Έχουν περάσει αρκετοί μήνες από τον θάνατο μιας Αφροαμερικανής τραυματιοφορέα μέσα στο σπίτι της, της Μπριόνα Τέιλορ, από αστυνομικούς στο Κεντάκι, ωστόσο το θέμα παραμένει σταθερά στην επικαιρότητα. Άλλωστε, από την πρώτη στιγμή υπήρξε κύμα αντιδράσεων, όπου καταγγελόταν μια νέα υπόθεση φυλετικής βίας.
Σήμερα, Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου, ασκήθηκε δίωξη σε βάρος ενός λευκού αστυνομικού που ενεπλάκη στον θάνατο της γυναίκας, όπως ανακοίνωσε σήμερα δικαστήριο στο Λούιβιλ, στο Κεντάκι. Ο Μπρετ Χάνκισον κατηγορείται για απρόκλητη έκθεση σε κίνδυνο της ζωής ενός άλλου ανθρώπου, μια κατηγορία κατώτερη εκείνης της ανθρωποκτονίας. Απολύθηκε από την αστυνομία τον Ιούνιο.
Η δικαστίνα, που ανακοίνωσε την απόφαση του σώματος των ενόρκων, δεν διευκρίνισε εάν οι δύο συνάδελφοι του Χάνκισον, θα κατηγορηθούν επίσης ή θα απαλλαχθούν.
Όπως μεταφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Μπρετ Χάνκισον θα τεθεί υπό κράτηση, ενώ η εγγύησή του ορίστηκε στα 15.000 δολάρια.
«Σκανδαλώδη και προσβλητική απόφαση»
Ο δικηγόρος της οικογένειας της εκλιπούσας, Μπεν Κραμπ, κατήγγειλε με μήνυμά του στο Twitter μια «σκανδαλώδη και προσβλητική» απόφαση.
Ο πρώην αστυνομικός «διώκεται με τρεις κατηγορίες για έκθεση σε κίνδυνο. Αυτές οι τρεις κατηγορίες αφορούν σφαίρες που κατέληξαν σε άλλα διαμερίσματα, όμως ΤΙΠΟΤΑ για εκείνη που κατέληξε» στην Μπριόνα Τέιλορ, έγραψε.
Η νεαρή νοσηλεύτρια σκοτώθηκε τη νύχτα της 13ης Μαρτίου, μέσα στο σπίτι της, όταν οι τρεις αστυνομικοί εμφανίστηκαν με ένα ένταλμα σύλληψης που τους επέτρεπε να κάνουν έφοδο στην κατοικία ενός υπόπτου χωρίς να προειδοποιήσουν.
Μόλις έφθασαν, ο σύντροφος της άτυχης κοπέλας άνοιξε πυρ με ένα όπλο που κατείχε νόμιμα. Οι αστυνομικοί ανταπάντησαν και η Μπριόνα Τέιλορ δέχθηκε πολλές σφαίρες. Ο σύντροφός της εξήγησε ότι οι αστυνομικοί δεν προειδοποίησαν για την έρευνα και εκείνος νόμιζε ότι επρόκειτο για διαρρήκτη. Οι αστυνομικοί υποστηρίζουν ότι προειδοποίησαν προτού εισβάλουν.
Ο θάνατος της 26χρονης δεν προσέλκυσε μεγάλο ενδιαφέρον στην αρχή, ωστόσο επανήλθε στο προσκήνιο στο πλαίσιο των μεγάλων αντιρατσιστικών διαδηλώσεων στις ΗΠΑ μετά τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ, του Αφροαμερικανού που έχασε τη ζωή του όταν λευκός αστυνομικός γονάτισε στον λαιμό του στη Μινεάπολη, στα τέλη Μαΐου.
Πριν από την ανακοίνωση της απόφασης για την τύχη των τριών αστυνομικών, ισχυρή αστυνομική δύναμη αναπτύχθηκε στο Λούιβιλ του Κεντάκι υπό τον φόβο διαδηλώσεων.
Η δημοτική αρχή κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και απέκλεισε την πρόσβαση στο δικαστήριο, ενώ ο αρχηγός της αστυνομίας του Λούιβιλ Ρόμπερτ Σρέντερ διαβεβαίωσε πως «καμία βία και καταστροφή περιουσίας» δεν θα γίνει ανεκτή.