποίησής του σε τακτική βάση λόγω των μεταλλάξεων», προσθέτοντας ωστόσο ότι για κάτι τέτοιο ενδέχεται να χρειαστούν αρκετά ακόμη χρόνια ερευνών. «Αν θέλουμε να μεγαλώσει ένα δέντρο, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να το φυτέψουμε 20 χρόνια πριν. Αν δεν το κάνουμε αυτό, τότε το καλύτερο που μπορεί να γίνει, είναι να το φυτέψουμε σήμερα», σχολιάζει με νόημα ο ίδιος, επισημαίνοντας ότι «το εμβόλιο που θα παρασκευαστεί στο μέλλον, θα πρέπει να αντιμετωπίζει τον κορονοϊό ως μία οικογένεια ιών και να αναπτύσσει στον οργανισμό μας τις ανάλογες ανοσολογικές αντιδράσεις που θα μας προστατεύουν».
Η ευρεία κάλυψη του εμβολίου, το φλέγον ζήτημα
«Πόσο ευρεία κάλυψη θα μπορεί να παρέχει αυτό το εμβόλιο; Θα πρέπει να είναι για τον Sars-1 και τον Sars-2; Θα πρέπει να είναι για τον Sars-2 και τις μεταλλάξεις του; Θα καλύπτει όλους τους ρινοϊούς, στην ευρύτερη οικογένεια των οποίων ανήκουν οι κορονοϊοί;», αναρωτιέται με την σειρά του ο Αντριου Γουόρντ από το Ερευνητικό Κέντρο Scripps της Καλιφόρνιας.
Το δημοσίευμα αναφέρει εμφατικά ότι η δημιουργία ενός καθολικού εμβολίου για μία οικογένεια ιών είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα. «Για παράδειγμα, οι επιστήμονες προσπαθούν εδώ και χρόνια να αναπτύξουν εμβόλιο για όλες τις μορφές του ιού της γρίπης, όμως δεν τα έχουν καταφέρει. Ούτε και για τον ιό HIV που προκαλεί τη λοίμωξη AIDS έχουν ανακαλύψει κάτι, εδώ και περισσότερα από 30 χρόνια», υπερτονίζει.
Υπάρχει, ωστόσο, μια ακτίνα ελπίδας: Μία νέα μέθοδος η οποία είχε σημειώσει πρόοδο πριν από την εμφάνιση του κορονοϊού και κατά την οποία το εμβόλιο διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να παραγάγει εξουδετερωτικά αντισώματα (bNAbs).
«Το ελπιδοφόρο σε αυτήν τη μέθοδο είναι ότι έχει δοκιμαστεί σε πιθήκους, και όχι μόνο μπλοκάρει το πανδημικό στέλεχος του Sars-Cov-2 και τις νεότερες μεταλλάξεις του, αλλά και τον Sars-Cov-1 και επιπλέον μία ομάδα κορονοϊών που απομονώθηκαν από νυχτερίδες και στο μέλλον θα μπορούσαν να μολύνουν τον άνθρωπο», σημειώνει ο Μπάρτον Χέινς, καθηγητής Ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο Duke.
Η τέταρτη επιστήμονας που έχει πέσει με τα μούτρα, που λέμε, στην εύρεση ενός εμβολίου είναι η Πάμελα Μπγιόρκμαν, δομική ανοσολόγος στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας (Caltech).
Η ομάδα της ανοσολόγου έχει αναπτύξει ένα εμβόλιο με βάση μία πλατφόρμα σωματιδίων ιού που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 2016. «Ακολουθούμε τις αρχές της δομικής βιολογίας, δηλαδή εξετάζουμε τις τρισδιάστατες δομές των στόχων του ανοσοποιητικού συστήματος, οι οποίες συνήθως είναι οι χαρακτηριστικές αυτές ακίδες που προεξέχουν από τον κορονοϊό. Εμείς προσπαθούμε να φτιάξουμε ένα νανοσωματίδιο το οποίο θα είναι σαν μικροσκοπική μπάλα ποδοσφαίρου. Πάνω του θα συνδέσουμε κομμάτια της ακίδας με μία πολύ απλή τεχνολογία που αναπτύχθηκε από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης», συνοψίζει η Μπγιόρκμαν.
Τέλος, πολύ κοντά στην ανάπτυξη ενός εμβολίου που θα καλύπτει όλους τους κορονοϊούς υποστηρίζει ότι βρίσκεται και η ερευνητική ομάδα του Τζόναθαν Χέινι, συγκριτικού παθοφυσιολόγου στο βρετανικό Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ.
Οι επιστήμονες μελέτησαν ενδελεχώς την δομή του ιού και κατόπιν δημιούργησαν συνθετικές δομές DNA, τις οποίες θα συνδέσουν τόσο σε συμβατικά εμβόλια, όσο και στα νεότερα, αυτά της τεχνολογίας mRNA (Pfizer, Moderna). Σε δοκιμές που έγιναν σε ζώα, το πειραματικό εμβόλιο τούς παρείχε προστασία έναντι διαφόρων ιών, μεταξύ των οποίων οι Sars-Cov-1, Sars-Cov-2 και αρκετοί κορονοϊοί νυχτερίδων, με το Κέιμπριτζ να αναμένεται να ξεκινήσει τις κλινικές δοκιμές φάσης 1 ίσως και μέσα στον Νοέμβριο.
Πάντως, όπως καταλήγει με νόημα το δημοσίευμα, «παρά το ότι εντός ενός ή δυο ετών ενδέχεται να έχουμε στα χέρια μας ένα πλήρως αποτελεσματικό εμβόλιο κατά της Covid-19, πιθανόν αυτό να μην αρκεί για να τελειώσει η περιπέτεια όλης της ανθρωπότητας με τις κατά καιρούς πανδημίες, κυρίως εξαιτίας της αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και των συχνών μετακινήσεων πληθυσμών».