Ο ιδιοκτήτης και η διευθύντρια ενός οικοτροφείου στη δυτική Ινδία συνελήφθησαν αφού πέντε ανήλικοι αποκάλυψαν ότι υπέστησαν βιασμό, καθώς και ότι υποχρεώνονταν να παρακολουθούν πορνογραφικές ταινίες και να αναπαριστούν μεταξύ τους τις σκηνές, ανακοίνωσαν η αστυνομία και εργαζόμενοι σε φιλανθρωπική οργάνωση. Τα παιδιά εξαναγκάζονταν να τρώνε περιττώματα ως τιμωρία, όταν δεν συμμορφώνονταν.
Ο 52χρονος ιδιοκτήτης του φιλανθρωπικού κληροδοτήματος Chandraprabha Charitable Trust και η 30χρονη διευθύντριά του συνελήφθησαν τη Δευτέρα έπειτα από επιδρομή της αστυνομίας στο σχολείο, το οποίο βρίσκεται στην πόλη Καρζάτ του κρατιδίου Μαχαράστρα.
«Δεχθήκαμε μια μήνυση από την φιλανθρωπική οργάνωση “Childline” που έλεγε ότι ένα παιδί πήγε σπίτι του για τις διακοπές και εξομολογήθηκε στη μητέρα του ότι γίνονται καταχρήσεις», δήλωσε αργά χθες το βράδυ προς το Reuters ο Ρ.Ρ. Πατίλ, επιθεωρητής της αστυνομίας της Καρζάτ.
«Έχουν μιλήσει πλέον συνολικά πέντε παιδιά και συλλάβαμε τους δύο υπόπτους για διάφορα αδικήματα», δήλωσε ακόμη προσθέτοντας πως στα αδικήματα αυτά περιλαμβάνονται o σοδομισμός, ο παράνομος περιορισμός και σεξουαλική επίθεση.
Το σχολείο φιλοξενούσε 28 παιδιά ηλικίας από 4 ως 14 ετών, για 10 μήνες το χρόνο, είπε ο Πατίλ, αλλά τα περισσότερα βρίσκονταν για διακοπές στα σπίτια τους όταν έγινε η επιδρομή της αστυνομίας. Οι αστυνομικοί προσπαθούν να διαπιστώσουν αν έχουν κακοποιηθεί και άλλα παιδιά και αν υπάρχουν άλλοι ύποπτοι.
Η Ανουράντα Σαχασραμπούντε της Childline, μιας φιλανθρωπικής οργάνωσης που υποστηρίζεται από την κυβέρνηση, δήλωσε πως τα παιδιά μίλησαν για πάσης φύσεως σεξουαλική και σωματική κακοποίηση.
«Είναι μια φρικτή υπόθεση. Τα παιδιά μας μιλάνε για τη σεξουαλική κακοποίηση που ελάμβανε χώρα εκεί. Υπήρχε στοματικό σεξ, υπήρχε καταναγκαστικό σεξ. Αυτά τα πράγματα φωτογραφίζονταν», είπε η Σαχασραμπούντε στο ειδησεογραφικό τηλεοπτικό δίκτυο NDTV.
«Τιμωρούσαν τα παιδιά βάζοντάς τα να τρώνε περιττώματα σκύλων και, αν έκαναν εμετό, τα έβαζαν να τρώνε τον εμετό», πρόσθεσε. Η αστυνομία είπε πως το οικοτροφείο λειτουργούσε από το 2002, αλλά δεν ήταν καταχωρισμένο στις αρχές και για το λόγο αυτό διέφευγε των κυβερνητικών επιθεωρήσεων.