Το καλοκαίρι του 1937, με το φάντασμα του Β’ Παγκοσμίου να πλανάται ήδη πάνω από την Ευρώπη, μια πλούσια χήρα είχε μια πολύ σημαντική συνάντηση.
Η Edith Pretty ζούσε σε μια πολίχνη του Σάφολκ της Αγγλίας και την πολιορκούσε εδώ και καιρό για μια ολιγόλεπτη συνομιλία ο έφορος ενός τοπικού μουσείου.
Να σκάψει τρία λοφάκια ήθελε στα όρια της τεράστιας ιδιοκτησίας της χήρας, στο Sutton Hoo. Η Pretty δέχτηκε, προσέλαβε η ίδια έναν ερασιτέχνη αρχαιολόγο ονόματι Basil Brown και η ανασκαφή ξεκίνησε πράγματι την ερχόμενη άνοιξη.
Για τα επόμενα δύο χρόνια, ο Brown θα έβγαζε από τα έγκατα της γης έναν θησαυρό ανεκτίμητης αρχαιολογικής αξίας.
Τα ευρήματα ήταν τέτοια που ο ερασιτέχνης κατάλαβε πως δεν μπορούσε να τα διαχειριστεί μόνος, κι έτσι κάλεσε την αρχαιολογική ομάδα του Βρετανικού Μουσείου να συμμετάσχει στην ανασκαφή.
Η οποία έφερε στο φως μια σειρά από τα σημαντικότερα μεσαιωνικά ευρήματα που ανασύρθηκαν ποτέ από την Ευρώπη. Δύο άθικτα κοιμητήρια του 6ου-7ου αιώνα μ.Χ., μέσα στα οποία εντοπίστηκε και ο τάφος αγγλοσάξονα βασιλιά.
Ο τάφος των 1.400 ετών περιείχε τμήματα από ένα ξύλινο πλοίο 27 μέτρων, αλλά και ταφικούς θαλάμους γεμάτους με εκατοντάδες κειμήλια.
Το Βρετανικό Μουσείο, στο οποίο εκτίθεται έκτοτε ο θησαυρός, χαρακτηρίζει το εύρημα «εντυπωσιακό ταφικό μνημείο επικών προδιαγραφών», εξηγώντας πως «ο ενταφιασμός ενός ολόκληρου πλοίου στο Sutton Hoo αντιπροσωπεύει τον πιο επιβλητικό μεσαιωνικό τάφο που ανακαλύφθηκε ποτέ στην Ευρώπη»…
Γιατί είναι τόσο σημαντικό το Sutton Hoo
Η αρχαιολογική σπουδαιότητα όσων έφερε στο φως η σκαπάνη χαρακτηρίστηκε ανυπολόγιστης σημασίας για την ιστορική κατανόηση του αγγλοσαξονικού παρελθόντος. Όσο ο Basil και η ομάδα των ακαδημαϊκών αρχαιολόγων έφταναν βαθύτερα, τόσο πιο πολλά έφερναν στην επιφάνεια.
Πολυτελή σκεύη, περίτεχνα βάζα, πανάκριβα υφάσματα, χρυσά κοσμήματα, ακόμα και ασημικά από το Βυζάντιο ή πολύτιμους λίθους από τη Σρι Λάνκα. Και την περιβόητη τελετουργική περικεφαλαία φυσικά, το έκθεμα που μάγεψε από την πρώτη στιγμή την ανθρωπότητα.
Η ιδιοκτήτρια της γης και οι αρχαιολόγοι έμειναν πραγματικά άφωνοι. Αυτός δεν ήταν ένας τάφος κοινού θνητού, αλλά σίγουρα κάποιου πολύ σημαντικού ανθρώπου της εποχής.
Η συγκεκριμένη ανασκαφή ήταν αυτή που εμπλούτισε όσο τίποτα άλλο τις γνώσεις μας για την πρώιμη μεσαιωνική περίοδο των Αγγλοσαξόνων (410-1066 μ.Χ.).
Την ίδια στιγμή, ανάγκασε τους ιστορικούς να αναθεωρήσουν την επικρατούσα άποψη περί Μεσαίωνα, αλλά και τι συνέβη τελικά στην Αγγλία όταν αποσύρθηκαν από τα εδάφη της οι Ρωμαίοι εκεί στις αρχές του 5ου αιώνα.
Αντίθετα με ό,τι πιστευόταν ως τότε, ότι απουσίαζαν δηλαδή ολοκληρωτικά οι καλές τέχνες και η πολιτιστική παραγωγή από τη συγκεκριμένη περίοδο, το Sutton Hoo υπέδειξε μια ζωντανή κοινωνία που έσφυζε από δημιουργία.
«Η ανακάλυψη του 1939 άλλαξε την αντίληψή μας για κάποια από τα πρώτα κεφάλαια της αγγλικής ιστορίας», λέει χαρακτηριστικά η Sue Brunning, ειδική στην πρώιμη μεσαιωνική ιστορία της Ευρώπης και έφορος αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου για τη συλλογή του Sutton Hoo.
«Μια εποχή που θεωρούνταν οπισθοδρομική φωτίστηκε ως εξευγενισμένη και εκλεπτυσμένη. Η ποιότητα και η ποσότητα των τεχνουργημάτων που βρέθηκαν μέσα στον ταφικό θάλαμο ήταν τέτοιας κατασκευαστικής δεξιοτεχνίας που άλλαξε μονομιάς την αντίληψή μας γι’ αυτή την περίοδο».
Με δεδομένο το εγγενές δράμα και την απαράμιλλη θεατρικότητα που είχε μια τέτοια ανασκαφή, ήταν απλώς θέμα χρόνου να την ανακαλύψει ο κινηματογράφος. Μόνο που το Netflix πρόλαβε αυτή τη φορά το Χόλιγουντ…
Η «Ανασκαφή» (2021)
«The Dig» είναι ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας για την εμβληματική ανασκαφή στο Sutton Hoo.
«Λίγο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μια βρετανίδα χήρα προσλαμβάνει έναν αυτοδίδακτο αρχαιολόγο για να ανασύρει κάτι μυστήριο από τη γη της, ο οποίος βρίσκει κάτι μοναδικό», την προλογίζει το Netflix.
Η Κάρι Μάλιγκαν παίζει τη χήρα και ο Ρέιφ Φάινς τον ερασιτέχνη αρχαιολόγο. Πρόκειται για την κινηματογραφική προσαρμογή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Τζον Πρέστον (2016), τηλεκριτικού της Sunday Telegraph για σειρά ετών.
Ο συγγραφέας δεν είναι τυχαίος, είναι ανιψιός της Peggy Piggott, μιας νεαρής τότε αρχαιολόγου που πήρε μέρος με τον άντρα της στην ανασκαφική οδύσσεια του Sutton Hoo.
Το φιλμ παρακολουθεί την πορεία της ανασκαφής, μιλώντας για τις ιστορίες των βασικών χαρακτήρων, τις εντάσεις μεταξύ τους και τα ρομαντικά ειδύλλια. Η Pretty, που είχε έναν μικρό γιο, λάτρευε ανέκαθεν την αρχαιολογία.
Ήταν μια από τις πλουσιότερες Βρετανές της εποχής, πολυταξιδεμένη και συντετριμμένη εδώ και καιρό από τον θάνατο του πολυαγαπημένου της συζύγου.
Τόσο η ίδια όσο και ο Brown άρχισαν να σκάβουν τα μικρά αναχώματα πιστεύοντας πως ήταν ταφικά μνημεία των Βίκινγκ. Ο Brown ήταν ντόπιος, γέννημα θρέμμα του Σάφολκ, εραστής μεγάλος της αρχαιολογίας και ένας άνθρωπος με μεγάλη εμπειρική γνώση της περιοχής.
Παρά το γεγονός ότι ήταν αυτοδίδακτος αρχαιολόγος, ήταν πράγματι ο κατάλληλος άνθρωπος για να αρχίσει την ευαίσθητη ανασκαφική δουλειά.
Η ταινία παραμένει πιστή στην πραγματική ιστορία, όπως επιβεβαίωσε η βρετανή σεναριογράφος Moira Buffini, εκτός φυσικά από εκείνα τα σημεία της πλοκής που έχουν παρεμβληθεί για χάρη της μυθοπλασίας.
Όπως η κόντρα μεταξύ Brown και Charles Phillips, του πεπειραμένου καθηγητή αρχαιολογίας του Κέιμπριτζ που έστειλε το Βρετανικό Μουσείο για να αναλάβει τα ηνία της ανασκαφής. Οι δύο άντρες δεν τα πήγαιναν ιδιαιτέρως καλά στην πραγματικότητα, δεν τσακώνονταν ωστόσο όλη την ώρα όπως θέλει η ταινία.
Ο Phillips ήταν πολύ διαφορετικός χαρακτήρας από τον Basil, οργανωτικός, πειθαρχημένος, πολύ «μοντέρνος» για την εποχή.
Η Buffini ομολόγησε πως άφησε επίτηδες εκτός σεναρίου την εμμονή της Pretty με τη μεταφυσική και τον πνευματισμό. Και τη συνήθειά της να επικοινωνεί για ώρες και ώρες με τον κόσμο των νεκρών.
Ακόμα όμως και με αυτές τις μικρές ιστορικές στρεβλώσεις, η ταινία συστήνει στο παγκόσμιο κοινό την απίστευτη και απίθανη ιστορία του Sutton Hoo. Παντελώς άγνωστη στις νεότερες ηλικίες. Και την ίδια στιγμή φωτίζει τον σπουδαίο ρόλο της αρχαιολογίας για τη γνώση του παρελθόντος.
Η Buffini, γνωστή κυρίως για το σενάριο της ταινίας «Τζέιν Έιρ» (2011), πέρασε καιρό κάνοντας εκτεταμένη έρευνα για το Sutton Hoo. Διάβασε τις σημειώσεις του Brown και τα ημερολόγια που κρατούσαν μέλη της αποστολής και άντλησε έμπνευση από «κάθε κομμάτι του θησαυρού που καταγράφηκε και μετρήθηκε».
«Δεν μπορεί να μην εντυπωσιαστείς από την τρυφερότητα με την οποία περιέβαλλε ο Brown όλα τα τεχνουργήματα», λέει η ίδια, «μίλησε για τον σεβασμό και τη σχεδόν οικογενειακή αγάπη που κρύβουν τα κειμήλια, αλλά και πώς τελικά υπήρχε ένας σπουδαίος πολιτισμός και δεξιοτεχνία έξω και πέρα από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία».
Τι βρήκαν στο Sutton Hoo
Στο διάβα αρκετών αρχαιολογικών αποστολών μεταξύ 1938-1939, ο Brown και η ολιγομελής ομάδα του έφεραν στο φως πράγματα μεγάλα και σπουδαία. «Να, εδώ είμαστε λοιπόν, εμείς οι λίγοι, υπεύθυνοι για ένα εύρημα τεράστιας αξίας», έγραψε κάποια στιγμή η νεαρή Peggy Piggott.
Η σκαπάνη έφερε στο φως 263 αντικείμενα, που ήταν θαμμένα στον κεντρικό θάλαμο του πλοίου. Όσο έσκαβαν ολοένα και πιο βαθιά, τόσο περισσότερο έκπληκτοι έμεναν από την κλίμακα, την ποιότητα, αλλά και την ποικιλία του αρχαιολογικού θησαυρού.
Από σκεύη για γιορτές, μπολ με απίστευτη διακόσμηση και περίτεχνες πόρπες μέχρι 37 χρυσά νομίσματα, έργα τέχνης και εξαίσια δείγματα χρυσοχοΐας και αργυροχοΐας.
Ακόμα και ένα ασημένιο πιάτο με τη σφραγίδα του βυζαντινού αυτοκράτορα Αναστάσιου A’ του Δίκορου ανακαλύφθηκε, ενδεικτικό των σχέσεων που διατηρούσαν οι Αγγλοσάξονες με τους Βυζαντινούς.
Μεταξύ αυτών και όπλα, αλλά και στρατιωτικός εξοπλισμός απαράμιλλης δεξιοτεχνίας, όχι μόνο για τα αγγλικά δεδομένα, αλλά και για τα ευρωπαϊκά. Μια τέτοια περίτεχνη ασπίδα πιστεύεται πως ήταν δώρο των Σκανδιναβών.
Η πανοπλία μάλιστα του ενοίκου του τάφου αντλεί στοιχεία από πολλές παραδόσεις, άλλη μια ένδειξη των αγγλοσαξονικών επαφών με τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό κόσμο.
«Κάθε τμήμα του ταφικού μνημείου είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του παζλ, ακόμα και κάτι τόσο απλό όσο ένα μικρό ξύλινο κύπελλο», λέει χαρακτηριστικά η Brunning. Η ίδια μας λέει πως μια τέτοια περίτεχνη ταφή πλοίου παραμένει σπάνιο γεγονός για την αγγλοσαξονική Αγγλία.
Και για να μπουν μάλιστα σε τόσο κόπο να μεταφέρουν και να θάψουν ένα πλοίο με όλους αυτούς τους θησαυρούς, κάποιον πολύ σημαντικό θα ξεπροβόδιζαν.
Ο ένοικος του τάφου έλιωσε «μέσα στο όξινο τοπικό χώμα, αφήνοντας μόνο ένα κενό σε σχήμα ανθρώπου ανάμεσα στους γύρω θησαυρούς», μας λέει το Βρετανικό Μουσείο, αναγκάζοντας για έναν σχεδόν αιώνα ιστορικούς και αρχαιολόγους να κάνουν υποθέσεις για την ταυτότητά του.
Σχετική συναίνεση συγκεντρώνει ο βασιλιάς Raedwald, που πέθανε το 625 μ.Χ. Σύμφωνα με την Brunning, ο Raedwald βασίλεψε εκείνη την εποχή και «ίσως είχε εξουσία και στα γειτονικά βασίλεια, κάτι που θα του εξασφάλιζε ένα καλό κατευόδιο».
Η πανοπλία του, διαβρωμένη και κατακερματισμένη σε εκατοντάδες θραύσματα, χρειάστηκε χρόνια για να αποκατασταθεί από τους επιστήμονες του Βρετανικού Μουσείου, εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Μετά την ανακάλυψη
Στις 25 Ιουλίου 1939, η Pretty παρέθεσε δεξίωση στο Sutton Hoo, καθώς η ανασκαφή είχε ολοκληρωθεί με θεαματικό τρόπο. Το έδαφος γύρω από την ανασκαφή είχε μεταμορφωθεί σε μια κομψή πλατφόρμα για να θαυμάσουν οι καλεσμένοι τα ευρήματα.
Ο λόγος του Phillips πνίγηκε όμως μέσα στους ήχους των Spitfire, που περνούσαν μανιωδώς από πάνω όσο η Αγγλία ετοιμαζόταν για πόλεμο. Τα νέα για τη σπουδαία αρχαιολογική ανακάλυψη βρήκαν σύντομα τον δρόμο για τον καθημερινό Τύπο, μέσω διαρροών κυρίως από μέλος της μικρής ομάδας.
Τα τεχνουργήματα μεταφέρθηκαν λίγες μέρες αργότερα από το σπίτι της χήρας στο Βρετανικό Μουσείο. Μερικές νομικές περιπέτειες μετά, έγιναν επισήμως τμήμα της συλλογής του μουσείου, ως ευγενική δωρεά πια της Pretty.
Το κοινό θα τα θαύμαζε για πρώτη φορά το 1940. Λίγοι πρόλαβαν να τα δουν, καθώς αναγκάστηκαν να τα κρύψουν στις σήραγγες του λονδρέζικου μετρό κατά τον Β’ Παγκόσμιο.
Μετά τη νίκη των Συμμάχων το 1945, ο θησαυρός επέστρεψε στο Βρετανικό, όπου και ξεκίνησε η χρονοβόρα διαδικασία συντήρησης και αποκατάστασης.
Κάθε φορά που μια νέα απεικονιστική τεχνολογία γινόταν διαθέσιμη, οι αρχαιολόγοι επέστρεφαν στο Sutton Hoo για νέες αναλύσεις (1960-1980). Το 1983, μια καινούρια ανασκαφή θα έφερνε στο φως άλλον έναν τάφο, αυτή τη φορά ενός πολεμιστή και του αλόγου του.
Επιστρέφοντας στην ιστορική πρώτη ανασκαφή, τη μικρή ομάδα των αρχαιολόγων συνόδευε σχεδόν καθημερινά και ο μικρός γιος της Pretty, Robert. Το φιλοπερίεργο αγόρι έκανε μονίμως ερωτήσεις και βοηθούσε με κάθε τρόπο τους επιστήμονες.
Κάποια στιγμή όμως, παιδί καθώς ήταν, έθαψε τα πατίνια του στο χώμα. Μισό αιώνα αργότερα, στην ανασκαφή του 1983, η νέα ομάδα θα τα έβρισκε, προκαλώντας τεράστια σύγχυση στους αρχαιολόγους!