Το Πρωτοδικείο των Σκοπίων έκανε δεκτή την αγωγή του πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ Νίκολα Γκρουέφσκι εναντίον του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Ζόραν Ζάεβ και του επιδίκασε αποζημίωση 50.000 ευρώ για συκοφαντική δυσφήμιση.
Ο κ. Γκρουέφσκι είχε προσφύγει στο δικαστήριο κατά του αρχηγού του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης «Σοσιαλδημοκρατική Ένωση» (SDSM) Zόραν Ζάεβ, ο οποίος, μερικές ημέρες πριν από τις εκλογές της 27ης Απριλίου, είχε υποστηρίξει ότι ο κ. Γκρουέφσκι, την περίοδο 2003-2004 κατά την οποία βρισκόταν στην αντιπολίτευση, αναμείχθηκε σε σκάνδαλο που αφορούσε την πώληση της τράπεζας Makedonska Banka στον αμφιλεγόμενο Σέρβο επιχειρηματία Γιόβιτσα Στεφάνοβιτς, από την οποία έλαβε «μίζα» 1,5 εκατ. ευρώ.
Ο Νίκολα Γκρουέφσκι είχε χαρακτηρίσει ψευδείς και ανυπόστατους τους ισχυρισμούς εκείνους και προσέφυγε στη δικαιοσύνη κατά του κ. Ζάεβ για συκοφαντική δυσφήμιση.
Αρχικά, ο κ. Γκρουέφσκι ζήτησε από το δικαστήριο να του επιδικάσει αποζημίωση 500.000 ευρώ, όμως αργότερα μείωσε το ύψος των απαιτήσεων του στις 50.000 ευρώ, αναφέροντας ότι σκοπός του δεν είναι η αποκόμιση ενός μεγάλου χρηματικού ποσού από τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, παρά η αποκατάσταση του κύρους του που επλήγη από τις κατηγορίες του κ. Ζάεβ.
Η υπεράσπιση του κ. Ζάεβ επέκρινε την απόφαση του Δικαστηρίου και σημείωσε ότι αυτή θα ήταν διαφορετική, αν το Δικαστήριο αποδεχόταν να εξετάσει το ακουστικό υλικό στο οποίο έχουν καταγραφεί συνομιλίες από τις οποίες φέρεται να προκύπτει ανάμειξη του Νίκολα Γκρουέφσκι σχετικά με την πώληση της τράπεζας Makedonska Banka στον Σέρβο επιχειρηματία Γιόβιτσα Στεφάνοβιτς, με «μίζα» 1,5 εκατ. ευρώ.
Το Δικαστήριο των Σκοπίων είχε αναφέρει ότι δεν μπορεί να θεωρήσει ως αποδεικτικό στοιχείο το ακουστικό υλικό που κατέθεσε η αντιπολίτευση, καθώς, όπως ισχυρίστηκε, αυτό αποτελούσε προϊόν υποκλοπής και δεν μπορούσε να πιστοποιήσει την γνησιότητα του.
H Makedonska Banka ήταν κρατική τράπεζα στην ΠΓΔΜ και μία από τις μεγαλύτερες στη χώρα. Το 2001, κατά την περίοδο ιδιωτικοποίησής της, πέρασε με μάλλον αδιαφανείς διαδικασίες στα χέρια στελεχών του κόμματος VMRO-DPMNE,το οποίο βρισκόταν τότε στην κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον Λιούπτσο Γκεοργκίεφσκι. Υπουργός οικονομικών την περίοδο εκείνη ήταν ο Νίκολα Γκρουέφσκι. Το 2004 η τράπεζα μεταβιβάστηκε στον Σέρβο επιχειρηματία Γιόβιτσα Στεφάνοβιτς, ενώ το 2007 κήρυξε πτώχευση.