Θα είναι το μεγάλο αίνιγμα στις επόμενες ευρωεκλογές: ακραία ή ευρω-σκεπτικιστικά κόμματα, που επιδιώκουν την εξασθένηση, αν όχι και τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και κατά πόσο είναι έτοιμες οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις να αντιμετωπίσουν αυτό το φαινόμενο;
Αφετηρία για την όποια αντίδραση θα πρέπει να είναι η σωστή διάγνωση του προβλήματος, υποστηρίζει η συμπροεδρεύουσα των Ευρωπαίων Πρασίνων στο Ευρωκοινοβούλιο Ρεμπέκα Χαρμς, μιλώντας στη Deutsche Welle. Και η διάγνωση είναι ότι η άνοδος των άκρων δεν οφείλεται μόνο στις κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης, τονίζει η γερμανίδα ευρωβουλευτής: «Η άνοδος των εξτρεμιστικών- και κυρίως των ακροδεξιών- κομμάτων δεν άρχισε με την κρίση του ευρώ, αν και ασφαλώς ευνοείται από αυτήν. Νομίζω ότι χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία έχουν ένα γενικότερο πρόβλημα με την πολιτική τους ελίτ, με τον τρόπο που λειτουργούν τα καθιερωμένα πολιτικά κόμματα, με τη διαπλοκή ανάμεσα στην πολιτική και τα κέντρα εξουσίας».
Επισημαίνει δε, ότι η μεταφορά του προβλήματος στην ευρωπαϊκή σφαίρα είναι όχι μόνο αναποτελεσματική, αλλά και επικίνδυνη, γιατί στοχοποιεί άλλους από εκείνους που πραγματικά ευθύνονται.
Από την πλευρά της η ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Έντιτ Μπάουερ πιστεύει ότι η άνοδος των άκρων οφείλεται κυρίως σε ένα ζήτημα που λίγοι πλέον θέτουν στην τεχνοκρατική εποχή μας: την αναζήτηση ταυτότητας.
«Η εθνική ταυτότητα είναι σημαντική υπόθεση, γιατί η Ευρώπη οικοδομείται από πολλές και διαφορετικές ενότητες» λέει η ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle.
Το ερώτημα της ταυτότητας θέτουν βέβαια και οι ευρωσκεπτικιστές, δίνοντας ταυτόχρονα και την απάντηση- τη δική τους απάντηση φυσικά. Όπως έκανε ο επικεφαλής του βρετανικού Κόμματος Ανεξαρτησίας Νάιτζελ Φάρατζ, μιλώντας στο Στρασβούργο και ορίζοντας ως αφετηρία της ανόδου των ευρω-σκεπτικιστών το 2005 με το «ΟΧΙ» των Γάλλων στο ευρωπαϊκό Σύνταγμα.
Ακόμα και τα πιο φιλοευρωπαϊκά κόμματα πιστεύουν πλέον ότι στις ευρωεκλογές του 2014 οι ακραίες και ευρω-σκεπτικιστικές πολιτικές δυνάμεις θα έχουν την ευκαιρία να ενισχύσουν την επιρροή τους.
Το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν αρνείται ότι είναι ακροδεξιό κόμμα, ενώ το ίδιο συμβαίνει με τους Αυστριακούς λαϊκιστές, τους «Αληθινούς Φινλανδούς» ή τους Φλαμανδoύς εθνικιστές. Αλλά όπως τονίζει η Ρεμπέκα Χαρμς «όλα αυτά τα δεξιά κόμματα έχουν κοινά χαρακτηριστικά: Μας λένε ότι θα είμαστε καλύτερα χωρίς την Ευρώπη ή το ευρώ. Επαναφέρουν την παλαιά και πολύ επικίνδυνη νοοτροπία, ότι τα έθνη πρέπει να οχυρωθούν πίσω από τα συμφέροντά τους, παρότι αυτό μαας οδηγήσει στην καταστροφή στο παρελθόν. Και επιπλέον όλα αυτά τα ακροδεξιά κόμματα- σε αντίθεση με τα ακραία αριστερά κόμματα- θέλουν την απομόνωση της Ευρώπης απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο, αρνούνται να παράσχουν άσυλο σε πολιτικά διωκόμενους, διαδίδουν το σύνθημα ότι “μόνοι μας μπορούμε καλύτερα”. Όλα αυτά είναι πολύ επικίνδυνα».