Στην έναρξη έρευνας προχώρησε η Αστυνομία της Τυνησίας, έπειτα από τις δηλώσεις ενός ανεξάρτητου βουλευτή που δικαιολόγησε τον αποκεφαλισμό ενός Γάλλου εκπαιδευτικού, εκτιμώντας ότι έπρεπε να «επωμιστεί» τις συνέπειες κάθε «προσβολής στον προφήτη» Μωάμεθ.
Την Παρασκευή (16/10), ο καθηγητής Σαμουέλ Πατί, 47 ετών, ο οποίος είχε δείξει στους έφηβους μαθητές του σκίτσα του προφήτη του Ισλάμ Μωάμεθ κατά τη διάρκεια μαθήματος για την ελευθερία της έκφρασης, έχασε τη ζωή του, καθώς έβγαινε από το κολέγιο όπου δίδασκε κοντά στο Παρίσι, σε μια επίθεση που προκάλεσε θλίψη και φόβο στη Γαλλία.
Την επομένη, ο Ρασίντ Χριάρι, Τυνήσιος ανεξάρτητος βουλευτής, που εξελέγη υπό το έμβλημα του ισλαμιστικού κινήματος Καράμα, μέλους του κυβερνητικού συνασπισμού, έγραψε στη σελίδα του στο Facebook: «Κάθε προσβολή στον προφήτη Μωάμεθ είναι το μεγαλύτερο έγκλημα. Όλοι αυτοί που το διαπράττουν, είτε είναι κράτος ή ομάδα ατόμων, οφείλουν να αναλαμβάνουν τις συνέπειες και τις επιπτώσεις της».
Οι δηλώσεις αυτές επικρίθηκαν από ορισμένους χρήστες του διαδικτύου, όμως επιδοκιμάστηκαν από άλλους. Επίσης, είχαν ως αποτέλεσμα την ακύρωση μετάδοσης εκπομπής στην οποία ο Χριάρι θα παρενέβαινε σε τυνησιακό ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο.
Ο βουλευτής, από την πλευρά του, δήλωσε έτοιμος να εγκαταλείψει την κοινοβουλευτική του ασυλία.
Δεν έχει κινηθεί δικαστική έρευνα επί του παρόντος, αλλά ο δικαστικός πόλος «ανέθεσε σε υπηρεσία ειδικευμένη σε υποθέσεις τρομοκρατίας να διενεργήσει έρευνα για το περιεχόμενο της ανάρτησης» στο Facebook, δήλωσε σήμερα στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Μόχσεν Νταλί, βοηθός γενικού εισαγγελέα στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο της Τύνιδας.
Η υπηρεσία αυτή θα πρέπει στη συνέχεια να διαβιβάσει τα αποτελέσματα της προκαταρκτικής έρευνας στην εισαγγελία, η οποία θα «λάβει τα κατάλληλα μέτρα», διευκρίνισε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το Σάββατο (17/10), ο Τυνήσιος πρωθυπουργός Χισέμ Μεσίσι εξέφρασε στον Γάλλο ομόλογό του Ζαν Καστέξ τα συλλυπητήρια του λαού της χώρας, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι η Τύνιδα απορρίπτει «κάθε μορφή εξτρεμισμού και τρομοκρατίας, που ουδεμία σχέση έχουν με το Ισλάμ” και υπογράμμισε την ανάγκη “σεβασμού στην ελευθερία της έκφρασης και της θρησκευτικής πίστης».